Γράφει ο Δημήτρης Λάμπρου
Ολοκληρώσαμε στο προηγούμενο σημείωμα τα σχετικά με την εξάρτηση/εξάρτυση/εξάρτιση (δείτε εδώ http://viotia.blogspot.gr/2015/04/blog-post_3.html). Υπάρχει όμως κι ένα συχνό γραμματικό σφάλμα που συνδέεται με την ανεξαρτησία και ειδικότερα με το επίρρημα ανεξαρτήτως. Είναι από τα πιο συνηθισμένα λάθη στα σύγχρονα ελληνικά και υπάρχει σε πολλά γραπτά κείμενα. Ταυτόχρονα είναι από τα πλέον ενδεικτικά της ανεπάρκειας πολλών χρηστών της νεοελληνικής γλώσσας.
Ποιο είναι το σωστό; Ανεξαρτήτως ηλικίας ή ανεξαρτήτου ηλικίας; Ανεξαρτήτως χρώματος ή ανεξαρτήτου χρώματος; Ακόμα πιο καθαρά αναδεικνύεται το πρόβλημα όταν χρησιμοποιούμε κοινές στον καθημερινό λόγο φράσεις: «Ολοι πρέπει να υποστηρίξουμε τον συγχωριανό μας στις εκλογές , ανεξαρτήτως ιδεολογίας» ή «Ολοι πρέπει να υποστηρίξουμε τον συγχωριανό μας στις εκλογές, ανεξαρτήτου ιδεολογίας»;
Το ορθό είναι το «ανεξαρτήτως ηλικίας», «ανεξαρτήτως χρώματος» και το «ανεξαρτήτως ιδεολογίας» καθώς η σωστή σύνταξη είναι επίρρημα+γενική και όχι επίθετο +γενική.
Αυτό είναι έτσι, δεν χρειάζεται επεξήγηση. Όμως με την ευκαιρία των δύο άρθρων για την «εξάρτηση και το ανεξαρτήτως» θέλω να διευκρινίσω μερικά πράγματα που είναι κοινός τόπος στις θεωρητικές αναζητήσεις των διεθνών σχέσεων αλλά απουσιάζουν τόσο απελπιστικά από τον δημόσιο διάλογο.
Με αφορμή την οικονομική κατάρρευση της χώρας πληθαίνουν οι φωνές που ζητούν ανεξάρτητη εθνική πολιτική, χωρίς δεσμεύσεις και χωρίς εξαρτήσεις. Κι ενώ επανέρχεται στην επικαιρότητα με ένταση και μάλιστα καθίσταται κάθε μέρα περισσότερο δημοφιλές το αίτημα για «εθνική ανεξαρτησία» έχω την αίσθηση ότι για μια ακόμη φορά δεν έχουμε συμφωνήσει στους ορισμούς. Κι αν ανεξαρτησία σημαίνει την απουσία εξάρτησης ποια είναι η έννοια της εξάρτησης και ποια της αλληλεξάρτησης;.
Αλληλεξάρτηση μεταξύ δύο ή περισσοτέρων οντοτήτων στις διεθνείς σχέσεις ορίζεται η ικανότητα καθεμιάς από αυτές να επηρεάζει την άλλη ή τις άλλες με διαφόρους τρόπους αλλά και να επηρεάζεται από αυτές. Πρόκειται για μια σχέση αναλογικής ισορροπίας που περιορίζει την αυτονομία των μερών αλλά έχει προφανή οφέλη για εκείνα.
Εξάρτηση στη διεθνολογική ορολογία νοείται η υπαγωγή μιας πολιτικής οντότητας στην εξουσία μιας άλλης και η από την υποταγή αυτή προκύπτουσα εκμετάλλευση και γενικός έλεγχος της πρώτης. Σε αντίθεση με την αλληλεξάρτηση που προϋποθέτει ένα ελάχιστο αμοιβαιότητας η εξάρτηση μορφοποιεί μια σχέση κατά την οποία η μεταβολή στο ένα μέρος έχει σημαντικές συνέπειες και στο άλλο χωρίς να ισχύει το αντίστροφο –τουλάχιστον όχι πάντα.
Στο πλαίσιο αυτό ενδιαφέρων είναι ο προβληματισμός για τη θέση της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα και ειδικότερα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Εχει αναπτυχθεί μεγάλη συζήτηση για το αν η χώρα μας είναι αλληλεξαρτώμενη ή εξαρτημένη, συζήτηση που φωτίζεται διαφορετικά σήμερα από τη δεινή κατάσταση και την οικονομική ασφυξία στην οποία έχει περιέλθει.
Η απάντηση είναι δύσκολη και σίγουρα δεν αποτελεί μέρος ενός άρθρου για τη γλώσσα. Όμως », εκκινώντας από τη γλωσσική αφορμή και περνώντας σε μια εννοιολογική προσέγγιση, θα επιχειρήσω να δώσω μια περίληψη της θεωρίας της «εξάρτησης όπως αυτή συστηματοποιήθηκε από κοινωνιολόγους και οικονομολόγους των χωρών του Νότου -ιδίως της Λατινικής Αμερικής- στα τέλη του 20ού αιώνα καθώς κατά πολλούς εφαρμόζει με τις ανάλογες προσαρμογές στην σημερινή ελληνική πολιτική και οικονομική πραγματικότητα .
Τα προβλήματα της οικονομικής ανάπτυξης στις χώρες της περιφέρειας τείνουν να αποδίδονται από τους δυτικούς τεχνοκράτες της πολιτικής και της οικονομίας σε μια σειρά από παράγοντες που αφορούν στους θεσμούς και τις δομές αυτών των κρατών. Ετσι, κατά τη δυτική ανάλυση, τα υπαρκτά προβλήματα της διαφθοράς και της ανεπάρκειας της διοίκησης αλλά και της χαμηλής επαγγελματικής ποιότητας του πληθυσμού –παθογένειες που φωτογραφίζουν και την Ελλάδα- καθώς και άλλα όπως ο υπερπληθυσμός και η άνιση κατανομή του πλούτου θεωρούνται ευρέως ως αιτίες της υπανάπτυξης και της οικονομικής καθυστέρησης στις χώρες της περιφέρειας.
Οι θεωρητικοί της «εξάρτησης» όμως ισχυρίζονται ότι το πρόβλημα της οικονομικής οπισθοδρόμησης βρίσκεται στην ίδια τη δομή του διεθνούς συστήματος που είναι κατασκευασμένο έτσι ώστε από το παγκόσμιο εμπόριο να κερδίζει ο βιομηχανικός βορράς πάντοτε. Και πως η περιφέρεια και το κέντρο του διεθνούς συστήματος είναι από τη λειτουργία τους διαφορετικά – η περιφέρεια εξυπηρετεί τα συμφέροντα του κέντρου.
Αν όλα αυτά μεταφερθούν στην Ε.Ε. προκύπτουν ενδιαφέρουσες αναλογίες μεταξύ του βιομηχανικού κέντρου στην προτεσταντική Βόρεια Ευρώπη και του καθυστερημένου Νότου που επιπλέον είναι και υπερχρεωμένος. Φυσικά δεν είναι παραγωγικά τα βιαστικά συμπεράσματα ούτε οι χρεοκοπίες έχουν μονοσήμαντες αιτίες.
Εκείνο που είναι βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα έχει άμεση ανάγκη από ριζικές αλλαγές αν θέλει να συνεχίσει να συγκαταλέγεται στα ανεπτυγμένα έθνη. Κι αυτές οι αλλαγές πρέπει να γίνουν τώρα. Aνεξαρτήτως κόστους.