Αποτελεί υποχρέωση του viotiaplus.gr να ευχαριστήσει τους χορηγούς αυτής της πρώτης προσέγγισης στο σουβλάκι/καλαμάκι. Η ευγένεια και η καλή διάθεση με την οποία αγκάλιασαν το εγχείρημά μας είναι αναμφίβολα ένα από τα πλεονεκτήματα που έχουν καταστήσει το σουβλάκι της Λιβαδειάς δημοφιλές στα πέρατα του κόσμου.
Χρυσός Χορηγός: 1900, Δημητρίου Παπασπύρου, Λιβαδειά τηλ. 2261088066 : https://www.facebook.com/1900.livadeia
Χρυσός Χορηγός:Gadget House, Μπουφίδου 22, Λιβαδειά, τηλ. 22610 87 830
Γράφει ο Δημήτρης Λάμπρου
Όταν θα ολοκληρωθεί αυτή η σειρά των τεσσάρων άρθρων, που είναι αφιερωμένα στο πιο αγαπημένο ελληνικό φαγητό -και εμβληματικό της Λιβαδειάς- ίσως και να έχει επιλυθεί σε ένα μεγάλο του μέρος το δίλημμα που έχει επιφέρει αβυσσαλέο διχασμό ανάμεσα στους Ελληνες. Δεν πρόκειται φυσικά για τον διχασμό μεταξύ μνημονιακών και αντιμνημονιακών, που οδήγησε σε ρήξη μπατζανάκια και συνυφάδες και ολόκληρα σόγια ανά την επικράτεια. Ούτε για τον διχασμό μεταξύ Ολυμπιακών και Παοκτσήδων, παρότι συνδέεται κατά κάποιο τρόπο με το θέμα μας. Ούτε καν για τον διχασμό μεταξύ υπέρμαχων του εμβολιασμού και αντιεμβολιαστών, που είναι το τελευταίο trend στο πανάρχαιο ελληνικό σπορ της διαίρεσης. Μιλάμε για ένα δίλημμα πιο βαθύ, πιο υπαρξιακό, πιο διαρκές και εν τέλει πιο σημαντικό: η σωστή ονομασία του εδέσματος που μπορεί να υπερηφανεύεται ότι έχει τέρψει όλους τους ουρανίσκους ημεδαπών κι αλλοδαπών είναι σουβλάκι ή καλαμάκι; Και τι λέει η Λιβαδειά που θεωρείται πατρίδα του και της πέφτει λόγος αναμφίβολα;
Φιλόδοξος ο στόχος της διαλεύκανσης μιας διαφοράς πιο σύνθετης από το Μεσανατολικό, ενός πεδίου σπουδών όπου συνδράμουν η γλωσσολογία, η ζωολογία, η φυτολογία, ανεπτυγμένοι τοπικισμοί και μπλαζέ επιτηδεύσεις και φυσικά η ιστορία με την επινόηση και επανεπινόηση αυτού του εδέσματος μέσα από τους αιώνες. Γεωγραφικά η διαφορά ορίζεται ως γενίκευση και ως εκ τούτου ως αφαίρεση μεταξύ Αθηναίων και Θεσσαλονικιών: όσοι ζητάνε σουβλάκι είναι πρώτα απ’ όλα οι Θεσσαλονικείς κι όσοι χρησιμοποιούν αυτή την ονομασία θεωρείται ότι βρίσκονται κάτω από τη γλωσσική επιρροή της «νύφης του Βορρά». Αντίθετα ο όρος καλαμάκι δείχνει αθηναϊκή καταγωγή και θεωρείται προσχώρηση στην… Αθηναϊκή συμμαχία.
Ομηρικές μάχες έχουν δοθεί στα fora του internet με την ανταλλαγή επιχειρημάτων και… ρημάτων για την επίλυση μιας διαφοράς που έχει ξεφύγει από τα γλωσσικά όρια και κρύβει ψυχολογικές και κοινωνιολογικές προεκτάσεις. Οπως την τάση του ανθρώπου να θεωρεί γλωσσικά σωστό εκείνο που ο ίδιος έχει συνηθίσει να ακούει από μικρός κι ως εκ τούτου εσφαλμένο οποιοδήποτε διαλεκτικό ή ιδιωματικό στοιχείο χρησιμοποιεί ένας άλλος. Και όπως την άρνηση κατανόησης των μηχανισμών μέσα από τους οποίους η γλώσσα εξελίσσεται και διαφοροποιείται για να παραμείνει ζωντανή. Ο πλούτος της ελληνικής γλώσσας είναι ανυπέρβλητος, συγκεντρωμένος πλέον σε αξιόλογα λεξικά, που είτε το πιστεύετε είτε όχι εμπεριέχουν άθελά τους προφανώς τα σπέρματα του διχασμού ανάμεσα σε σουβλακιοφόρους και καλαμακιοφόρους. Αν όπως έλεγε ο Αντισθένης, ο οποίος φαινόταν να ήξερε καλά τι έλεγε, «αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις», δεν έχουμε παρά να καταφύγουμε στα λεξικά. Ας δούμε λοιπόν τι λένε οι εμβριθείς συντάκτες τους για τη σημασία των λέξεων που θα μας απασχολήσουν.
Το Λεξικό Κοινής Νεοελληνικής που εκδόθηκε τον Δεκέμβριο του 1988 από το Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης μας εξηγεί:
σουβλάκι το […] μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα (σε μικρή σούβλα) για να ψηθούν: Ψήνω σουβλάκια στα κάρβουνα. Mια μερίδα ~. [μσν. Σουβλάκι < σούβλ(α) –άκι] (ΛΚΝ).
Το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη, που έχει εκδοθεί στην Αθήνα, είναι πιο αναλυτικό:
σουβλάκι (το) […] 1. (α) ξύλινη ή μεταλλική λεπτή και μικρού μήκους βέργα που χρησιμοποιείται ως σούβλα (β) μικρή σούβλα 2. φαγητό παρασκευασμένο από κρέας ή περισσότερα υλικά κομμένα σε μικρά κομμάτια (συνήθ. κύβους) και περασμένα σε λεπτή και μικρού μήκους ξύλινη βέργα (καλαμάκι) ή σε μικρή σούβλα• ψήνονται στη σχάρα ή σε γκριλ και προσφέρονται σκέτα ως ορεκτικό ή ως κύριο πιάτο με συμπληρωματικό γαρνίρισμα: σουβλάκια με θαλασσινά || ~ κοτόπουλο / ξιφία || ~ ξυλάκι /καλαμάκι 3. πρόχειρο φαγητό από κομμάτια κρέατος (ψημένα με τον παραπάνω τρόπο) ή από γύρο (βλ.λ.) ή από μπιφτέκι τοποθετημένο μέσα σε μικρή στρογγυλή πίτα μαζί με άλλα υλικά, όπως ντομάτα, κρεμμύδι, τζατζίκι κ.λπ.: ~ με διπλή πίτα / απ‘ όλα (ή κομπλέ, δηλ. με όλα τα συνοδευτικά) /χωρίς κρεμμύδι. [ETYM. μεσν., υποκ. τού σούβλα].
Για το καλαμάκι ακόμα και ο ορισμός είναι πιο λεπτός. Στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής μαθαίνουμε ότι
καλαμάκι το (υποκορ.) 1. μικρό καλάμι. 2. μικρός πλαστικός ή γυάλινος σωλήνας με τον οποίο ρουφούν ένα υγρό: Πίνω την πορτοκαλάδα / το γάλα / τον καφέ με το ~. […]
Στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη αντίστοιχα διαβάζουμε:
καλαμάκι (το) […] 1. (α) το μικρού μεγέθους καλάμι (β) μακρόστενο αιχμηρό και λεπτό ξυλάκι στο οποίο περνιούνται κομμάτια κρέατος (συχνά και λαχανικών) για ψήσιμο σε σχάρα (γ) (συνεκδ.) κρέας που ψήνεται στη σχάρα περασμένο σε ξυλάκι: ~ με πίτα 2. (συνήθ.) λεπτό, πλαστικό σωληνάκι για την πόση χυμών, αναψυκτικών, ποτών κ.λπ. […].
Αν τώρα σκεφτούμε ότι τα δύο λεξικά είναι το ένα σαλονικιώτικο και το άλλο αθηναϊκό και εντοπίσουμε τις διαφορές στους ορισμούς, βλέπουμε και ένα καθαρό αποτύπωμα της επίδικης διαφοράς.
Στη Θεσσαλονίκη και στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής η λέξη σουβλάκι χρησιμοποιείται για το νόστιμο έδεσμα με «μικρά κομμάτια κρέατος περασμένα σε μικρή και λεπτή βέργα».
Στο λεξικό του Μπαμπινιώτη σουβλάκι σημαίνει συν όλα τα άλλα και το γνωστό πιτόγυρο.
Αντίστοιχα το καλαμάκι στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής σημαίνει αποκλειστικά το μικρό καλάμι ή το καλαμάκι για τον καφέ ή το αναψυκτικό μας. Στον Μπαμπινιώτη όμως καλαμάκι σημαίνει και το ξυλάκι όπου είναι περασμένα τα μικρά κομμάτια κρέατος και κατά συνεκδοχή και το ίδιο το κρέας. Αρα εντοπίζονται δύο διαφορές. Το θεσσαλονικιώτικο λεξικό δεν αναφέρει το… πιτόγυρο ως σουβλάκι, αντίθετα από το αθηναϊκό. Ούτε το καλαμάκι ως έδεσμα, πάλι αντίθετα από το αθηναϊκό.
Η μυρωδιά από ένα καλοψημένο σουβλάκι/καλαμάκι μπορεί να επαναφέρει στη μνήμη τις όμορφες στιγμές της απόλαυσης χωρίς να έχει σημασία το όνομα. Εκείνο που είναι βέβαιο άλλωστε είναι ότι δεν παραδίδεται παρόμοια διαμάχη μεταξύ των αρχαίων ημών προγόνων, που όπως είναι σε όλους γνωστό ήταν λάτρεις του ωραίου, του μεγάλου και του αληθινού, αλλά δεν έλεγαν όχι και στο νόστιμο. Οπότε πώς θα μπορούσαν να που όχι στο σουβλάκι/καλαμάικι; Ασφαλώς δεν το είπαν. Και θα το δείτε στη συνέχεια…
INFO
Λεξικό Κοινής Νεοελληνικής, 1988, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών του ΑΠΘ
Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινιώτη
ΧΟΡΗΓΟΣ: Αθανάσιος Σωτηρόπουλος, Καραγιαννοπούλου 138, τηλ. 2261020670
ΧΟΡΗΓΟΣ: Η Τέχνη του Κρέατος, Αθηνών 36, Λιβαδειά, τηλ. 2261 400 971
ΧΟΡΗΓΟΣ Ψηστήρι, Παραδοσιακό Ψητοπωλείο, Πλατεία Εθνικής Αντιστάσεως, Λιβαδειά, τηλ. 22610, 28525:
://www.facebook.com/%CE%A8%CE%B7%CF%83%CF%84%CE%AE%CF%81%CE%B9-105943957786081
Ασε τι λένε τα λεξικά.Εμείες σουβλακι τοξέραμε και το τρώγαμε όπως θα θυμάστε στο πάρκο το παλαιό στα πράσινα παγκάκια τα μεγάλα.Καλαμάκι είναι μεταγενέστερη λέξη για το σουβλάκι που έφτασε να σημαίνει οτι είναι και με πιτα…
Υ:Γ Το σουβλάκι στα πλατάνια του πελέκη αρχικά ήταν απο αρνίσιο κρέας.