Γράφει η Τζόρτζια Παπαλάμπρου-Χίνταλ
Μερικά χρόνια πριν έπινα τον καφέ μου, στην καφετέρια δίπλα από το Delicatessen ενός μεγάλου πολυκαταστήματος, με τη Michelle που εκείνο τον καιρό για να μαζέψει χρήματα για τις σπουδές της δούλευε σαν picolline σε μια νομική εταιρεία. Οι περισσότερες εταιρείες στη Δανία παρέχουν το κολατσιό των εργαζομένων τους, συνήθως με τη μορφή Brunch μέσα στο χώρο εργασίας. Αυτή ήταν κυρίως η δουλειά της Michelle να φροντίσει να μη λείπει τίποτα από το τραπέζι του κολατσιού. Πήγαινε λοιπόν στο πολυκατάστημα να ψωνίσει φρούτα, τυριά, αλλαντικά, σαλάτες, οικολογικό τσάι, καφέ, κέικς. Στη συνέχεια τα τοποθετούσε όμορφα στο τραπέζι και στο τέλος καθάριζε και έπρεπε να πετάξει ότι είχε απομείνει.
Το πρόβλημα ήταν πως η Michelle δεν μπορούσε να πετάξει καθαρά ανέγγιχτα τρόφιμα δίχως τύψεις. Ναι μπορεί η μπανάνα να είχε μαυρίσει λίγο η φλούδα της αλλά μπορούσε όμως να φαγωθεί. Ακόμη και λίγες μέρες αργότερα όταν ωρίμαζε περισσότερο μπορούσε κάποιος να φτιάξει ψωμί μπανάνας, muffins ή μπισκότα. Τα αλλαντικά και τα τυριά ακόμη και όταν δεν ήταν πλέον σούπερ φρέσκα για σάντουιτς, ήταν ακόμη κατάλληλα, για πίτσες, ομελέτες, σουφλέ. Ακόμη και το φρέσκο γάλα που έχει λήξει μια και δύο ημέρες είναι ακόμη κατάλληλο για ρυζόγαλο. Έτσι η Michelle έπαιρνε μαζί της ότι απέμενε. Άρχισε να ψήνει και καλούσε φίλες της να φάνε μαζί , συνειδητοποιώντας παράλληλα το μέγεθος της τραγικά μεγάλης ποσότητας του φαγητού που πετάμε.
Πρόσφατα ενθουσιασμένη, μου θύμισε εκείνη τη συζήτηση που είχαμε τότε και μου είπε για τα Super Market που πουλάνε φαγητό, που όπως εμείς θα λέγαμε Β’ διαλογής. Όχι πάντα φρεσκότατο αλλά ακόμη κατάλληλο να καταναλωθεί. Σε πολλές περιπτώσεις είναι απλώς θέμα συσκευασίας, αν για παράδειγμα ένα κουτί γάλα εβαπορέ ή μια κονσέρβα είχε χτυπηθεί λίγο ή μια ετικέτα από μια μαγιονέζα είχε ξεκολλήσει, θα απομακρύνονταν από τα ράφια των Delicatessen markets και θα πετιόνταν μαζί με όλο το περιεχόμενο.
Φαίνεται πως αυτές οι μικρές συζητήσεις από εμάς και άλλους έγιναν προσευχές που εισακούσθηκαν από την Dan Church Aid, τη Δανέζικη Εκκλησία Βοήθειας που πιστεύει στην “Ζωή Πριν Το Θάνατο”.
Όλος αυτός ο όγκος κατάλληλου φαγητού που πετάμε στα σκουπίδια, αξίας 1,3 δις ετησίως ενώ ταυτόχρονα 795 εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο πεινάνε, είναι η μεγαλύτερη απόδειξη της αμετροέπειας της σύγχρονης κοινωνίας που κλονίζει την παγκόσμια ισορροπία.
Η DCA παίρνει δράση με τη δημιουργία των WeFood, των Super Market ληγμένων τροφίμων, όπου δε σημαίνει απαραίτητα πως είναι ληγμένα, αλλά σε κάθε περίπτωση κατάλληλα να καταναλωθούν με ασφάλεια. Ο έξυπνος λοιπόν και ευαισθητοποιημένος καταναλωτής αντιλαμβάνεται την ελπίδα και τη σημασία αυτής της προσπάθειας, μιας και η πείνα είναι αναπόφευκτη συνέπεια της φτώχειας και ταυτόχρονα το πιο γκροτέσκο παράδειγμα της αδικίας του κόσμου μας.
We Food γιατί Μαζί αλλάζουμε τον κόσμο!