Η δεκαετία του ’50 βρήκε την Ελλάδα βυθισμένη στο αίμα και την υπανάπτυξη. Τα προηγούμενα χρόνια με τον πόλεμο, τον εμφύλιο σπαραγμό και την πολιτική αστάθεια είχαν αφήσει, με βαρύ τίμημα, τη θέση τους σε νέες εποχές με μια βάρβαρη μερικές φορές ομαλότητα, αρκετή ωστόσο για τεθούν κάποιες προτεραιότητες όπως η οδική διασύνδεση οικισμών με αστικά κέντρα και επομένως η δυνατότητα μιας υποτυπώδους ανθρώπινης διαβίωσης σε ορεινές περιοχές αποκλεισμένες από τον ήλιο της ίδιας της ζωής. Το Ζερίκι, κοντινό χωριό στη Λιβαδειά, παρά τα αμέτρητα δάνεια που η ελληνική πολιτική τάξη διαχρονικά σπατάλησε δεν είχε συνδεθεί οδικά με την πρωτεύουσα του νομού και οι κάτοικοί του, όσοι δεν ξενιτεύτηκαν, προσπαθούσαν απομονωμένοι να επιβιώσουν ανάμεσα σε ένα εχθρικό 860 μέτρων υψόμετρο κι έναν απολύτως εχθρικό βαθύ κρατικό μηχανισμό.
============================
ΕΦΗΜΕΡΙΣ «ΦΩΣ» ΛΕΒΑΔΕΙΑΣ
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΣ ΕΤΟΙΜΟΣ Ο ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΟΔΡΟΜΟΣ ΖΕΡΙΚΙΟΥ – ΛΕΒΑΔΙΑΣ
Τα κατσάβραχα του Ελικώνος που υποτάσσονται εις την σκαπάνην των φιλοτίµων Ζερικαίων και την άκαμπτον επιµονήν του νοµάρχου κ. Μανουσοπούλου. – Η πρώτη άφιξις αυτοκινήτου στο χωριό. – Σκηναί συγκινήσεως και δακρύων. – Όπου ο κ. Νοµάρχης αναρπάζεται στα χέρια…Προ 10 περίπου µηνών ένα παράτολµο όνειρο του Νοµάρχου, ένας διακαής πόθος των φιλοτίµων κατοίκων της Κοινότητος Ζερικίου του Ελικώνος άρχισε να παίρνει σάρκα και οστά. Το όνειρο ήταν να συνδεθεί η Κοινότης µε δρόµο και να επικοινωνήσει µε τον υπόλοιπο κόσµο. Τέσσαρες ολόκληρες ώρες απείχε από το πλησιέστερον κέντρον: την πόλην της Λεβαδείας.Στην αρχή πολλοί ειρωνεύθηκαν τον Νοµάρχην και τους λεβεντόκορµους Ζερικιώτες συνεργάτες τους. Η δουλειά όµως µπήκε µπροστά, σιωπηλά, αθόρυβα, χωρίς τυµπανοκρουσίες και κάθε µέρα εκατοντάδες εργάτες και εργάτριες πάλευαν σκληρά, για να προχωρήσουν ένα δρόµο είκοσι περίπου χιλιοµέτρων µέσα από απόκρηµνες και συνεχείς βραχώδεις περιοχές. Η πίστις και η θέλησις νίκησαν. Στο διάστηµα της σκληρής εργασίας, ο Νοµάρχης βρισκόταν τις περισσότερες φορές κοντά στους συνεργάτες του την ώρα της δουλειάς, για να τους δώσει πίστη. και να πάρει κι αυτός από αυτούς θάρρος. Σαν νέοι κύκλωπες, σαν τιτάνες πάλαιψαν οι άνδρες και οι γυναίκες της αετοφωλιάς που λέγεται Ζερίκι, και να!
Στις 8 του µηνός Μαϊου του έτους 1952 ημέραν Πέμπτην ο Νοµάρχης Βοιωτίας, η κυρία Νοµάρχου και οι προϊστάµενοι των αρµοδίων υπηρεσιών, µετεχούσης και της Βασιλικής Χωροφυλακής, ξεκινούν στις 7 το πρωί από το Νοµαρχιακόν Κατάστηµα χωρίς να γνωρίζουν, πλην του Νοµάρχου, πού κατευθύνονται. Κανένας δεν ήξευρε ούτε στην πόλη της Λειβαδιάς ούτε στην Κοινότητα Ζερικίου, ότι θα γινόταν την ηµέραν αυτήν κάτι που θα ‘παιρνε θέση µε χρυσά γράµµατα στην ιστορία της Βοιωτίας. 8 Μαΐου 1952. Το ξεκίνηµα για την κατάκτηση.Ένα αυτοκίνητο Ντόιτς χωρίς σήµατα και εµβλήµατα έφευγε από την Νοµαρχία µε επιβάτες τους παραπάνω. Προχωρεί προς το Γυµνάσιον, από κει προς το Πρόκυµα και επειδή οι επιβάτες γνωρίζουν ότι προς τα εκεί πέρα δεν υπάρχει δρόµος αρχίζουν να απορούν και να κριτικάρουν αυστηρά ασφαλώς τον Νοµάρχην, αµφιβάλλοντες αν έχει σώα τα λογικά του. Μα να, η εντολή δίδεται στον οδηγό: «Προχώρει προς το Ζερίκιον, θα σε κατευθύνω προσωπικώς», λέγει ο Νοµάρχης.
======================== =Οι κάτοικοι του Ζερικίου σηκώνουν τον νομάρχη Βοιωτίας Αθ. Μανουσόπουλο στα χέρια τη μέρα που το πρώτο αυτοκίνητο έφτασε στην αετοφωλιά του Ελικώνα. Ηταν 8 Μαΐου 1952. =======================================================
Και η απορία των επιβατών µετατρέπεται σε φόβο και σε τρόµο. Βλέπουν απέναντι στο βουνό τις αλλεπάλληλες στροφές, που έχουν το σχήµα αστραπής και τρέµουν. Αλλά και σαν αστραπή φεύγει το αυτοκίνητον επάνω σ’ έναν οµαλό δρόµο, που παρουσιάζεται σαν έκπληξις. Το αυτοκίνητο προχωρεί συνεχώς, φθάνει την ελατοσκεπή περιοχήν και συνεχίζει ατρόµητος κατακτητής, για να φέρει σε λίγο το µέσον του πολιτισµού στο χωριό εκείνο µε τους 1.700 κατοίκους, που ήταν κρυµµένο χιλιάδες χρόνια από της υπάρξεώς του µακριά απ’ τον κόσµο.
Και σε λίγο φθάνει προ της κοινότητος Ζερικίου. Οι κάτοικοι καταλαµβάνονται εξ απροόπτου, από έκπληξιν. Όσοι εν τω µεταξύ ειργάζοντο στα χωράφια τους αφήνουν την εργασία τους και τρέχουν ξωπίσω, για να φθάσουν στο χωριό. Η σύγχυσις από χαρά είναι υπέρµετρη. Άλλοι ζητωκραυγάζουν, άλλοι κόβουν κλάδους και λουλούδια, άλλοι στις καµπάνες, για να τις κτυπήσουν χαρµόσυνα και οι πιο πολλοί κυκλώνουν το αυτοκίνητο, το χαϊδεύουν, το φιλούν και κλαίνε από µεγάλη χαρά.
Τα παιδιά του σχολείου στο άκουσµα της σειρήνας του αυτοκινήτου χάνονται από τα µάτια του δασκάλου πριν καλά-καλά καταλάβει τι συµβαίνει και που τα παίρνει κι αυτός σε λίγο από πίσω τρέχοντας, για να προλάβει κρατώντας στα χέρια ένα µεγάλο κλαδί από τζανεριά που έκοψε από το πρώτο δένδρο που βρέθηκε τυχαία µπροστά του. Μέσα σε λίγα λεπτά της ώρας το αυτοκίνητο στολίζεται µε κλάδους ελάτης και λουλούδια, µε κορδέλες απ’ τις νυφιάτικες λαµπάδες, µε χρυσά τέλια, µε µαντήλια από τις προίκες, µε ασηµένια νοµίσµατα, ραίνεται µε ρύζι και την ίδια στιγµή µια οµάς, που µέσα σ’ αυτή πρωτοστατεί ο παπάς του χωριού, αρπάζει τον Νοµάρχη στα χέρια χωρίς να ‘χει τη δύναµη να ξεφύγει και τον γυρίζει στο χωριό. Ενώ πίσω ακολουθεί ολόκληρος ο κόσµος του χωριού µε ζητωκραυγές και εκδηλώσεις χαράς. Ας προσπαθήσει καθένας να µπει στην ψυχή των 1.700 κατοίκων όσον µπορεί περισσότερον και να είναι βέβαιος ότι θα αισθανθεί την καρδιά του να σκιρτά από συγκίνησιν και από ευτυχίαν”.
Η µελέτη και η τεχνική παρακολούθηση του έργου έγινε από τον προϊστάμενο της ΤΥΔΚ µηχανικό, Βασίλη Παναγάκη. Και το Ζερίκι μπήκε πριν από 70 ακριβώς χρόνια στη λεωφόρο της ανάπτυξης με κεντρική αρτηρία αυτόν τον κακοτράχαλο τότε και βατό τώρα πια δρόμο.