Σαν ένα σίριαλ σε επανάληψη, η δημόσια διαμάχη Μητσοτάκη και Σαμαρά συνεχίζει να ξεδιπλώνεται, με το ερώτημα όμως να παραμένει: πώς ωφελεί αυτός ο άγονος καυγάς τη χώρα; Αντί να εστιάζουν στα μείζονα ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία, οι δύο πολιτικοί αναλώνονται σε προσωπικές συγκρούσεις και ανταλλαγές αιχμών. Κι ενώ τα εθνικά θέματα απαιτούν μια κοινή γραμμή, εκείνοι δίνουν προτεραιότητα σε «παιχνίδια εξουσίας» που υπονομεύουν την ουσία της πολιτικής ηγεσίας.
Αυτή η διαμάχη φέρνει στην επιφάνεια την απουσία στρατηγικής σκέψης και ενότητας, στοιχεία που είναι απαραίτητα όταν πρόκειται για την ασφάλεια και την προοπτική της χώρας. Η ειρωνεία, φυσικά, δεν λείπει: ενώ επικαλούνται συνεχώς την ευημερία της πατρίδας, οι ίδιοι γίνονται το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα διχασμού, με τη συμπεριφορά τους να παραπέμπει σε παλαιότερες εποχές κομματικής πόλωσης. Αφήνοντας τον ελληνικό λαό να αναρωτιέται τελικά αν, πέρα από τις εντυπώσεις και τις ιδεολογικές διαφορές, υπάρχει πραγματική διάθεση για προσφορά.
Ακόμα και τα ελληνοτουρκικά ζητήματα φαίνεται να λειτουργούν περισσότερο ως αφορμή παρά ως πραγματική αιτία της σύγκρουσης. Οι προσωπικές φιλοδοξίες και οι εσωτερικές ισορροπίες μοιάζουν να υπερτερούν, ενώ κανείς από τους δύο δεν έχει επιδείξει συνεπή, ανεξάρτητη εξωτερική πολιτική. Το αποτέλεσμα είναι ότι η πολιτική προσέγγιση της χώρας συνεχώς μεταβάλλεται ανάλογα με τις εσωτερικές αντιπαραθέσεις, αφήνοντας την Ελλάδα χωρίς ξεκάθαρη στρατηγική και την αίσθηση πως δεν υπερασπίζεται με ενότητα τα εθνικά της συμφέροντα.
Η αλήθεια είναι ότι όσο αυτοί οι δύο πολιτικοί παραμένουν αφοσιωμένοι στην εσωτερική αντιπαράθεση, η χώρα χάνει την λεπτή ισορροπία που είναι απαραίτητη για να αντεπεξέλθει στο ρευστό διεθνές περιβάλλον. Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής και στις κρίσιμες εθνικές προκλήσεις, η Ελλάδα χρειάζεται ηγέτες που να μπορούν να ξεπεράσουν τις προσωπικές αντιθέσεις, να προχωρήσουν στη σύνθεση ενός κοινού σχεδιασμού για μια ομόφωνα αποδεκτή στρατηγική και να κινηθούν με αποφασιστικότητα στην εφαρμογή της. Και αν δεν μπορούν να αντιληφθούν τα σημεία των καιρών, ίσως πρέπει να αναλογιστούν τι σημαίνει ηγεσία σε μια χώρα με τόσες προκλήσεις μπροστά της.
Σε κρίσιμες στιγμές, οι αντιπαραθέσεις και οι μικροπολιτικές αψιμαχίες δεν προσφέρουν τίποτα ουσιαστικό. Η ιστορία έχει δείξει ότι οι πραγματικοί ηγέτες γνωρίζουν πότε να βάζουν στην άκρη τις διαφορές και να εστιάζουν στα ουσιώδη. Αν αυτή η διαμάχη συνεχιστεί, η χώρα και οι πολίτες θα είναι οι μεγάλοι χαμένοι σε ένα θέαμα που, αντί για λύσεις, προσφέρει μόνο απογοήτευση.
Ο Κώστας Καραμανλής, που οι ηχηρές απουσίες του καταδεικνύουν οπωσδήποτε τη δυσαρέσκειά του για τους χειρισμούς της κυβέρνησης, είναι μια διαφορετική ιστορία. Για τα ελληνοτουρκικά, τον Κώστα Καραμανλή κα τις “κόκκινες γραμμές” θα επανέλθουμε.