Στα τυφλά κινούνται οι έρευνες για την εξιχνίαση της απαγωγής επιφανούς επιχειρηματία στο Ηράκλειο της Κρήτης, καθώς ως φαίνεται οι δράστες έχουν καλύψει με κάθε λεπτομέρεια όλες τις πτυχές του σχεδίου τους.
Ο κορυφαίος επιχειρηματίας που έχει έδρα το Ηράκλειο και τεράστια οικονομική επιφάνεια, έπεσε στα χέρια τους και έως τώρα δεν έχει δοθεί η «απόδειξη ζωής», που περιμένουν οι αστυνομικοί ώστε να έχουν μια κατεύθυνση για την επιχείρηση διάσωσής του.
Οι ώρες θεωρούνται ιδιαίτερα κρίσιμες, ενώ σύμφωνα με τις τελευταίες πληροφορίες, οι απαγωγείς φέρονται να έχουν κάνει ήδη μια πρώτη επικοινωνία με την οικογένεια και να έχουν ζητήσει άγνωστο ποσό ως λύτρα. Ειδικοί διαπραγματευτές της ΕΛΑΣ βρίσκονται ήδη στο Ηράκλειο, προκειμένου να αναλάβουν τη διαπραγμάτευση με τους απαγωγείς, αφού πάντως προηγουμένως βεβαιωθούν ότι ο επιχειρηματίας είναι σε καλή κατάσταση. Η αστυνομία τηρεί σιγή ιχθύος γύρω από την υπόθεση και δεν έχει προχωρήσει σε καμία επίσημη ανακοίνωση.
Ωστόσο, έχει ήδη ζητηθεί να παρασχεθούν τεχνικά μέσα προκειμένου να εντοπισθούν και να «απομονωθούν» επικοινωνίες που έγιναν την κρίσιμη ώρα που εκτιμάται ότι συνέβη η απαγωγή στην ευρύτερη περιοχή των Καλεσσών και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου στο Ηράκλειο, σε μια προσπάθεια των Αρχών να εντοπίσουν το στίγμα της διαδρομής που ακολούθησαν οι δράστες από τη στιγμή που επιβίβασαν το θύμα τους σε άγνωστο μέσο, έχοντας προηγουμένως κάψει δύο αυτοκίνητα που χρησιμοποίησαν για την απαγωγή.
Το χρονικό της απαγωγής
Η απαγωγή, σύμφωνα με την εικόνα που έχουν σχηματίσει έως τώρα οι Αρχές, έγινε νωρίς το απόγευμα της Πέμπτης, και ενώ ο 54χρονος επιχειρηματίας βρισκόταν καθ’ οδόν από το Ηράκλειο προς τα Καλέσσα – ένα οικισμό έξω από την πόλη. Ο συναγερμός σήμανε μετά τον εντοπισμό του πολυτελούς αυτοκινήτου του επιχειρηματία, που βρέθηκε εγκαταλελειμμένο, με ανοιχτές τις πόρτες στον επαρχιακό δρόμο και τρακαρισμένο. Η αστυνομία διαπίστωσε ότι επρόκειτο για το αυτοκίνητο του συγκεκριμένου προσώπου και επικοινώνησε με την οικογένειά του, που δήλωσε άγνοια για το τι είχε συμβεί. Αμέσως σήμανε συναγερμός, ενώ η οικογένεια κάλεσε μια φορά στο κινητό του 54χρονου. Το τηλέφωνο ήταν ακόμη ανοιχτό εκείνη την ώρα, αλλά «σίγησε» από εκείνη τη στιγμή και μετά.
Λίγα λεπτά αργότερα, όμως, η Πυροσβεστική ειδοποιήθηκε να επέμβει καθώς δύο αυτοκίνητα καίγονταν στο δρόμο προς τον οικισμό Καλέσσα, κοντά στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο.
Επρόκειτο για μία BMW και ένα αγροτικό, που κάηκαν, ωστόσο, ολοσχερώς. Όπως εκτιμάται, το ένα αυτοκίνητο το είχαν χρησιμοποιήσει για να «κλείσουν» το όχημα του επιχειρηματία, ενώ στο δεύτερο, κατά πάσα πιθανότητα τον επιβίβασαν αρχικά, μέχρι να φτάσουν στο σημείο όπου έκαψαν και τα δύο αυτοκίνητα και εξαφανίσθηκαν με τρίτο.
Ο επιχειρηματίας, που είναι μέτοχος εταιρείας εισηγμένης στο Χρηματιστήριο Αθηνών με παραρτήματα σε έξι χώρες και εξαγωγές σε άλλες 60, έπεσε σε καλοστημένη ενέδρα. Αφού τον ακινητοποίησαν, τον έβγαλαν δια της βίας από το όχημά του, τον επιβίβασαν σε άλλο και εξαφανίστηκαν.
Οι δράστες έβαλαν φωτιά και στα δύο αυτοκίνητα για να εξαφανίσουν τα ίχνη τους. Οι κάτοικοι της περιοχής, που είδαν τον πυκνό καπνό, ειδοποίησαν την Πυροσβεστική και αμέσως έφτασαν δύο οχήματα με οκτώ πυροσβέστες που έσβησαν τις φλόγες. Όμως, τα οχήματα είχαν ήδη καταστραφεί και πλέον εξετάζονται από ειδικούς της Εγκληματολογικής Υπηρεσίας, σε μια προσπάθεια να βρεθούν τυχόν αποτυπώματα και ίχνη γενετικού υλικού, τόσο στα αυτοκίνητα, όσο και στον περιβάλλοντα χώρο. Ωστόσο, το γεγονός ότι στην περιοχή έβρεχε, περιορίζει σημαντικά τις ελπίδες για κάτι τέτοιο.
Την ίδια ώρα, το κινητό του επιχειρηματία είναι κλειστό, πράγμα που καθιστά δύσκολο τον εντοπισμό του από τους άνδρες της ΕΛ.ΑΣ.. Για την υπόθεση έχει κινητοποιηθεί όλη η δύναμη της Ασφάλειας Ηρακλείου και των περιφερειακών τμημάτων, ενώ δυνάμεις της Ο.Π.Κ.Ε. και των Τ.Α.Ε. «χτενίζουν» την ευρύτερη περιοχή αναζητώντας οποιοδήποτε ίχνος θα μπορούσε να οδηγήσει στον αγνοούμενο επιχειρηματία.
Σημειώνεται ότι η οικονομική επιφάνεια του θύματος και της οικογένειάς του είναι γνωστή σε όλη την Κρήτη και όχι μόνο. Η οικογένεια, πάντως, διατηρούσε πάντοτε εξαιρετικά χαμηλούς τόνους.
Αστυνομικές πηγές επαναλάμβαναν ότι οι πρώτες ώρες μετά την εκδήλωση απαγωγής είναι ιδιαίτερα κρίσιμες για την εξιχνίαση της υπόθεσης.