Μετάβαση στο περιεχόμενο

Τελευταία Νέα

του Δημήτρη Λάμπρου

Στην επιφάνεια όλα μοιάζουν απλά: μερικοί θέλουν να δουν τους Metallica, μερικοί δεν θέλουν ή δεν μπορούν. Άλλοι γκρινιάζουν για τις τιμές, άλλοι αγοράζουν πρώτοι και περηφανεύονται. Κάποιοι θυμούνται τα ’90s, κάποιοι κάνουν μαθηματικά για το αν τους συμφέρει να πάνε Βουλγαρία.

Όμως κάτω από αυτή την επιφάνεια, υπάρχει κάτι πιο βαθύ: μια αισθητική σύγκρουση που είναι ταυτόχρονα και σύγκρουση ταυτοτήτων.

Στην Ελλάδα –αλλά όχι μόνο– η αισθητική έχει πάψει προ πολλού να είναι απλή προτίμηση. Είναι δήλωση. Είναι σύνορο. Δεν ακούς απλώς κάτι: είσαι αυτό που ακούς. Δεν φοράς κάτι: σηματοδοτείς ποιος είσαι, σε ποιον απευθύνεσαι, από πού έρχεσαι. Η αισθητική γίνεται σημαιάκι σε έναν άτυπο αλλά διαρκή πολιτισμικό εμφύλιο, όπου οι στρατοί δεν έχουν όπλα – έχουν playlists, events και ειρωνικά σχόλια στα social.

Στις αισθητικές συγκρούσεις της εποχής δεν παίζεται απλώς το γούστο, αλλά η θέση. Η γενιά. Η τάξη. Η σχέση με το παρελθόν και η απέχθεια ή η λατρεία για το παρόν. Αν σου αρέσουν οι Metallica ποιοι Metallica; Του ’84 ή του ’96; Αν δίνεις 150 ευρώ για συναυλία είσαι golden boy ή θύμα; Αν δεν πας είσαι αντικαπιταλιστής ή απλώς broke;

Η αισθητική γίνεται πλέον κωδικοποίηση όλων των αντιφάσεων της εποχής: νοσταλγία vs. προσαρμογή, αυθεντικότητα vs. εμπορικότητα, λαϊκό vs. ελιτίστικο, παλιό vs. νέο.

Η μεγάλη επιστροφή των Metallica στην Αθήνα πάντως είναι γεγονός: το θρυλικό συγκρότημα θα εμφανιστεί στο ΟΑΚΑ στις 9 Μαΐου 2026, και η προπώληση των εισιτηρίων έχει ήδη ξεκινήσει ή τελειώσει; Οι τιμές ξεκινούν από 86,25 € και φτάνουν τα 550 € για το πολυπόθητο Snake Pit.

Και κάπου εδώ… ξεκινάει το πραγματικό σόου. Όχι πάνω στη σκηνή. Στα ελληνικά social media.

Γιατί, όπως πάντα, στην Ελλάδα η συναυλία ξεκινά πολύ πριν το πρώτο Enter Sandman –συγκεκριμένα στην κόλαση των σχολίων του Facebook και του X. Το live των Metallica δεν είναι μόνο μουσικό γεγονός. Είναι αφορμή για μια πλήρη χαρτογράφηση της κοινωνίας, μια ανελέητη καφενειακή σύγκρουση απόψεων, τάξεων και γενεών. Μια πολιτισμική καταιγίδα με φόντο ένα ροκ event.

Η μουσική είναι απλώς η αφορμή. Το πραγματικό θέμα είναι η νέα εποχή. Πέντε φυλές διέκρινα στα σχόλια:

Οι 5 φυλές της ψηφιακής αρένας

  1. Ο “Εγώ το ’93 με 7000 δραχμές”Το φάντασμα της μεταλλικής νιότης: Η ανακοίνωση ξύπνησε μνήμες. Οι “παλιοί” επανεμφανίστηκαν φορτωμένοι αναμνήσεις από τη συναυλία στη Νέα Σμύρνη -τότε που ο Hetfield είχε ακόμα μαλλί, το OAKA ήταν μακρινό όνειρο, και το εισιτήριο κόστιζε όσο ένα πακέτο Marlboro. Η νοσταλγία έγινε ξανά ύμνος ζωής, συνοδευόμενη από μια δόση αυτοϊκανοποίησης και μια κάποια αρθρίτιδα.
  2. Ο “86€; Πας Βουλγαρία και σου μένουν”: Με την ανακοίνωση των τιμών ξέσπασε η καθιερωμένη ψηφιακή οργή. Τα social media γέμισαν αριθμητικές εξισώσεις και ειρωνείες. Η συζήτηση μετατοπίστηκε από τη μουσική στην ταξική πρόσβαση στην κουλτούρα.
  3. Ο “Από το Master of Puppets και μετά, τέλος”Μουσικές γενεαλογίες: Οι Metallica δεν είναι μπάντα, είναι φρούριο. Και κάθε εποχή τους είναι εσωτερικό μέτωπο. Οι “αληθινοί” σταμάτησαν κάπου ανάμεσα στο Ride the Lightning και την εφηβεία τους. Οι “νέοι” υπερασπίζονται την εμπορική φάση των ’90s. Και ανάμεσά τους, κάποιοι απλώς θέλουν να πάνε στη συναυλία χωρίς να απολογούνται.
  4. Ο “Πήγαινε στον Βέρτη, ρε φλώρε”Η χαρτογράφηση της πολιτισμικής ειρωνείας: Ο ιντερνετικός σαρκασμός ως τρόπος ζωής. Εδώ, η ειρωνεία υποκρύπτει μικρότητα, κόμπλεξ, και μια διαρκή ανάγκη να τοποθετηθείς απέναντι στους “άλλους”. Το event γίνεται αφορμή για τον καθένα να αποδείξει γιατί εσύ δεν είσαι αρκετά cool ή είσαι υπερβολικά ποζεράς.
  5. Ο “150€; Ή με το ΠΑΣΟΚ ή με offshore”: Στην Ελλάδα όλα είναι πολιτική. Και σωστά. Το live γίνεται μεταφορά για κοινωνικά και ιδεολογικά σύνορα. Η τιμή του εισιτηρίου μεταφράζεται σε σχόλια για ταξικές διαφορές, αξίες και ανισότητες -γιατί ακόμη και το ποιος πάει σε συναυλία είναι τελικά πολιτικό.

Και η δική μου θέση;

Ως κάποιος που ανήκει στην ενδιάμεση γενιά θα το πω ευθαρσώς: θεωρώ ότι οι συναυλίες —συμπεριλαμβανομένων και των Metallica— είναι υπερτιμημένες. Δεν απαξιώνω τους καλλιτέχνες ή το έργο τους. Αλλά βλέπω ένα ευρύτερο φαινόμενο: μια κοινωνία που διψά όχι τόσο για την τέχνη όσο για τη συμμετοχή σε μια “στιγμή”. Η μαζική προσμονή, ο ενθουσιασμός που αγγίζει την υστερία δεν υποδηλώνουν υγιή καλλιτεχνική σχέση. Υποδηλώνουν ξεκάθαρα έλλειψη νοήματος και ανάγκη εκτόνωσης.

Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και σε άλλες μορφές τέχνης: παραστάσεις, εκθέσεις, φεστιβάλ -εμπορικά επιτυχημένα γεγονότα που σπάνιας ανταποκρίνονται ποιοτικά στην προσδοκία. Η αξία τους είναι κυρίως συμβολική: πήγες; ήσουν εκεί; το είδες; έβγαλες στόρι;

Πίσω από την επιτυχία τους δεν κρύβεται ουσία αλλά εικόνα. Εμπειρίες φτιαγμένες να αναρτηθούν όχι να βιωθούν. Τέχνη που δεν συγκινεί αλλά εντυπωσιάζει χαμηλού γούστου μαζικό κοινό. Και σε αυτή τη συνθήκη η πραγματική τέχνη χάνεται. Γιατί η ουσιαστική επαφή με την τέχνη απαιτεί ησυχία, βάθος, χρόνο, όχι likes και ουρές.

Η σημερινή κουλτούρα της μαζικής εκτόνωσης δεν αναζωογονεί την τέχνη -την φθείρει. Την κάνει ρηχή, προβλέψιμη, καταναλωτική. Και αυτό δεν είναι απλώς πολιτιστικό σχόλιο. Είναι δείγμα μιας συγκεκριμένης ιστορικής φάσης. Σε π΄ρωτη ανάγνωση ζούμε μέσα από θορυβώδεις στιγμές γιατί φοβόμαστε τη σιωπή. Και σε δεύτερη όταν παλιώσει η εκτόνωση θα ζητηθούν άλλα…

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *