της Αλεξάνδρας Γκίτση
Παραγωγική παρουσία και στην Βοιωτία αποκτά από τις αρχές της χρονιάς η εταιρεία πουλερικών Νιτσιάκος, η οποία διαθέτει μονάδες σε Ιωάννινα, όπου είναι και η έδρα της, Άρτα και Νιγρίτα Σερρών.
Κοντά ένα χρόνο μετά την απόκτηση μέσω πλειστηριασμού τμήματος της εταιρείας Βιοκότ, η ηπειρώτικη εταιρεία πουλερικών η οποία δραστηριοποιείται και στο κομμάτι των ζωοτροφών (για κατοικίδια και για ζώα παραγωγής) αλλά και της παραγωγής κουνελιών και γαλοπούλας, πρόκειται να θέσει σε λειτουργία τη νέα της μονάδα παραγωγής πουλερικών που βρίσκεται στα Οινόφυτα μέσα στο επόμενο διάστημα. Μέσω αυτής της κίνησης, η Νιτσιάκος θα αυξήσει την παραγωγική της δυναμικότητα στο 1 εκατομμύρια κοτόπουλα την εβδομάδα από 750.000 που είναι σήμερα.
Τι σημαίνει αυτό; Πέρα από το προφανές, δηλαδή το άνοιγμα της ψαλίδας σε επίπεδο παραγωγικής δυναμικότητας από τον δεύτερο παίκτη της αγοράς, που με βάση τα όσα ανέφερε η διευθύντρια sales & marketing της εταιρείας Μαριλένα Νιτσιάκου στο πλαίσιο ενημερωτικής συνάντησης με δημοσιογράφους η παραγωγική ικανότητα της Νιτσιάκος θα είναι διπλάσια από τη δυναμικότητα του δεύτερου παίκτη του κλάδου, διαπραγματευτική ισχύ στις συμφωνίες που κάνει με το λιανεμπόριο αλλά και με τον κλάδο της μαζικής εστίασης.
Παραγωγική δυναμικότητα την οποία σκοπεύει να ενισχύσει περαιτέρω το προσεχές διάστημα.
Πληροφορίες του Capital.gr αναφέρουν πως η εταιρεία εξετάζει ευκαιρίες που υπάρχουν στον κλάδο, αρκετές εταιρείες του οποίου λύγισαν υπό το βάρος του προστίμου ύψους 40 εκατ. ευρώ που επέβαλε το Καλοκαίρι του 2014 η Επιτροπή Ανταγωνισμού σε 13 πτηνοτροφικές επιχειρήσεις και στον Σύνδεσμο Πτηνοτροφικών Επιχειρήσεων Ελλάδας γιατί έκρινε ότι την περίοδο 1996-2010, ακολουθούσαν εναρμονισμένη πρακτική τιμών και είχαν συνεννοηθεί να κατανείμουν την αγορά.
Εκτός από την παραγωγή και διάθεση στην αγορά νέων προϊόντων, όπως είναι το μαύρο κοτόπουλο που η εταιρεία έριξε στην αγορά πριν από ένα χρόνο, η Νιτσιάκος στοχεύει και στην ενίσχυση των εξαγωγών της. Ανοδική πορεία στην εσωτερική και στις διεθνείς αγορές η οποία αποτυπώνεται και στα οικονομικά της μεγέθη τα οποία ωθούνται και από τη δραστηριότητα των ζωοτροφών που αποτελεί το 40% του τζίρου του ομίλου.
Εφέτος οι πωλήσεις της αναμένεται να αγγίξει τα 300 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 26% σε σχέση με το 2015, και σχεδόν διπλάσιες με αυτές που είχε εμφανίσει το 2013, ενώ αντίστοιχη πορεία ακολουθεί και ο αριθμός του απασχολούμενου προσωπικού της ο οποίος ανέρχεται πλέον στα 1.100 άτομα από 600 άτομα που ήταν προ τριετίας.