Του Νώντα Χαλδούπη
Αίσθηση προκαλεί η δήλωση του πρωθυπουργού στο Reuters ότι προσβλέπει σε κλείσιμο-εξπρές της δεύτερης αξιολόγησης πριν από το τέλος Οκτωβρίου, τη στιγμή που η κυρίαρχη αντίληψη των αναλυτών διεθνών χρηματοπιστωτικών οίκων θέλει την αξιολόγηση να καθυστερεί ως τα τέλη του α’ τριμήνου 2017. Μια δήλωση πίσω από την οποία κρύβεται πλούσιο διπλωματικό παρασκήνιο.
Παρότι είναι γενική η εντύπωση ότι οι καθυστερήσεις που ήδη σημειώνονται στα προαπαιτούμενα της πρώτης αξιολόγησης, αλλά και ο υψηλός βαθμός δυσκολίας ορισμένων θεμάτων της δεύτερης αξιολόγησης, κυρίως των εργασιακών, θα προκαλέσουν άλλο ένα «βραχυκύκλωμα» στις διαπραγματεύσεις με τους θεσμούς, ο Αλέξης Τσίπρας εμφανίσθηκε απρόσμενα αισιόδοξος ότι η δεύτερη αξιολόγηση θα κλείσει σε λίγες εβδομάδες.
«Από εδώ και στο εξής, κάθε αξιολόγηση θα είναι καθοριστική, αλλά ευκολότερη από την τελευταία» είπε στους δύο δημοσιογράφους του διεθνούς πρακτορείου. «Βιαζόμαστε για να βρεθούμε σε θέση να εκπληρώσουμε τα ορόσημα (σ.σ.: της πρώτης αξιολόγησης) στο τέλος του Σεπτεμβρίου, στις αρχές του Οκτωβρίου, στο προγραμματισμένο Eurogroup, ώστε στο τέλος του Οκτωβρίου να μπορέσουμε να ολοκληρώσουμε τη δεύτερη αξιολόγηση» ανέφερε.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το Μαξίμου έχει αντιληφθεί από τον Αύγουστο ότι στήνεται «παγίδα» από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών για να ακυρωθεί η δέσμευση του Eurogroup του Μαΐου ότι, ως το τέλος του έτους, θα έχουν συμφωνηθεί τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, ώστε να εγκρίνει και το συμβούλιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου τη συμμετοχή του στο τρίτο ελληνικό πρόγραμμα σταθεροποίησης.
Ενόψει των γερμανικών εκλογών του φθινοπώρου, όπου οι Χριστιανοδημοκράτες απειλούνται από το ξενοφοβικό και ευρωσκεπτικιστικό κόμμα AfD, ο υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, επιδιώκει να είναι αυστηρά τεχνοκρατική και «σκληρή» για την ελληνική κυβέρνηση η δεύτερη αξιολόγηση από τους θεσμούς, ώστε να υπάρξουν καθυστερήσεις πέραν του τέλους του έτους και να μπορεί να ισχυρισθεί ότι η εφαρμογή της συμφωνίας του Μαΐου θα πρέπει να αναβληθεί ως τα τέλη του 2017, επειδή η ελληνική πλευρά δεν υλοποιεί τις δικές της δεσμεύσεις για μεταρρυθμίσεις.
Την πεποίθηση του πρωθυπουργού ότι πρέπει πάση θυσία να ακυρωθούν αυτά τα σχέδια του Βερολίνου ενίσχυσαν οι επαφές που είχε τις τελευταίες ημέρες στις ΗΠΑ, με σημαντικότερη τη συνάντηση με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο, Τζο Μπάιντεν. Σύμφωνα με πληροφορίες, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι εξήγησαν στον Έλληνα πρωθυπουργό ότι:
- Αν και παραμένουν σταθεροί στη θέση τους υπέρ της άμεσης και ουσιαστικής (“meaningful”, κατά τον κ. Μπάιντεν) ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους υπάρχουν σοβαροί πολιτικοί περιορισμοί στις δυνατότητες που έχει η διοίκηση Ομπάμα να παρέμβει υπέρ της Ελλάδας στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές.
- Ο βασικότερος περιορισμός απορρέει από τις εκλογές του Νοεμβρίου: η διοίκηση Ομπάμα αποχωρεί στα τέλη Δεκεμβρίου από την Ουάσιγκτον. Έτσι, υπάρχει ένα πολύ μικρό «παράθυρο ευκαιρίας» για παρεμβάσεις (στην καλύτερη περίπτωση ένα δίμηνο) και αν καθυστερήσει η δεύτερη αξιολόγηση το «παράθυρο» θα κλείσει και θα χρειασθούν πολλοί μήνες μέχρι να αποφασίσει η επόμενη διοίκηση αν θα συνεχίσει να πιέζει τους Ευρωπαίους για το ελληνικό χρέος.
- Επιπλέον, αν το Ταμείο δεν έχει εγκρίνει ως το τέλος του έτους, ύστερα από μια ελάφρυνση του χρέους, τη συμμετοχή του στο τρέχον πρόγραμμα, στην Ουάσιγκτον εκτιμούν ότι πιθανότατα θα τεθεί οριστικά εκτός προγράμματος, διατηρώντας μόνο ένα συμβουλευτικό ρόλο, στο πλαίσιο των θεσμών. Αυτό θα σημαίνει, όμως, ότι η επόμενη αμερικανική διοίκηση, ακόμη και αν θέλει να υποστηρίξει την Αθήνα, θα έχει χάσει τις δυνατότητες έμμεσης παρέμβασης στις συζητήσεις, μέσω του ΔΝΤ, και στους θεσμούς των δανειστών θα κυριαρχούν απόλυτα οι Ευρωπαίοι, κάτι που θα διευκολύνει την προσπάθεια της Γερμανίας να μεταθέσει μετά το τέλος του προγράμματος, το 2018, τις αποφάσεις για το χρέος.
Σε αυτό το πλαίσιο, το μήνυμα που έλαβε ο πρωθυπουργός από τους Αμερικανούς συνομιλητές του ήταν να κλείσει με αστραπιαίες κινήσεις τη δεύτερη αξιολόγηση, ώστε στο τελευταίο δίμηνο της θητείας του ο πρόεδρος Ομπάμα να μπορέσει να παρέμβει αποφασιστικά για την ελάφρυνση του χρέους, έχοντας να υποστηρίξει βάσιμα ότι η Ελλάδα τηρεί τις δεσμεύσεις της και θα πρέπει να κάνει το ίδιο η Ευρώπη.
Πρέπει να σημειωθεί, τέλος, ότι το κλίμα στις ΗΠΑ για το ελληνικό θέμα και, ευρύτερα, για τα ζητήματα της ευρωζώνης, είναι σφόδρα αντιγερμανικό και ευνοεί μια δυναμική παρέμβαση Ομπάμα. Χαρακτηριστικό είναι εκτενές άρθρο του κορυφαίου οικονομολόγου Έντουιν Μ. Τρούμαν (επί 20ετία ανώτατο στέλεχος της Fed και υφυπουργός διεθνών οικονομικών υποθέσεων στη δεύτερη θητεία Κλίντον) για το Ινστιτούτο Πίτερσον: ο Τρούμαν εξαπολύει σφοδρότατη επίθεση στους Ευρωπαίους για τις πολιτικές παρεμβάσεις που έκαναν στο ΔΝΤ, ώστε να διαμορφωθεί σύμφωνα με τις υποδείξεις τους το πρώτο ελληνικό πρόγραμμα,.
Υπογραμμίζει, επίσης, απαντώντας στις γερμανικές θεωρίες περί «σπάταλων χωρών», ότι η κρίση στην Ελλάδα και στις άλλες ευρωπαϊκές χώρες που μπήκαν σε προγράμματα, όπως και στην Ιταλία, που τελικά το απέφυγε, δεν είναι, στην πραγματικότητα, κρίσεις εθνικού χαρακτήρα, αλλά μέρος της μεγάλης κρίσης που δημιούργησε η στρεβλή αρχιτεκτονική της νομισματικής ένωσης.