Αγωνία για τα ρήγματα στον Κορινθιακό Μπορούν να δώσουν 6,5 ρίχτερ και να προκαλέσουν τσουνάμι εκφράζουν οι ειδικοί σεισμολόγοι. Το 1981 σε ένα διάστημα δέκα ημερών, από τις 24 Φεβρουαρίου έως τις 4 Μαρτίου, τρεις σεισμοί πάνω από 6 ρίχτερ συντάραξαν τον Κορινθιακό κόλπο με επίκεντρο τις Αλκυονίδες νήσους. Είχαν ένταση 6,7 ρίχτερ, 6,4 ρίχτερ και 6,3 ρίχτερ, προκαλώντας καταστροφές από την Κόρινθο μέχρι την Αθήνα και τη Θήβα. Ακολούθησε το 1995 ο φονικός σεισμός του Αιγίου, εντάσεως 6,1 ρίχτερ.
Η πρόσφατη ιστορία είναι σύμφωνη με τη σεισμική εικόνα που παρουσιάζει η περιοχή από την αρχαιότητα, δίνοντας, σύμφωνα με τους επιστήμονες, τουλάχιστον έναν σεισμό πάνω από 6 ρίχτερ κάθε περίπου 30 χρόνια. Τα «μυστικά» του Κορινθιακού βρίσκονται διαχρονικά στο επίκεντρο της επιστημονικής έρευνας και ο σεισμός 5,1 ρίχτερ της 9ης Οκτωβρίου φούντωσε τα σενάρια για τη ζώνη που ξεκόλλησε την Πελοπόννησο από τη Στερεά Ελλάδα και συνεχίζει να την απομακρύνει, όπως επισημαίνει ο καθηγητής Σεισμολογίας Κώστας Παπαζάχος.
Κάθε χρόνο ο Κορινθιακός κόλπος ανοίγει περίπου ένα εκατοστό. Είναι η δεύτερη πιο σεισμογενής περιοχή στην Ελλάδα μετά τα Ιόνια νησιά και αυτό είναι ένα γεγονός που χρειάζεται προσοχή σε επίπεδο προετοιμασίας.
Ο πρόσφατος σεισμός ήταν ένα φαινόμενο που φαίνεται να έχει ολοκληρωθεί με ησυχία. Αν το γεγονός ότι δεν υπήρξε μετασεισμική ακολουθία σημαίνει ότι μπορεί να έρθει ένας ισχυρότερος σεισμός, είναι απλά μια υπόθεση. Δεν υπάρχουν σοβαρά στοιχεία για να πούμε κάτι συγκεκριμένο.
Οσο για τις πληροφορίες για υποχώρηση των νερών στην περιοχή του Κορινθιακού κόλπου, τα νερά αλλάζουν στάθμη, έχει συμβεί και στον Ατλαντικό και στη Μεσόγειο. Τα ρήγματα είναι γνωστά, υπάρχει σωρεία μελετών, αλλά και στοιχεία από την αρχαιότητα, ακόμα και υποθαλάσσιες πόλεις.