Οι εξελίξεις στον ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν περισσότερο οργανωτικές παρά πολιτικές. Το ζήτημα φαίνεται να αφορά περισσότερο τη διανομή θέσεων και αξιωμάτων παρά πολιτική διαφωνία που να βασίζεται σε διαφορετική οπτική ή λογική αντιμετώπισης των συσσωρευμένων προβλημάτων της χώρας. Δεν μπορεί κανείς να ερμηνεύσει πολιτικά το φαινόμενο ΣΥΡΙΖΑ αν δεν εξετάσει το ιστορικό νήμα της ίδρυσης, της διατήρησης και της ανάπτυξης αυτού του πολιτικού ρεύματος ως ΚΚΕ Εσωτερικού. Κι αυτό όσο να ‘ναι είναι κομμάτι δύσκολο. Και επικίνδυνο.
Η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ με όλες τις μεταλάξεις διατήρησε την κληρονομιά της πολυπλοκότητας του ΚΚΕ Εσωτερικού, τόσο στα κίνητρα όσο και στις προσωπικότητες. Όμως στην πορεία απώλεσε την πολιτική συγκρότηση των παλαιότερων έμπειρων στελεχών και, άρα, την ικανότητα να διαμορφώνει στρατηγική, έστω και μέσα στα λιγότερο απαιτητικά πλαίσια μιας χλιαρής σοσιαλδημοκρατίας δέσμιας της επιβεβλημένης εξωτερικής πολιτικής.
Η μετατροπή του ΣΥΡΙΖΑ σε κόμμα εξουσίας οφείλεται στην έντονη κοινωνική κρίση και τον λαϊκό αντιμνημονιακό αγώνα που εκδηλώθηκε από το 2010 έως το 2015. Σε μια περίοδο που οι πολίτες αισθάνονταν προδομένοι από τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις, ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε την εμπιστοσύνη τους, αυξάνοντας την εκλογική του βάση από 3-4% σε 36%. Είναι φανερό πως οι παράγοντες που συνέβαλαν στο ότι μια τέτοια πολιτική κίνηση κατέκτησε την κυβερνητική εξουσία ήταν εξωγενείς, καθώς συσπείρωσε διάφορα ετερόκλητα και τυχοδιωκτικά στοιχεία μαζί με την πλειονότητα των απλών ανθρώπων της εργασίας που αναζητούσαν εναλλακτική στη βίαιη επίθεση εναντίον του εισοδήματός του μετά τη χρεοκοπία του 2010.
Η περίοδος της διακυβέρνησής του, από το 2015 έως το 2019, σημαδεύτηκε από την ακύρωση του δημοψηφίσματος και την πολυδιάσπαση του αρχικού πυρήνα, γεγονότα που, σε συνδυασμό με τα ιδρυτικά μειονεκτήματα που έχουμε αναφέρει ή υπονοήσει, οδήγησαν στην αποσύνθεση του κόμματος και την περιθωριοποίηση ισχυρών στελεχών, όπως ο Βαρουφάκης, η Κωνσταντοπούλου και ο Λαφαζάνης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ στην εποχή Τσίπρα, ενώ είχε την ευκαιρία, δεν προσπάθησε να διαμορφώσει αριστερές συνειδήσεις στους νέους ψηφοφόρους του,· απλώς ακολουθώντας την πεπατημένη έπεισε πολλούς πολίτες από τον ευρύτερο αντιδεξιό χώρο να ψηφίσουν αυτό το κόμμα. Κι αυτή είναι μια διαφορά που την βρήκε μπροστά του.
Στην πραγματικότητα, η συγκολλητική ουσία της «πρώτης φοράς Αριστερά» ήταν η ίδια με εκείνη της «δημοκρατικής παράταξης» του ΠΑΣΟΚ, του Ανδρέα. Είναι —και πάντα ήταν— η σύμπηξη ενός θολού “αντιδεξιού μετώπου” (ο όρος χρησιμοποιείται καταχρηστικά και παραπλανητικά -η ορθή ορολογία είναι “αντινεοφιλελευθερισμός”- άλλωστε ο ΣΥΡΙΖΑ συγκυβέρνησε με τους ΑΝΕΛ). Δεν απέχει από την αλήθεια το να πούμε ότι ο γεωμετρικός τόπος όπου συναντήθηκαν ο ΣΥΡΙΖΑ και η εξουσία ήταν το αχανές αυτό “αντιδεξιό μέτωπο” που είχε χαράξει ο Ανδρέας Παπανδρέου ενσωματώνοντας από ΕΑΜογενείς και αντιστασιακούς μέχρι οπορτουνιστές διψασμένους για χρήμα και εξουσία. Και τις δύο όμως φορές που συσπειρώθηκε ο “αντιδεξιός κόσμος” με ριζοσπαστικές προθέσεις, χρειάστηκε έναν χαρισματικό ηγέτη για να καταλάβει την κυβερνητική εξουσία. Ο Ανδρέας και ο Τσίπρας ως πρόσωπα αποτελούσαν το κρίσιμο στοιχείο της επικράτησης.
Από αυτή την πλευρά, ήταν αναμενόμενο μετά τη στρατηγική ήττα του 2023 να αναζητηθεί η ίδια λύση στο παλιό πρόβλημα, την οποία στη συγκυρία αντιπροσώπευσε για μεγάλο τμήμα της εκλογικής βάσης ο Στέφανος Κασσελάκης. Στο πλαίσιο αυτό, τόσο η άνοδος όσο και η πτώση του Κασσελάκη ήταν επίσης αναμενόμενη, χωρίς να υποτιμούμε τον καθοριστικό πάντα ρόλο των διεθνών παραγόντων και του εγχώριου επιχειρηματικού και δημοσιογραφικού κατεστημένου. Γιατί, όσο κι αν έχουν αλλάξει οι συνθήκες, όσο κι αν η εποχή έχει αλλάξει, η πορεία προς μια πολιτική κρίση φαίνεται να ήταν προδιαγεγραμμένη, αναλύοντας απλώς την προσωπικότητα και την πολιτική των τριών χαρισματικών ηγετών που ανέδειξε το “αντιδεξιό μέτωπο” στην Ελλάδα.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε αναμφίβολα πολλά ελαττώματα, και η πολιτική του παραμένει αμφιλεγόμενη τριάντα σχεδόν χρόνια μετά τον θάνατό του. Όμως, κανείς δεν μπορεί να τον κατηγορήσει ότι δεν είχε πολιτική συγκρότηση, δεν είχε όραμα και, κυρίως, ότι δεν άλλαξε για πάντα την Ελλάδα. Η διαφωνία περιορίζεται στο αν αυτή η αλλαγή ήταν στη σωστή ή στη λάθος κατεύθυνση.
Ο Αλέξης Τσίπρας, το βήμα κάτω, από όλα τα προτερήματα του Παπανδρέου είχε μόνο τον προσωπικό μαγνητισμό, όμως απείχε πολύ από τη βαθιά γνώση ακόμη και της ελληνικής πραγματικότητας. Του έλειπε επίσης η τόλμη, τόσο στο γενικό πολιτικό πρόβλημα της χώρας, όσο και (κυρίως αυτό μας αφορά εδώ) στο να συγκροτήσει ένα κόμμα στη βάση καταστατικών συγκλίσεων και πολιτικής συμφωνίας, και όχι μιας παρέας κολάκων που έβλεπαν την εξουσία ως ευκαιρία για προσωπική ανέλιξη. Αυτοί, με την ευθύνη φυσικά του Τσίπρα, υποβάθμισαν τον χώρο, και οι ίδιοι είδαν στον Κασσελάκη την ευκαιρία να επανέλθουν σε θέσεις εξουσίας.
Ο Στέφανος Κασσελάκης, ο τρίτος χαρισματικός ηγέτης, αποδείχθηκε πολύ κατώτερος των περιστάσεων, αλλά αυτό, με βάση την πορεία που έχουμε αναλύσει, ήταν το ατύχημα που στατιστικά θα συμβεί. Η υποβάθμιση, ακόμη και σε σχέση με τον Τσίπρα, ήταν μεγάλη και, όπως ήταν φυσικό, οι αρμοί του κόμματος δεν άντεξαν. Ο ίδιος ο Κασσελάκης είναι, πολιτικά μιλώντας, το επόμενο βήμα προς τα κάτω. Ένας άνθρωπος με περιορισμένη πολιτική εμπειρία, που κλήθηκε να παίξει έναν ρόλο σαν ηθοποιός σε τραγωδία, αγνοώντας το σενάριο. Ο Κασσελάκης αποτελεί ένα μεταπολιτικό φαινόμενο, το οποίο δεν μπαίνει καν στον κόπο να κρύψει τον lifestyle αμερικανισμό του, δίνοντας την εντύπωση ότι θα μπορούσε να βρίσκεται σε οποιοδήποτε κόμμα, από την Ελληνική Λύση μέχρι τον ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να αλλάζει τίποτα ουσιαστικό.
Η σταδιακή μετάπτωση της ηγεσίας του “αντιδεξιού χώρου”, από τον Ανδρέα στον Τσίπρα και από τον Τσίπρα στον Κασσελάκη, ερμηνεύει παραστατικά την παρακμή που παρακολουθούμε σε ζωντανή μετάδοση, και η οποία υποτίθεται ότι πρέπει να μας αφορά. Και δεν χρειάζεται περαιτέρω ανάλυση.
Το μέλλον δεν θα αργήσει να μας προλάβει. Ένα νέο ‘αντιδεξιό μέτωπο” θα συγκροτηθεί, καθώς η κυβέρνηση φαίνεται να έχει απωλέσει την ηγεμονική της θέση. Και είναι πιθανό να κυβερνήσει. Οι φήμες είναι πολλές για μια σύμπραξη Τσίπρα, Δούκα, Γ. Παπανδρέου στη νέα, ενωμένη κεντροαριστερά, όπου δεν φαίνεται να προβλέπεται ρόλος για τον Κασσελάκη.
Μια τελευταία πρόβλεψη -δική μου αποκλειστικά- είναι ότι σε αυτό το νέο σχήμα δεν θα χωράει ούτε ο Παύλος Πολάκης, ο οποίος πιθανώς θα προχωρήσει στη σύσταση νέου πολιτικού φορέα, τύπου Σάρα Βάγκενκνεχτ.