Γράφει η Αγγελική Εκμετζόγλου
Κατεβήκαμε στη θάλασσα. Στην άμμο κάθισαν οι αναμονές των εντυπώσεων κι όλα τα συνοδευτικά της χαράς και της χάρης μιας μέρας του καλοκαιριού. Περιπλανήθηκαν τα βλέμματά μας στο ακρογιάλι. Στον βρεγμένο ως τη μέση βράχο. Στα δέντρα ψηλά που έφταναν μέχρι τα ριζά του βουνού και στους αιώνες που νιώθαμε να αναπαύονται στη δροσιά της αδιάκοπης κίνησης. Ύστερα στο πέλαγος. Ώσπου η μοναξιά τύλιξε τα σώματα.
Μετά μια ηλικία ή έναν βαρύ χειμώνα είναι κανόνας να σβήνουν τα πρόσωπα στη γαλανή αιωνιότητα, να χάνεται κάθε άλλος. Μένουμε μόνοι μπροστά στη θάλασσα. Σαν σε εξομολογητήριο. Εμείς και η δυσανάγνωστη αλήθεια μας.
Απομονωμένοι από την παρέα, αφηνόμαστε λίγο λίγο στον μαγνητισμό της μέχρι την ολοκληρωτική παράδοσή μας. Θέλω να πω, μας υποβάλλει την ανάγκη της σύνδεσης μαζί της, τον συντονισμό μας με την ενέργεια που μετατρέπεται σε όλες τις μορφές της ευφορίας πριν εισχωρήσει σαν πνεύμα ατίθασο, ακατανίκητο καταλαμβάνοντας και το τελευταίο κύτταρό μας. Όχι για να επιβεβαιώσει την επικυριαρχία της. Αλλά για να βάλει στις ιστορίες που μας διηγείται και κάτι απ’ τη δική μας φωνή, μήπως και την ακούσουμε επιτέλους δυνατή και σίγουρη να αντηχεί με το φλοίσβο και το μελωδικό συριγμό της.
Η αλμύρα λαίμαργα τρώει τους καθησυχασμούς που καλλιεργεί η ανασφάλεια και πολλαπλασιάζουν οι καθρέφτες της ματαιοδοξίας μας. Διαλύει κάθε επινοημένη εικόνα μας για κατανάλωση στο θέατρο του κόσμου, που γίνεται δεύτερη φύση με τις επαναλαμβανόμενες προβολές, με τις έκτακτες λήψεις της, τις εκπαιδευμένες να προηγούνται της σκιάς μας, ανώφελα πάντα.
Μένουμε γυμνοί «εμείς» μέσα σε μια θεία σιωπή που μιλάει ήρεμα στη γλώσσα του νερού χωρίς ούτε ένας φθόγγος να χωράει σε σελίδες ή οθόνες. Μιλάει και δείχνει την αλήθεια την κρυμμένη στον πυρήνα μας που ελευθερώνεται και ρέει με την απεραντοσύνη, περπατάει στην επιφάνεια, βυθίζεται στη σοφία του βυθού, καρφώνεται λυτρωτικά στις αφρισμένες άκρες των κυμάτων κι επιστρέφει.
Κι επιστρέφοντας δεν αφήνει λευκά σημεία, καμιά ερώτηση ορφανή. Η επαφή με το υγρό της σώμα ενεργοποιεί την επαφή με τον εαυτό μας. Και η ενατένισή της βγάζει με έναν τρόπο μαγικό στην παρατήρηση μέσα μας. Εκεί που είναι σπαρμένες όλες οι ζωτικές απαντήσεις. Και το σκοτάδι μας γίνεται φως. Ένα δυνατό φως να διακρίνουμε τα αγνοημένα χρώματά μας, να αναζητήσουμε τον αγνοούμενο εαυτό μας.