Γράφει ο Δημήτρης Λάμπρου
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα τη Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου θα είναι διαφορετικό, με καταλύτη τη μεγαλειώδη παρουσία του λαού στο συλλαλητήριο του Συντάγματος. Οποιαδήποτε αναλυτική και ερμηνευτική μεθοδολογική προσέγγιση της εντυπωσιακής επιτυχίας των συλλαλητηρίων για τη Μακεδονία δεν μπορεί παρά να καταλήγει σε ένα και μόνο συμπέρασμα. Ότι οι πολίτες ανταποκρίθηκαν μαζικά γιατί το κεντρικό αίτημα άγγιξε τη λαϊκή ψυχή, ακόμη κι όταν δεν διατυπώθηκε ρητά: Εθνική ανεξαρτησία. Αυτό ζήτησαν, γνωρίζοντάς το ή όχι, τα εκατομμύρια που διαδήλωσαν ειρηνικά σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Συκοφαντήθηκε και πολεμήθηκε το συλλαλητήριο του Συντάγματος όσο κανένα άλλο από πολλούς γνωστούς και μη εξαιρετέους, οι οποίοι εμφανίζονται κάθε φορά έτοιμοι να υπερασπιστούν ξένα συμφέροντα, αλλά και από καλοπροαίρετους που παρασύρονται και προτιμούν να αερολογούν στα κοινωνικά δίκτυα παρά να μελετούν την ιστορία και την πολιτική επιστήμη.
Από τις δύο κατηγορίες των ενάντιων στη διεξαγωγή των συλλαλητηρίων για τη Μακεδονία δεν θα ασχοληθώ καθόλου με τους εξωνημένους χυδαιολόγους που σταθερά και προβλέψιμα εξυπηρετούν τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα παρά μόνο κάνοντας δύο παρατηρήσεις. Πρώτον, ότι σε αντίθεση με όλες τις άλλες, αυτή η δουλειά, η δική τους, είναι ντροπή. Και μια δεύτερη, γενικότερη, ότι η διάβρωση έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις, έκφανση κι αυτή της παρατεταμένης παρακμής εκείνου που ορίζουμε ως ελληνική διανόηση.
Για την άλλη κατηγορία, που ιδεολογικά στάθηκε εναντίον των συλλαλητηρίων, πρώτα απ’ όλα, έρχομαι να τους πληροφορήσω ότι παρά τα όσα πιστεύουν, υπάρχουν άνθρωποι που διαμαρτύρονται και εξεγείρονται και πολεμάνε για θέματα που δεν σχετίζονται αποκλειστικά με την τσέπη τους, με τα υλικά τους συμφέροντα. Αν εστιάσουμε στα συλλαλητήρια, η συντριπτική πλειονότητα των συμμετεχόντων ανήκει στις χαμηλές, μικρομεσαίες τάξεις και είναι τόσο πολλοί που η στράτευσή τους αυτή δεν μπορεί να ερμηνευθεί με απλοϊκά σχήματα και με ταμπέλες, όπως φασίστες, γραφικοί και άλλα επινοήματα των κομματικών γραμμών για να απαξιώσουν ένα κίνημα που τους υπερβαίνει.
Αν και οι κομματικοί ινστρούχτορες το αποσιωπούν, είναι αποδεδειγμένο ότι στις κρίσιμες περιόδους το εθνικό συνυφαίνεται με το ταξικό – ενδεικτική και διδακτική η ανεπανάληπτη λαϊκή αποδοχή του ΕΑΜ που συνέλαβε και πραγμάτωσε μια συνθετική πολιτική πρόταση, η οποία ανταποκρινόταν στους πόθους της καθημαγμένης (και τότε) χώρας. Από το ’21 και τους μεγάλους πολέμους μέχρι τους αγώνες για την ανεξαρτησία της Κύπρου, ο ελληνικός λαός είναι γαλουχημένος με τα νάματα της αντίστασης στον ιμπεριαλισμό, παρότι σπάνια αξιώθηκε ηγεσίες ανάλογες του φρονήματός του.
Το εκρηκτικό κοκτέιλ ανεπαρκούς ανάλυσης και ιδεολογικής τύφλωσης οδήγησε στον παραλογισμό οι πολιτικές εκείνες δυνάμεις που έχουν σημαία τους τον αντιιμπεριαλισμό, κατά κανόνα αριστερές, να προωθούν με ζέση τους ΝΑΤΟϊκούς και αμερικανικούς σχεδιασμούς στα Βαλκάνια. Και αυτό γιατί δεν μπορούν να ελέγξουν τη δυναμική που αναπτύσσεται μέσα από τα συλλαλητήρια. Αλλά κυρίως γιατί δεν κατανοούν το κεντρικό αίτημα αυτών των λαϊκών μαζικών διαμαρτυριών. Κι όμως είναι ξεκάθαρο.
Το αίτημα των συλλαλητηρίων είναι η απαίτηση του ελληνικού λαού να αποφασίζει ο ίδιος για τη μοίρα του. Είναι η απάντηση στους ισχυρούς του κόσμου, που σφαγιάζουν λαούς, που βομβαρδίζουν και καταστρέφουν χώρες, που δημιουργούν εκατομμύρια πρόσφυγες, που χαράζουν και παραχαράζουν χάρτες και σύνορα. Είναι με δυο λόγια το παμπάλαιο και τόσο επίκαιρο: εθνική ανεξαρτησία. Κι αυτό δεν μπορεί να κρυφτεί πίσω από ράσα και περικεφαλαίες, απαξιωτικά σχόλια και αμήχανες κομματικές γραμμές, πίσω από περιφρονητικές αναφορές και φθονερές υπεραντιδράσεις.
Επιπλέον, το ότι η πολιτική τάξη της χώρας έχει αποφασίσει να συστρατευθεί με τους ισχυρούς για να διασώσει τα προνόμιά της εξυπηρετώντας ολοφάνερα ταπεινωτικούς για την Ελλάδα σχεδιασμούς στα Βαλκάνια, δεν είναι ούτε κάτι πρωτοφανές ούτε μη αναμενόμενο. Στοιχειώδης γνώση της ελληνικής ιστορίας δείχνει ότι κατά κανόνα η χώρα κυβερνάται από εθελόδουλους μεταπράτες ξένων συμφερόντων. Με τη σειρά του αυτό δεν σημαίνει ότι ο λαός δεν υποψιάζεται τη συμπαιγνία, αλλά και δεν αντιλαμβάνεται ότι η συμμαχία με τα υπερεθνικά κέντρα εξουσίας τον θέτει σε καθεστώς συνεχούς ομηρίας. Γιατί τα συμφέροντα των ισχυρών, όπως γίνεται πάντα, θα αλλάξουν. Τότε που η ζημιά θα έχει επισυμβεί και η Ελλάδα θα μείνει έρμαιο μιας ακόμα μειοδοσίας και θύμα μιας ακόμα συρρίκνωσης.
Η προέλευση των συλλαλητηρίων από το Κίνημα των Αγανακτισμένων είναι για εμένα φανερή. Και νομίζω είναι για τον καθένα, αν παρατηρήσει ότι οι ίδιοι ακριβώς παράγοντες τα απαξίωναν, τα ταμπελοποιούσαν και όταν μπόρεσαν τα κατέστειλαν με τον αγριότερο τρόπο. Και το Κίνημα των Αγανακτισμένων, όπως και τα συλλαλητήρια, είχε υπόρρητο κεντρικό αίτημα την εθνική ανεξαρτησία – οικονομική σ’ αυτή την περίπτωση, που κι αυτή όμως είναι κλάδος της εθνικής ανεξαρτησίας, από τη στιγμή που η πολιτική τάξη παραδίδει με μνημόνια τον οικονομικό έλεγχο της χώρας σε αλλότρια συμφέροντα.
Υπάρχει , τέλος, ένα δήθεν ρεαλιστικό επιχείρημα που περιληπτικά επιδιώκει να θέσει πρακτικά το ζήτημα και υποστηρίζει ότι οι Ελληνες δεν διαμαρτυρήθηκαν για την οικονομική καθίζηση που υπέστησαν και δεν διαδήλωσαν για τους φόρους και για τη φτωχοποίηση, αλλά διαδηλώνουν μόνο για τη Μακεδονία. Είναι κι αυτό ψευδές. Οι Ελληνες και κατέβηκαν στους δρόμους και διαμαρτυρήθηκαν και συγκρούστηκαν και, το κυριότερο, έδωσαν ένα ανεπανάληπτο 62% στο «Όχι στην οικονομική υποδούλωση» που και πάλι οι πολιτικές ηγεσίες στάθηκαν αδύναμες να το στρέψουν υπέρ των λαϊκών και εθνικών συμφερόντων.
Από την εποχή των Αγανακτισμένων μέχρι το μεγαλειώδες συλλαλητήριο στο Σύνταγμα, το συμπέρασμα είναι ότι η πλειονότητα του ελληνικού λαού αμφισβητεί συνολικά τις κεντρικές επιλογές του πολιτικού συστήματος. Άρα και του εκλεγμένου πρωθυπουργού. Τώρα είναι η ώρα που ο πρωθυπουργός πρέπει να πει κάτι. Να πει κάτι σοβαρό και συγκεκριμένο. Να απαντήσει στο αίτημα των συλλαλητηρίων: θέλουμε εθνική ανεξαρτησία ή όχι; Και γιατί;