Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τελευταία Νέα

του Δημήτρη Λάμπρου

Υπάρχει μια τρομακτική θεωρία που κανείς δεν θέλει να ακούσει: η μουσική είναι η πιο αποτελεσματική μορφή πολιτιστικής διείσδυσης και κατάκτησης μετά την Cola και τις ταινίες με super ήρωες που φοράνε κολάν. Οπου πατάει η παγκοσμιοποιημένη αρμονία δεν ξαναφυτρώνει τοπικό ιδίωμα. Κι όμως στην Ελλάδα συμβαίνει κάτι αλλόκοτα ελπιδοφόρο: η νεολαία -αυτή η περίφημη Gen Z που υποτίθεται πως τρώει μόνο ramen και βλέπει TikTok σε 3 ταχύτητες επιστρέφει στις ρίζες.

Και δεν μιλάμε για επιστροφή τύπου “τα παραδοσιακά είναι της μόδας”. Μιλάμε για kids που βάζουν σε loop ηπειρώτικα πολυφωνικά, που κάνουν sampling παραδοσιακά μοτίβα από τη Θράκη, που ραπάρουν πάνω σε ρυθμούς που παλιά έπαιζε ο παππούς τους στα πανηγύρια του χωριού. Ποιος το περίμενε ότι ο εχθρός των πολυεθνικών δεν θα ήταν ο ακτιβιστής με τις αλυσίδες αλλά ο απλός φοιτητής που τραγουδάει “Καίγομαι και σιγολιώνω” στο πάρτι της σχολής ή στην Ικαρία;

Στο μεταξύ, η mainstream μουσική βιομηχανία κάνει λες και πήρε franchise από την Amazon. Τα τραγούδια γράφονται με τον ίδιο τρόπο που σχεδιάζονται τα νέα πατατάκια: A/B testing, heatmaps, “δέκα δευτερόλεπτα hook αλλιώς next”. Το πρόβλημα; Το αποτέλεσμα είναι πάντα το ίδιο: global pop χυλός. Κάτι ανάμεσα σε κόκκινο νερό από κομπρεσέρ και απορρυπαντικό-καψουλα για τα συναισθήματα.

Κι ενώ όλοι περιμέναμε η αντίσταση να έρθει από κάνα πολιτισμικό Death Star, εμφανίζονται κάτι πιτσιρίκια με βιολιά, χτυπάνε μπουνιές στα beats και λένε στον αλγόριθμο: «όχι φίλε, σήμερα θα ακούσεις Ζαγορίσιο».

Αυτό δεν είναι απλώς χαριτωμένο. Είναι πολιτικό. Γιατί όταν δεν θες να τραγουδήσεις αυτό που σου πλασάρει το σύστημα αλλά αυτό που σου έμαθε η γιαγιά σου στις γιορτές τότε έχεις ήδη πει ένα “όχι” στο παγκόσμιο manual. Η παράδοση δεν είναι ξεσκονισμένο μουσείο είναι ασπίδα. Είναι σαν να φοράς κράνος σε πόλεμο πληροφορίας μόνο που το κράνος είναι νταούλι.

Ας μην γελιόμαστε: η μουσική είναι πλέον όχημα. Δεν μεταφέρει μόνο ήχο -μεταφέρει ιδεολογία. Όταν ακούς την ίδια τσιχλόφουσκα σε 190 χώρες τότε κάτι δουλεύει πολύ καλά για κάποιον… αλλά όχι για εμάς. Η πραγματική μουσική που αγαπά τον τόπο της μιλάει τη γλώσσα της κοινότητας, δεν είναι εξαγώγιμη σαν σαμπουάν. Δεν φτιάχνεται σε εργοστάσιο. Δεν χρειάζεται δεκαπέντε παραγωγούς για να σου πει «πώς νιώθει». Χρειάζεται έναν άνθρωπο με κάτι να πει και τον δρόμο για να το πει.

Και κάπου εκεί είναι που ξεκινάει η πραγματική μουσικολογική τραγωδία. Οι δισκογραφικές; Απλώς παρωχημένες. Οι μεγάλοι promoters; Επαγγελματίες της απογοήτευσης. Με budgets που χωράνε σε excel αλλά όχι σε καρδιές.

Και το τραγούδι; Σήμερα γεννιέται μόνο αν περάσει πρώτα από meetings  marketing. Δεν είναι πια δημιουργία είναι προϊόν. Θέλεις ένα ρεφρέν που θυμίζει το προηγούμενο ρεφρέν που πήγε καλά. Θέλεις “hook” στο πρώτο δεκάρι δευτερολέπτων γιατί αλλιώς φεύγει το engagement. Κάθε κομμάτι μοιάζει βγαλμένο από brainstorming μιας ομάδας που δεν έχει αγγίξει όργανο πέρα από το ποντίκι. Και το τραγούδι τελικά δεν συγκλονίζει, στην καλύτερη ευχαριστεί ένα μέτριο γούστο. Δεν σε ταρακουνά -πιθανόν απλώς σε “ικανοποιεί”. Βασική αποστολή του;  Να μη σε τρομάξει, να σε νανουρίσει.

Γι’ αυτό και κάτι μαγικό συνέβη στο Καλλιμάρμαρο τις προάλλες. Όχι επειδή εμφανίστηκε ο Νταλάρας (ο οποίος, μεταξύ μας, φαίνεται πιο ανθεκτικός κι από το ΠΑΣΟΚ), αλλά επειδή κάλεσε επί σκηνής κάτι άγνωστους 16χρονους να παίξουν Θεοδωράκη. Χωρίς auditions. Χωρίς χορηγό. Χωρίς influence plan. Απλώς γιατί το ένιωσε. Και το ένιωσαν κι αυτοί. Και το ένιωσε κι ο κόσμος. Γιατί έτσι χτίζεται η αντίσταση: με κανονικούς ανθρώπους που αγαπούν κανονικά τραγούδια σε μια κανονική βραδιά που ξαφνικά γίνεται ιστορία.

Και ξέρεις τι φοβούνται πιο πολύ οι πολυεθνικές; Όχι τους ριζοσπάστες. Τους απλούς. Αυτούς που χωρίς να το καταλάβουν χαλάνε το σχέδιο επειδή αποφάσισαν να πουν το δικό τους τραγούδι -όχι το δικό σου jingle.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *