Δεν υπάρχουν πολλοί χρήστες της ελληνικής γλώσσας που να γνωρίζουν τη σημασία της λέξης ευάριθμος κι αυτό υποκρύπτει ίσως μια αξιοσημείωτη ειρωνεία: ευάριθμος σημαίνει ολιγάριθμος.
Ας το δούμε αναλυτικά. Το ευάριθμος είναι μια σύνθετη λέξη, που αποτελείται από το ευ και το αριθμός. Το ευ είναι ένα κοινό επίρρημα με ευρεία χρήση σε όλες τις διαλεκτικές μορφές και τις χρονικές περιόδους της ελληνικής γλώσσας, που σημαίνει καλώς, αλλά και πολύ και εύκολα. Η σύγχυση σχετικά με τη σημασία της λέξης ευάριθμος προέρχεται από τη χρήση του ευ με την έννοια του πολύ, ενώ στην πραγματικότητα προσδιορίζει τον αριθμό με την έννοια του εύκολα.
Έχουμε δηλαδή σύμφωνα με τον Γ. Μπαμπινιώτη: ευάριθμος -> ευ + αριθμός = αυτός που εύκολα μετράται, ολιγάριθμος, λίγος. Π.χ. «Ευάριθμοι μόνο ακροατές παρακολούθησαν τη διάλεξη». Παρά το αντίθετα ευρέως θεωρούμενο, ευάριθμος είναι λοιπόν αυτός που μπορεί να μετρηθεί εύκολα και από την άποψη αυτή ο ολιγάριθμος. Ένας τρόπος για να το θυμάστε οριστικά είναι να σκέφτεστε ότι το ευάριθμος είναι το αντίθετο του πολυάριθμος – όπως το αρχαίο ευαρίθμητος αντίθετο του αναρίθμητος.
Για την αναζήτηση της αιτίας που έχει προκαλέσει τη σύγχυση στη χρήση της λέξης ευάριθμος, πιθανώς πρέπει να καταφύγουμε στη σημασιολογική συγγένεια του καλώς, του πολύ και του εύκολα, που στις περισσότερες περιπτώσεις στη λαϊκή γλώσσα και στο λαϊκό φρόνημα ταυτίζονται, καθώς κάτι που υπάρχει σε αφθονία συνήθως θεωρείται καλό και η πρόσβαση σ’ αυτό είναι εύκολη. Σίγουρα στον μεγαλύτερο βαθμό έχουν συμβάλει στην επίταση της σύγχυσης αντίστοιχα επίθετα που σχηματίζονται με το ευ (όπως το εύρωστος, το εύπορος, το ευήλιος, το ευτυχής, το ευπροσήγορος), όπου όμως το ευ προσδιορίζει τις έννοιες με το καλώς ή το πολύ.
Από φιλοσοφική άποψη δεν είναι εναργές αν το πολύ ή το λίγο είναι ο θετικός πόλος στο ζεύγος αντιθέτων που ορίζουν το σύμπαν, σύμφωνα με τον προσωκρατικό Παρμενίδη. Ούτε ο Μίλαν Κούντερα που επικαλείται τον μεγάλο φιλόσοφο μας διαφωτίζει στον πρόλογο του περίφημου μυθιστορήματός του «Η αβάσταχτη ελαφρότητα του είναι», όπου πραγματεύεται την αντίστοιχη αναρώτηση για το βαρύ ή ελαφρύ με τούτα τα λόγια:
“Πρόκειται για το ερώτημα που έθεσε ο Παρμενίδης τον 6ο αιώνα π.Χ. Κατ’ αυτόν, το Σύμπαν είναι χωρισμένο σε ζεύγη αντιθέτων: το φως – το σκοτάδι, το παχύ – το λεπτό, το ζεστό – το κρύο, το είναι – το μη είναι. Θεωρούσε ότι ένας από τους πόλους της αντίφασης είναι θετικός (το φωτεινό, το ζεστό, το λεπτό, το είναι), ο άλλος αρνητικός.
Αυτός ο διαχωρισμός σε πόλους, θετικό και αρνητικό, μπορεί να μας φανεί παιδαριωδώς εύκολος. Εκτός από μία περίπτωση: τι είναι θετικό, το βάρος ή η ελαφρότητα; Ο Παρμενίδης απαντούσε: το ελαφρύ είναι θετικό, το βαρύ είναι αρνητικό. Είχε δίκιο ή όχι; Ιδού η απορία. Ένα πράγμα είναι βέβαιο. Η αντίφαση βαρύ-ελαφρύ είναι η πιο μυστηριώδης και η πιο διφορούμενη απ’ όλες τις αντιφάσεις”.
Πιο πίσω στον τεράστιο και εν πολλοίς αναξιοποίητο «Κήπο Σοφίας», που συγκροτούν οι αρχαιοελληνικές προσωκρατικές φιλοσοφικές θεωρίες, οι Πυθαγόρειοι διακήρυσσαν ότι η αρχή των όντων βρίσκεται σε δέκα “ζεύγη εναντίων” που συντελούν στην αρμονία του Σύμπαντος:
πέρας – ἄπειρον
περριτόν – ἄρτιον
ἕν – πλῆθος
δεξιόν – ἀριστερόν
ἄρρεν – θῆλυ
ἠρεμοῡν – κινούμενον
εὐθύ – καμπύλον
φῶς – σκότος
ἀγαθόν – κακόν
τετράγωνον – ἑτερόμηκες.
Καθώς η αριστερή στήλη συνδέεται με το αγαθό και η δεξιά με το κακό, είναι φανερό ότι οι πυθαγόρειοι προκρίνουν το εν έναντι του πλήθους.
Στη λαϊκή θυμοσοφία, με μια πρόχειρη αναδίφηση, μπορούμε να ανασύρουμε φράσεις όπως «λίγοι και καλοί» ή όμορφα δημοτικά τραγούδια, όπως
«είμαστε οι δόλιοι λιγοστοί,
λίγοι και διαλεγμένοι».
Από την άλλη πλευρά, και πάντα σε λαϊκό επίπεδο, η πρώτη ερώτηση που θα απευθύνει κάποιος όταν πληροφορηθεί για μια πολιτική συγκέντρωση ή για μια κοινωνική εκδήλωση ή ακόμη και για μια βόλτα σ’ έναν κοσμικό προορισμό, είναι συνήθως «είχε πολύ κόσμο;» και τυχούσα καταφατική απάντηση λαμβάνεται πάντα ως ένδειξη επιτυχίας ή αποδοχής. Σε όλες τις περιπτώσεις αμετάβλητο διαχρονικά παραμένει το γεγονός ότι οι εξαιρετικοί, οι ξεχωριστοί, οι εκλεκτοί, οι πρωτοπόροι, οι επαναστάτες είναι πάντοτε λίγοι. Ευάριθμοι. Ευάριθμοι είναι επιπλέον και οι ευαγγελιστές, οι κομιστές θετικών ειδήσεων. Σε αντίθεση με τους πολλούς, με τις μάζες, με το πλήθος, με τον όχλο.