Γράφει ο Δημήτρης Λάμπρου
Συμπληρώθηκαν 167 χρόνια από την καταστροφή των περιβόητων ληστρικών συμμοριών του Κακαράπη και του Νταβέλη στις 12 Ιουλίου 1856 στο Κάτω Ζεμενό, στο τρίστρατο μεταξύ Διστόμου και Δαύλειας, καθώς ο παλιός δρόμος συναντούσε το χάνι πριν ανηφορίσει για την Αράχωβα και τους Δελφούς. Πριν φτάσουμε στη μάχη του Ζεμενού, στην τρίοδο όπου σήμερα υπάρχει μέγας σταυρός μνημείο του πεσόντος στη συμπλοκή υπολοχαγού Ιωάννη Μέγα και όπου όπως παρατηρήθηκε ο Λάιος έπεφτε νεκρός από το χέρι του γιου του Οιδίποδα, πρέπει να πάμε λίγο πίσω.
Η ληστεία ως ιστορικό φαινόμενο εμφανίζεται ταυτόχρονα με την ίδρυση του ελληνικού κράτους, λαμβάνει όμως μεγάλες διαστάσεις μετά τη διάλυση των σωμάτων των ατάκτων αγωνιστών της Επανάστασης από τους αντιβασιλείς του Οθωνα το 1833 και αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του νεοσύστατου βασιλείου προκαλώντας πολλές φορές σοβαρές περιπλοκές στις διεθνείς σχέσεις της χώρας – η υπόθεση Μπερτό-Νταβέλη, η Σφαγή στο Δήλεσι και οι συνεχείς προστριβές με την Τουρκία στα σύνορα είναι μερικά γνωστά παραδείγματα . Επί ένα σχεδόν αιώνα η ελληνική ύπαιθρος χώρα στην περιοχή της Στερεάς και της Πελοποννήσου και αργότερα της Ηπείρου και της Θεσσαλίας θα γίνουν το θέατρο της σύγκρουσης της κρατικής μηχανής με τις ληστρικές συμμορίες, με βαρύτατες επιπτώσεις στον πληθυσμό. Η Βοιωτία που κατέχει κεντρική θέση στην ελληνική επικράτεια αποτέλεσε πεδίο της σύγκρουσης και η Λιβαδειά, πλούσια πόλη και διοικητικό κέντρο, πλήρωσε σε πολλές περιπτώσεις το βαρύτατο τίμημα της κομβικής γεωγραφικής της θέσης.
O Χρήστος Νταβέλης στη λαϊκή παράδοση
O Χρήστος Νταβέλης, ο πλέον γνωστός λήσταρχος του 19ου αιώνα, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα 1983-1988, γεννήθηκε στο Στείρι Βοιωτίας γύρω στα 1832. Στον «Ονομαστικόν Κατάλογον των κατά την 12 Ιουλίου ε.ε. Φονευθέντων και Ζωγρηθέντων Αρχιληστών και Λοιπών», που επισυνάπτει στην από 14 Ιουλίου 1856 πρώτη αναφορά του για τα γεγονότα στις 12 Ιουλίου 1856 ο μοίραρχος Βοιωτίας Πέτρος Βακάλογλου ο «Χρήστος Δαβέλης» αναφέρεται ως «βλαχοποιμήν σκηνίτης». H wikipedia.org, στην ελληνική έκδοσή της αναφέρει ότι το πραγματικό όνομα του Χρήστου Νταβέλη ήταν Νάτσος ενώ ο λαϊκός ζωγράφος Θεόφιλος ονομάζει τον γνωστό πίνακά του (που δημοσιεύουμε) «Ο Λήσταρχος Χρήστος Νάτσιας-Νταβέλης το 1855».
Στο περίφημο άρθρο του «Η Ληστεία εν τη Ελληνική Ιστορία» ο, εκ Στειρίου, καθηγητής της Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Γεώργιος Κρέμος, αναφέρει επί λέξει: «Τις δεν ενθυμείται τον επιτηδειότατον Λύγκον, τον ατρόμητον Κακαράπην (Μπελούλιαν), τον στρατηγικώτατον Νταβέλην, ων επάρατος η μνήμη και μάλιστα του τελευταίου παραμένει ανά πάσαν την Ελλάδα και εκτός αυτής και μάλιστα εν Γαλλία; Και όμως, εάν μάθη τις τα αίτια, ων ένεκα εγένοντο οι άνθρωποι ούτοι λησταί θα οικτείρη την ελληνικήν διοίκησιν και δικαιοσύνην. Αυτός εγώ εγνώρισα παις ων τον μεγαλοκέφαλον, τον εκ ποιμενικής οικογενείας του επί του μουσολήπτου Ελικώνος χωρίου Κυριακίου καταγόμενον, τον ξανθόν μακροπώγωνα, τον ηράκλειον ρώμην έχοντα, τον τρομερώτατον λήσταρχον Μπελούλιαν. Επίσης εγνώρισα τον λεπτοφυά, τον ωραιοτάτης παρθένου πρόσωπον έχοντα, τον ευστροφώτατον, ωκυποδέστατον, στρατηγικώτατον Χρήστον Νταβέλην, ως ποιμένα εν τω χωρίω Στειρίω του Ελικώνος, εξ Αρβανιτοβλάχων έλκοντα το γένος, των και παρ` αυτάς τας Αθήνας ληστείας και φόνους διαπράξαντα και γαλλικόν στρατόν της κατοχής ενταύθα καταισχύναντα. Και οι δύο ούτοι ως λήσταρχοι υπό τας αράς σύμπαντος του ελληνικού κόσμου εφονεύθησαν υπό τε του στρατού και υπό των υπό τον εξ Αραχώβης του Παρνασσού καταγόμενον πρώην λήσταρχον Ιωάννην Μέγαν, άνδρα γενναιότατον, Αραχωβιτών και άλλων χωριτών, ως αιμοβόροι και μιαιφονώτατοι. Και όμως ο μεν πρώτος φιλησυχώτατος ων ένεκα της γυναικός αυτού ατιμασθείσης υπό οσιωτάτου μοναστού και μη τυχών δικαιοσύνης οπόθεν έδει, αλλά τουναντίον απηνώς καταδιωχθείς ετράπη εις τα όρη και απέβη οίον γιγνώσκει η Ελλάς. Και αυτός ο Νταβέλης αδικώτατα καταδιωχθείς έπαθε τα αυτά εκείνω».
Ο Χρήστος Νταβέλης, παρότι έζησε μόλις 24 χρόνια, κατέστη στη λαϊκή παράδοση ο αρχετυπικός λήσταρχος, ο υποδειγματικός Βασιλεύς των Ορέων, του οποίου τα πραγματικά και φανταστικά κατορθώματα τον αναγορεύουν σε λαϊκό ήρωα που προερχόμενος από τα αγροτικά παραδοσιακά στρώματα, αντιδρά στη νέα νομιμότητα την οποία εκπροσωπεί ο θεσμός του κράτους και αποκαθιστά την πατροπαράδοτη τάξη με βάση τις αρχές της τοπικής κοινωνίας. Ο θρύλος που συνοδεύει το όνομά του πέρασε σχεδόν σε όλες τις μορφές της τέχνης. Από τα δεκάδες λαϊκά αναγνώσματα που αφορούν τη ζωή του ξεχωρίζει η μυθιστορηματική βιογραφία 783 σελίδων του Αιμίλιου Αθηναίου, με τίτλο «Ο Λήσταρχος Νταβέλης». Είχε προηγηθεί το περίφημο μυθιστόρημα του Εντμόντ Αμπού «Ο βασιλιάς των ορέων», με πρότυπο τον Νταβέλη, που πρωτοεκδόθηκε στο Παρίσι δημιουργώντας μεγάλη εντύπωση στην Εσπερία και μεγάλη δυσαρέσκεια στην Ελλάδα, καθὠς παρουσίαζε το φαινόμενο της ληστείας ως δημιούργημα και εξάρτημα της πολιτικής εξουσίας. Ο Γρηγόριος Ξενόπουλος το 1910 δημοσίευσε το θεατρικό έργο «Ο Νταβέλης», ενώ το 1982 θεατρικό με τίτλο «Ο λήσταρχος Νταβέλης» έγραψε ο Γιώργος Αρμένης. Ο Θεόφιλος, ο μεγάλος λαϊκός ζωγράφος, απεικόνισε τον Νταβέλη με φουστανέλλα και μουστάκι, με μαύρο μαντίλι στο κεφάλι. Στο Θέατρο Σκιών ο Χαρίδημος παρουσιάζει τον Κακαράπη με συμπρωταγωνιστή τον Χρήστο Νταβέλη. Τέλος, υπάρχει ελληνική κινηματογραφική ταινία με τον τίτλο «Ο Νταβέλης» που γυρίστηκε από τον Γιώργο Πετρίδη το 1969. Και φυσικά σε όλους είναι γνωστά τα 4 τουλάχιστον δημοτικά/ληστρικά τραγούδια που αναφέρονται στον Χρήστο Νταβέλη και που παραθέτουμε εδώ:
- Μας πήρ` η μέρα κι η αυγή
Γεια σου Νταβέλη αρχιληστή
Μας επήρε μεσημέρι
Κακαράπη μ` και Νταβέλη
Σα πού θα λημεριάσουμε
Νταβέλη θα μας πιάσουνε
Πού θα στήσουμε λημέρι
Κακαράπη μ´ κι Νταβέλη
Κάτου στου ρέμα του βαθύ
Θα φέρ´ η Ρίνα το ψουμί
Κεί θα στήσουμε λημέρι
Κακαράπη μ´ κι Νταβέλη.
- Κατακαημένη Αράχοβα, Νταβέλη, Νταβέλη
Και Δίστομο και Δαύλεια, αχ μωρέ Χρήστο
Νταβέλη
Τους κλέφτες τι τους κάματε και τους
Κακαραπαίους
Αχ στο Ζεμενό τους έχουμε, τους πολεμάει
ο Μέγας
ο Μέγας απ’ τη Ράχοβα και ο Λούκας απ’ τη
Δαύλεια.
Εις τα ταμπούρια πήδηξε με το σπαθί στο χέρι
Και τον Φουντούκη έκοψε και τον Χρήστο
Νταβέλη - Παλαιότατο και σχετικώς άγνωστο είναι το πολύ όμορφο δημοτικό/ληστρικό που περιέχεται στη Συλλογή Ασμάτων Παλαιών και Νέων, που εξέδωσε ο Αθανάσιος Ιατρίδης, στην Αθήνα το 1859.
Μην ήθελ’ έρθ’ ο θεριστής μηδέ κι ο αλωνάρης
Μην ηθελ’ εβγ’ ντερβέναγας αυτός ο Γιάννη-Μέγας
Βάνει σφίγξι στους πιστικούς σ’ όλα τα μοναστήρια
Κλέφταις να μη διαβήκανε στης Λιάκουρας τα μέρη
Δεν σουίπα Κακαράπη μου και συ Χρήστο Νταβέλη
Στη Λιάκουρα να μη διαβής λημέρι να μη κάμης
Τι εύγαλ’ ο Μέγας τη χωσιά με τους Αραχωβίταις
Τους κυνηγ’ απ’ τα’ Ακρινό Νερό τους κλείει στο Ντερβένι
Και ο Φουντούκης φώναξε με το Ζαφύρ αντάμα
-Μέγα αν θέλεις πόλεμο και κλέφτικο ντουφέκι
Εβγα να πολεμήσωμεν αν είσαι παληκάρι
Κι ο Μέγας ωσάν τα’ άκουσε φωνάζει τους συντρόφους
-Συντρόφοι βγάλτε τα σπαθιά κι αφήστε τα ντουφέκια
Σήμερα ή θα ζήσωμεν ή όλοι θα χαθούμεν!
Κ’ εις τα ταμπούρια πήδησε με το σπαθί στο χέρι
Και τον Φουντούκην έκοψε και τον Χρήστο-Νταβέλη
Και ο Ζαφύρης το σκυλί χάμ’ ήταν λαβωμένος
Πικρό κουμπούρι σήκωσε με το ζερβί το χέρι
Μες στο στηθάκι τόριξε τούκαψε την καρδιά του
Ψηλή φωνήν εφώναξε τριγύρω στους συντρόφους
-Πού ‘σαι Ζγούρη μου αδερφέ πού είσαι Μαυροδήμο;
Να ειπήτε της Ασήμως μου της μοναχής μου κόρης
Να μην αλλάξ’ της Παναγιάς μη βάλλη τα φλωργιά της
Τ’ εμένα με σκοτώσανε μες στου Δερβέν την Κούλια
Τον κλαίουν χώρες και χωριά και τον μοιρολογούνε
Τον κλαίει κι η γυναίκα του και χύνει μαύρα δάκρυα
Στο παραθύρι κάθεται την Παναγιά ‘γναντεύει
-Σηκώσ’ απάνω Γιάννη μου και μη βαρυκοιμάσαι
Τι σε γύρευ’ η συντροφιά κι όλα τα παληκάρια
Να τους μοιράσεις τα φλουριά τα κλέφτικα τσαπράζια
Να πάρης και τον νταμπουρά πικρά να τραγουδήσεις
Τον σκοτωμό σου Μέγα μου να τον μοιρολογήσεις
-Γω τα τραγούδια μ’ τ’ άφησα μες στου Δερβέν την Κούλια
Και ‘λάτε να μ’ ακούσητε το πώς τα τραγουδάω
Εσείς πουλιά πετούμενα εσείς πουλιά καϋμένα
Περάσ’ από τον Παρνασσό ψηλά στα βλαχοχώρια
Πάγετε κι απ’ τη Ράχωβα στη μέση στο παζάρι
Εκεί να ακούστε κλάυματα δάκρυα μοιρολόγια
Ν’ ακούσετε δυο ορφανές μάνα και θυγατέρα
Πώς κλαίουν πώς μοιρολογούν πώς θλίβονται για μένα.
- Γνωστότατο και δημοφιλέστατο σε πολλές παραλλαγές είναι και το:
Νια βλάχα ναι παλιόβλαχα κι του Νταβέλ’ η μάνα
Πάνου σε πέτρα κάθιτι το Ζεμενό αγναντεύει
Κι ακούει ντουφέκια κλέφτικα σπαθιά ξεγυμνουμένα
Γλέπει και τον Νταβέλη της την πάλλα ξανιμίζει
-Δε στώπα γω Νταβέλη μου δε στώπα γω πιδί μου
Στο Ζιμινό να μη διαβείς λημέρι να μη κάνεις
Γιατ’ έχ’ ο Μέγας τη χουσιά τη μυστική παγάνα;
Ρίχνουν κι σι σκοτώνουνι ρίχνουν κι σι βαρούνι;
Τάζει κηριά στην Παναγιά και λάδι στα καντήλια
-Θε μου να ζήσι ου Χρήστους μου
Κι αυτούνους ο Νταβέλης
Το ανθρωποκυνηγητό και το πλοίο στον Κορινθιακό
Στις 23 Μαΐου 1856 ο Χρήστος Νταβέλης επικεφαλής 17 συντρόφων του ληστεύει τους διερχομένους από την οδό Πειραιώς πολίτες –ελάχιστα χιλιόμετρα από τη Βουλή των Ελλήνων και το Παλάτι του Οθωνα– προκαλώντας για μια ακόμη φορά πολιτική κρίση και τις σκληρές επιθέσεις της αντιπολίτευσης προς την κυβέρνηση του Δημητρίου Βούλγαρη. Έπειτα από αυτή την πρόκληση η πολιτική ηγεσία εφέρετο αποφασισμένη να εξοντώσει τη συμμορία του διαβόητου αρχιληστή με κάθε θυσία, στηριζόμενη και στην υπογραφή και εφαρμογή της ελληνοτουρκικής σύμβασης για την καταδίωξη της ληστείας. Είχε προηγηθεί στις 23 Σεπτεμβρίου του 1855 η απαγωγή από τη συμμορία Νταβέλη του Γάλλου λοχαγού Μπερτό ή Βρετό. Το επεισόδο αυτό συνδέεται με τον αποκλεισμό της Αθήνας και την κατοχή του Πειραιά από τον αγγλογαλλικό στόλο με αφορμή τον Κριμαϊκό Πόλεμο και κατέστησε τον Νταβέλη ήρωα στη λαϊκή συνείδηση (και τη βασιλική καθώς φήμες της εποχής έφεραν τον Οθωνα και τη βασίλισσα Αμαλία να καλύπτουν ελάχιστα διπλωματικά την ικανοποίησή τους για την απαγωγή του Μπρετό) και την κυβέρνηση έρμαιο των πιέσεων των εξοργισμένων Αγγλογάλλων που ανάγκασαν ουσιαστικά το ελληνικό κράτος να πληρώσει το μυθικό για την εποχή ποσό των 30.000 δρχ. σε χρυσό στον λήσταρχο για τη λύτρωση του Γάλλου αξιωματικού..
Όταν το κρεσέντο προκλητικότητας του Νταβέλη συνεχίστηκε με τον φόνο ενός χωροφύλακα στα Λιόσια, τα μεταβατικά αποσπάσματα επικουρούμενα από πολίτες ξεχύνονται στην Αττική, τη Μεγαρίδα, τη Βοιωτία και τη Λοκρίδα κυνηγώντας τους ληστές και την επικήρυξη που μεταφραζόταν σε χρηματικό ποσό και πολλές φορές σε λάφυρα από τα κεμέρια και τα ασημοποίκιλτα όπλα των ληστών. Επί ενάμιση μήνα οι ληστές καταδιώκονται απηνώς και στις 12 Ιουλίου του 1856 στο Ζεμενό ο Νταβέλης μαζί με άλλους 4 αρχιληστές και 18 συντρόφους του εξοντώνονται έπειτα από σκληρή εξάωρη μάχη με στρατιώτες και πολίτες. Ηταν ασφαλώς η πλέον εντυπωσιακή επιτυχία των διωκτικών αρχών στον πόλεμο με τη ληστεία/ληστοκρατία που ταλαιπωρούσε τη μικρή βαλκανική χώρα από την ίδρυσή της.
Ηδη ο μοίραρχος Α. Πλέσσας με την από 20ής Ιουνίου 1856 αναφορά του ενημερώνει ότι στις 15 Ιουνίου η συμμορία του «Δαβέλη» επιβιβάστηκε από όρμο της περιφέρειας Ειδυλλίας, από το Πόρτο Γερμενό, σε πλοιάριο του Ευσταθίου Κουγιάλα και αποβιβάστηκε στην Αλυκή Δομβραίνας, όπου, αφού κατέστρεψε μερικές κυψέλες, απέπλευσε αμέσως για την Αντίκυρα. Στην πορεία προς τον όρμο της Αντίκυρας η συμμορία του Νταβέλη συνάντησε καθ’ οδόν άλλο πλοίο ταχύτερο του πρώτου και προτίμησε αυτό…
Την καταδίωξη του Νταβέλη ανέλαβαν από ξηράς ο δήμαρχος Θίσβης και ο ανθυπολοχαγός Δημήτριος Τσίπρας από τη θάλασσα, οι οποίοι συναντήθηκαν με τον αρχικό πλοιοκτήτη Κουγιάλα στην παραλία του Κυριακίου. Ο Κουγιάλας –για τον οποίο ο ευσυνείδητος μοίραχος Πλέσσας εκφράζει υπόνοιες ότι σκοπίμως μετέβη στο Πόρτο Γερμενό για να παραλάβει τους ληστές κατόπιν προσυνεννοήσεως– πληροφόρησε τους διώκτες του Νταβέλη ότι ο διαβόητος λήσταρχος με τους συντρόφους του αποβιβάστηκε στην Καλαμιώτισσα στις 16-17 Ιουνίου και κατευθύνεται προς τον Οσιο Λουκά.
Ο μοίραρχος Πλέσσας, που ήταν επικεφαλής του Γραφείου Χωροφυλακής στο υπουργείο Στρατιωτικών, κλείνοντας την αναφορά του δεν παραλείπει να σημειώσει τη συμφωνία του περί της αναγκαιότητας στάθμευσης στον Κόλπο της Δομβραίνας πλοίου του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού που με συνεχείς περιπολίες μεταξύ Αντίκυρας και Λουτρακίου θα καθιστούσε δυσχερή τη διαφυγή των ληστών από θαλάσσης.
Πράγματι με διαταγή του υπουργείου Ναυτικών μικρό βοηθητικό πλοίο του Στόλου ανέλαβε περιπολίες στον Κορινθιακό.
Ο Νταβέλης στη Βοιωτία
Εν τω μεταξύ ο μοίραρχος Βοιωτίας Πέτρος Βακάλογλου, φιλόδοξος, δραστήριος, γενναίος και σπουδαίος γνώστης συνθηκών, προσώπων και αιτιών για την εξάπλωση της μάστιγας της ληστείας, μόλις πληροφορήθηκε ότι οι ληστές βρίσκονται στην περιοχή του αποφάσισε την κατάληψη της Αρβανίτσας στα Κούκουρα, που αποτελεί διάβαση σημαντική, και διέταξε τον ανθυπολοχαγό Τσίπρα να καταδιώξει κατά πόδας τον Νταβέλη. Διαταγές να καταληφθούν όλες οι «ύποπτες» θέσεις στη Βοιωτία έλαβαν από τον Βακάλογλου ο υπολοχαγός Τζήρος που προωθήθηκε στα Καμπιά, ο Μέγας που κατέλαβε την περιοχή Ζεμενού-Στενής και ο υπομοίραρχος Λοκρίδας, ο οποίος με ισχυρό απόσπασμα απέκλεισε την περιφέρεια Ορχομενού-Ακραιφνίου. Όμως οι ληστές διέφυγαν και πάλι προς τη Μεγαρίδα.. Ηταν η τελευταία νίκη τους. «Ακολούθησε ένα δεκαήμερο συντονισμένων ενεργειών από πολλά αποσπάσματα με τη βοήθεια πεπειραμένων ιχνηλατών οδηγών της εθνοφυλακής και τη συνδρομή πολλών χωρικών της περιοχής που κλήθηκαν στα όπλα από τους δημάρχους», αναφέρει ο Ιωάννης Κολιόπουλος. Η τεράστια κινητοποίηση του κρατικού μηχανισμού επρόκειτο να αποδώσει: Το μεταβατικό απόσπασμα Μεγαρίδας με επικεφαλής τον ταγματάρχη Χωροφυλακής Γεώργιο Γενοβέλη ανακάλυψε εν τέλει τον Νταβέλη και τους συντρόφους του στη θέση Βαρκό και παρότι έγινε αντιληπτό από τους ληστές και έτσι επέτρεψε στο κύριο σώμα της συμμορίας να αναδιπλωθεί έστω και με δύο νεκρούς και να διαφύγει προς τη Λιβαδειά σήμανε την αρχή του τέλους για τον αρχιληστή Χρήστο Νταβέλη.
Στο τέλος Ιουνίου ο Νταβέλης ενώνεται με τον Φουντούκη, που είχε μαζί του τρεις συντρόφους και με τον Μπελούλια ή Κακαράπη που είχε έναν και χάνονται στα δάση του Ελικώνα.
Στις αρχές Ιουλίου ο μοίραρχος Βοιωτίας Πέτρος Βακάλογλου, ύστερα από συμπλοκή με τους ληστές που προσπάθησαν να απελευθερώσουν τον συλληφθέντα λήσταρχο Μπαρμπαγιάννη, διέταξε τους υπολοχαγούς Μέγα, Αυγέρη και Μέρμηγκα να ερευνήσουν όλα τα κρησφύγετα και τα λημέρια στις περιοχές της Λιβαδειάς, του Οσίου Λουκά και του Κυριακίου. Για το Ζερίκι τις έρευνες ανέλαβε ο ανθυπολοχαγός Χαράλαμπος Στρίμπερης. Ο Μέγας και ο Αυγέρης ανακάλυψαν τους ληστές στη θέση Ρόγκια, μεταξύ Κυριακίου και Οσίου Λουκά. Οι συμμορίες που εν τω μεταξύ περιελάμβαναν και τον Ζαφείρη αλλά και τον Κουκουβίνο με τους συντρόφους τους τράπηκαν προς τον Οσιο Λουκά. Τα μεταβατικά αποσπάσματα με τη βοήθεια των οδηγών και των χωρικών προσπάθησαν να κυκλώσουν τους ληστές, αλλά οι σκληροτράχηλοι συμμορίτες κατόρθωσαν και πάλι να διαφύγουν.
Εν τέλει και καταδιωκόμενοι από τον Μέγα και τους άλλους αξιωματικούς το βράδυ της 11ης Ιουλίου 1856 οι ληστές έφτασαν στη θέση Ακρινό Νερό όπου υπήρχε τυραποθήκη της Μονής Ιερουσαλήμ και αφού γευμάτισαν κρύφτηκαν να διανυκτερεύσουν εκεί κοντά. Το πρωί της 12ης Ιουλίου ο Λουκάς Δελής, «συνταξιούχος δεκανεύς και οδηγός», που αφίχθη στην περιοχή της Μονής επικεφαλής 15 ανδρών κατόπιν διαταγής του υπολοχαγού Μέγα, ενημερώθηκε για την παρουσία των ληστών από τον αρχιποιμένα της Μονής Ιερουσαλήμ Ευγένιο Αλογοσκούφη. Αμέσως ειδοποίησε τους αρχηγούς των μεταβατικών αποσπασμάτων Μέγα, Τσίπρα και Στρίμπερη και τους δημάρχους Χαιρώνειας, Ευστάθιο Νικολάου, και Αράχωβας, Λουκά Καλπούζο. Οι ληστές υποχώρησαν και προσπάθησαν να διαφύγουν χωρίς να συμπλακούν με τα αποσπάσματα, όμως εμποδίστηκαν από τον ηγούμενο της Μονής Ιερουσαλήμ Ιωσήφ Μελισσάρη, που ήταν επικεφαλής 15 ένοπλων μοναχών, και τον παρέδρο του δήμου Χαιρωνείας Ν. Τσιμτσιλή. Έτσι κυκλώθηκαν και οχυρώθηκαν στο ύψωμα του Ζεμενού στη θέση Δερβένι, Κούλια «κοντά στο σημείο όπου ο Οιδίπους είχε σκοτώσει τον Λάιο».
Οι ενισχύσεις από τα πλησιέστερα χωριά άρχισαν να καταφθάνουν, ωστόσο οι ληστές παρότι είχαν περιέλθει σε δεινή θέση αντιστάθηκαν πεισματικά. Η μάχη διήρκεσε από τις 12:00 έως τις 18:00, ώρα που τα πυρομαχικά των ληστών άρχισαν να εξαντλούνται. Τότε ο μοίραρχος Βακάλογλου έδωσε το σύνθημα της εφόδου και ο ανθυπολοχαγός Ιωάννης Μέγας πρώτος όρμησε στα οχυρώματα του Μπελούλια ή Κακαράπη, του λήσταρχου από το Κυριάκι που ήταν βαριά χτυπημένος. O Μπελούλιας (κατά την επίσημη αναφορά του δημάρχου Χαιρωνείας Ευσταθ. Νικολάου τον Μέγα πυροβόλησε και σκότωσε ο ίδιος ο Νταβέλης) πυροβόλησε και πλήγωσε τον Αραχωβίτη υπολοχαγό και οι σύντροφοί του ληστές τον αποτελείωσαν με τα γυμνά γιαταγάνια τους. Όμως η τροπή της μάχης ήταν οριστική: στρατιώτες και χωρικοί εισήλθαν στα οχυρώματα των ληστών και τα κατέλαβαν. Οι ληστές σκοτώθηκαν όλοι επί τόπου, ή καθώς ετρέποντο σε φυγή, εκτός από πέντε οι οποίοι «εζωγρήθησαν», δηλαδή συνελήφθησαν ζωντανοί/ αιχμάλωτοι. Και τραυματισμένοι.
Πρώτη αναφορά Πέτρου Βακάλογλου
Στις 13 Ιουλίου ο μοίραρχος Πέτρος Βακάλογλου από την Αράχωβα, όπου είχε μεταβεί για να αποδώσει με τα αποσπάσματα τιμές στην κηδεία του Ιωάννη Μέγα, αποστέλλει την πρώτη μετά την τεράστια επιτυχία των διωκτικών αρχών αναφορά προς το υπουργείο Στρατιωτικών με τίτλο «Παντελής καταστροφή πέντε ληστρικών συμμοριών των ληστάρχων Λουκά Μπελούλια ή Κακαράπη, Χρήστου Δαβέλη, Ιωάννου Ζαφείρη, Λουκά Φουντούκη και Νικολάου Τζόπα Κουκουβίνου». Οι απώλειες των αποσπασμάτων, σύμφωνα με αυτή την πρώτη αναφορά, περιελάμβαναν ένα νεκρό, τον υπολοχαγό Ιωάννη Μέγα, και τραυματίες τον οδηγό Οδυσσέα Μαυροδήμο από την Αγόριανη, τον Ευστάθιο Τομαρά από την Αράχωβα, που ήταν παλιός στρατιωτικός, τον Δημ Πατζιαλό από τη Δαύλεια, τον Ιωάννη Σκούζα ή Καΐλη και τον Λουκά Παππά από το Δίστομο και τον Ματθαίο Κυριακάτη από το Στείρι. Επισυνάπτεται στην αναφορά του Πέτρου Βακάλογλου ο κατάλογος των ληστών που έπεσαν νεκροί ή συνελήφθησαν ζώντες. Παρατίθεται εδώ με μικρές αλλαγές (δημοτική γλώσσα) και με επιφύλαξη παραδρομής λόγω δυσανάγνωστου χειρογράφου.
Ονομαστικός Κατάλογος των κατά τη 12 Ιουλίου ε.έ. φονευθέντων και ζωγρηθέντων αρχιληστών και λοιπών
- Λουκάς Μπελούλιας ή Κακαράπης από το Κυριάκι του Δήμου Λεβαδέων, επαρχίας Λεβαδείας, που εφονεύθη.
- Χρήστος Δαβέλης, βλαχοποιμήν, σκηνίτης, που εφονεύθη.
- Λουκάς Φουντούκης από τη Δεσφίνα, Δήμου Αντικύρας επαρχίας Παρνασσίδας, που εφονεύθη.
- Ιωάννης Ζαφείρης από τη Μάνδρα του Δήμου Ελευσίνας, επαρχίας Μεγαρίδας, που εφονεύθη.
- Ν. Τζώπας ή Δαφνής Κουκοβίνος, επαρχία Χαλκίδας, που συνελήφθη πληγωμένος.
- Κολιός Θηβαίος από το Αμπελοσάλεσι (σημερινό Αμπελοχώρι) Θηβών, επαρχίας Θηβών, που εφονεύθη.
- Κώστας Πλατανιάς, βλάχος σκηνίτης, που εφονεύθη.
- Χρήστος Πλατής, βλάχος, που εφονεύθη.
- Ιωάννης Κολοκοτρώνης, Πελοποννήσιος, που εφονεύθη.
- Διονύσιος Μοναχός από το Κυριάκι Δήμου Λεβαδέων, επαρχίας Λεβαδείας, που εφονεύθη.
- Π. Φλώρος Θηβαίος από τη Θήβα του Δήμου Θηβαίων, επαρχίας Θηβών, που εφονεύθη.
- Τάσος Βυλλιώτης από τα Βύλλια του Δήμου Ειδυλλίας, επαρχίας Μεγαρίδας, που εφονεύθη.
- Μήτρος Σκανδάλης, βλάχος, που εφονεύθη.
- Τάσος Δαβέλης, βλάχος σκηνίτης, που εφονεύθη.
- Γιώργος εκ του Οθωμανικού (πολλοί ληστές περνούσαν τα σύνορα Ελλάδας Τουρκίας που ήταν διάτρητα), αγνώστων λοιπών στοιχείων, που εφονεύθη.
- Σπύρος Δουδούμης, βλάχος σκηνίτης, που εφονεύθη.
- Μήτρος, άγνωστος, που εφονεύθη.
- Κώστας Τσέλιος, Χειμαρραίος (;) εκ του Οθωμανικού, που εφονεύθη
- Ν. Μπούκουρας, βλάχος εκ του Οθωμανικού, εφονεύθη
- Ιωάννης Τζιμπουκλάρας από το Στεβενίκο του Δήμου Πέτρας, επαρχίας Λεβαδείας, που συνελήφθη πληγωμένος.
- Ιωάννης Μωραϊτόπουλος από το Κυριάκι του Δήμου Λεβαδέων, επαρχίας Λεβαδείας, που συνελήφθη αιχμάλωτος.
- Βασίλειος Γεωργίου Τισκέας, βλάχος σκηνίτης, που συνελήφθη πληγωμένος
- Γ. Παλιούρας, βλάχος σκηνίτης, που συνελήφθη πληγωμένος.
Η περιγραφή της μάχης του Ζεμενού από τον μοίραρχο Βοιωτίας Βακάλογλου
Εξι ημέρες μετά την αιματηρή σύγκρουση, στις 18 Ιουλίου, από τη Λιβαδειά ο μοίραρχος και αρχηγός των μεταβατικών αποσπασμάτων Βοιωτίας Πέτρος Βακάλογλου αποστέλλει πλέον πλήρη αναφορά με την περιγραφή της μάχης του Ζεμενού, όσων προηγήθηκαν και όσων ακολούθησαν. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα για μια σειρά από λόγους η περιγραφή, που δημοσιεύτηκε και στον Τύπο της εποχής ως άμυνα της κυβέρνησης Βούλγαρη απέναντι στις βολές της αντιπολίτευσης.
Ο ΜΟΙΡΑΡΧΟΣ ΒΟΙΩΤΙΑΣ, ΔΙΟΙΚΗΤΗΣ
ΤΟΥ ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΟΥ ΑΥΤΗΣ
ΠΡΟΣ ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΩΝ ΤΩΝ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΩΝ
(Γραφείον Χωροφυλακής)
«Έκθεσις περί παντελούς εξοντώσεως των συμμοριών των λήσταρχων, Μπελούλια. Δαβέλη και λοιπών.
Μετά την συμπλοκήν της 2 Ιουλίου, περί ης διέλαβεν η υπ’ αριθ. 730 αναφορά μου, οι λήσταρχοι Μπελούλιας, Δαβέλης, Φουντούκης, Ζαφείρης και Ν. Τζόπας, μετά των οπαδών των, ωλημέρευσαν δύο ημέρας εiς την θέσιν Αγιος Βασίλειος, κειμένην μίαν ώραν μακράν του Αγίου Θεοδώρου, όπου είχον αποκλεισθή. Την δε εσπέραν της 4ης θραύσαντες τας θύρας του εκείσε μετοχίου του Οσίου Λουκά, αφήρεσαν τροφάς τινας και έλαβον διεύθυνσιν άγνωστον. Την πρωίαν της 8ης ο εξ Αραχώβης Ευστάθιος Θεοχάρης, ανήγγειλε προς τον δήμαρχον αυτής, ότι οι ειρημένοι λήσταρχοι, μεταβάντες εις το κατά την θέσιν Κούβελον, κειμένην πλησίον της Αραχώβης, ποιμνιοστάσιον του, ωλημέρευσαν την 6ην και την 7ην, μέχρις εσπέρας, ότε έλαβον διεύθυνσιν άγνωστον.
Ο ειρημένος δήμαρχος διέταξεν αμέσως γενικήν ιχνηλασίαν εξ ικανών συνδημοτών του, μέρος των οποίων ανακαλύψαντες τους ληστάς επί τη καταδείξει του Γιαννάκη Ζήρου, Αραχωβίτου, εις την θέσιν Στρογγυλή της Αραχώβης, τους κατεδίωξαν, επί κεφαλής έχοντες τον Τάσην Ανδριόπουλον, οδηγόν, περί την 8ην μ.μ., μέχρι της θέσεως Πλούβαρι, κειμένης μεταξύ Δαύλιας και Αγίας Μαρίνης.
Την 9ην, ο υπολοχαγός Μέγας ανέφερε, δια της υπ’ αριθ. 59 αναφοράς του, ότι οι λησταί διέβησαν εις τα Βασιλικά της Λοκρίδος, αλλ’ ούτοι, αλλάξαντες διεύθυνσιν, μετέβησαν εις την θέσιν Μαυρόλογγον της Βελίτζης. Κατεδείχθησαν δε εις το απόσπασμα του ανθυπολοχαγού Ταμπούρη υπό του Λουκά Γ. Αούοικα, κατοίκου Βελίτζης την εσπέραν, ότε δεν ήτο καιρός να καταδιωχθώσι.
Την νύκτα της 11ης οι λησταί μετέβησαν εις την εν Ακρινώ Νερώ του Παρνασσού τυραποθήκην της Μονής Ιερουσαλήμ, και αφαιρέσαντες ποσότητα τινά τυρού, ωλημέρευσαν πλησίον αυτής. Λίαν δε πρωί της 12ης, ο συνταξιούχος δεκανεύς και οδηγός Λουκάς Γ. Δελής μετέβη εκείθεν, τη διαταγή του αποσπασματάρχου Μέγα, ίνα καταλάβη θέσιν τινά. Ειδοποιηθείς δε περί της ολημερεύσεως των ληστών, παρά του αρχιποιμένος της Μονής, μοναχού Ευγενίου Αλογοσκούφη, εκρύβη μετά των 15 οπλιτών αυτού (ίνα μη ιδόντες αυτόν οι λησταί αναχωρήσωσι), και ειδοποίησε παρά χρήμα δι’ επιστολών του τους αποσπασματάρχας Μέγαν, Στρίμπερην και Τσίπραν ευρισκομένους επί του Παρνασσού, τους δημάρχους Χαιρώνειας και Αραχώβης καί τον ηγούμενον της Ιερουσαλήμ, εξ ων οι ρηθέντες αποσπασματάρχαι, φθάσαντες εκείσε, δύο ώρας μετά την ανατολήν του ηλίου, ήρξαντο της καταδιώξεως αυτών. Οι λησταί, ιδόντες προσεγγίζοντα τα αποσπάσματα, διηυθύνθησαν προς τα υψηλότερα μέρη του Παρνασσού.
Αλλ’ ο ηγούμενος της Ιερουσαλήμ Ιωσήφ Μελισσάριος μετά δέκα μοναχών και υπηρετών του καταλαβών την θέσιν Λακκώματα (ήτις είναι στενωπός τις, εξ ης και μόνης ηδύναντο να διευθυνθώσιν οι λησταί προς τα άνω μέρη του Παρνασσού), πυροβολήσαντες τους ηνάγκασαν και ήλλαξαν διεύθυνσιν προς τον Ελικώνα, δια του όρους Ζωιτού, παρ ‘ω και εν τη θέσει Κοκκίνη Στενή, συνηντήθησαν μετά των κατοίκων Δαυλίας, εχόντων επί κεφαλής τον δημαστυνόμον πάρεδρον Χαιρώνειας Ν. Τσιμτσιλήν, ενώ έτεροι κάτοικοι αυτής μετά του γραμματέως Πέτρου Παπαλουκοπούλου προλαβόντες κατέλαβαν ετέραν τινά θέσιν κάτωθεν του Ζωιτού, απέκρουσαν τους ληστάς και ηνάγκασαν αυτούς, αποκάμοντας εκ της καταδιώξεως, να οχυρωθώσι περί την μεσημβρίαν εν τη θέσει Δερβένι Κούλια του Ζεμενού. Η θέσις αύτη είναι χθαμαλός τις πετρώδης λοφίσκος, κείμενος μεταξύ Δαύλιας, Διστόμου και Αραχώβης. έμπροσθεν του Ζεμενού, εις τους πρόποδας του Παρνασσού, υπάρχουσι δε εν αυτώ ερείπια οχυρωμάτων, από της εποχής της Επαναστάσεως.
Οχυρωθέντων των ληστών, μετ’ ου πολύ, έφθασαν εκείσε οι αποσπασματάρχαι Μέγας, Στρίμπερης και Τσίπρας, έχοντες υπ’ αυτούς δέκα χωροφύλακας, 26 επικουρικούς και 61 οδηγούς και εθνοφύλακας, και οι κάτοικοι Δαυλίας εβδομήκοντα περίπου μετά των μοναχών, και ήρχισαν τον ακροβολισμόν. Μετά ταύτα δε μετέβησαν εκείσε και εβδομήκοντα περίπου Διστομίται και Στιριώται υπό την οδηγίαν του ειδικού παρέδρου Αθαν. Τσάθα και του ανθυπολοχαγού της Φάλαγγος Λουκά Τσεκούρα, και κατόπιν αφίχθησαν εξήκοντα περίπου Αραχωβίται υπό την οδηγίαν του αρχαίου στρατιωτικού Ευσταθίου Τομαρά και του δασονόμου Χρ. Μελισσόβα, και κατέλαβον τα μεν αποσπάσματα και οι Δαυλιώται το αρκτικοανατολικόν μέρος, οι Αραχωβίται το αρτικοδυτικόν, οι δε Διστομίται το δυτικομεσημβρινόν.
Ότε δε άπαντες οι ειρημένοι αφίχθησαν εκεί, ο πυροβολισμός εγένετο εξ αμφοτέρων των μερών πεισματώδης, μέρος δε των ληστών ηναγκάσθησαν από τους Αραχωβίτας να εγκαταλείψωσιν οχυρώματά τίνα, τα οποία κατείχον προς το αρκτικοδυτικόν μέρος, και να οχυρωθώσι προς το αντίθετον αυτού, το οποίον ήτο και υψηλότερον και οχυρότερον. Αλλ’ εν τοσούτω, προ της αφίξεως ημών, ουδείς των ληστών ή των ημετέρων είχε πληγωθή κατά την συμπλοκήν, η δε σύγκρουσις περιωρίζετο, κατά την συνήθειαν των ελαφρών και χωρικών, εις το να πυροβολώνται αμοιβαίως εκ των οχυρωμάτων.
Και επειδή οι αποσπασματάρχαι υπέθετον ότι ευρισκόμεθα εις το χωρίον Κυριάκι, ή ότι μετέβημεν εις Θήβας, ως ψευδώς διεφημίσθη εις το μέρος της συμπλοκής, και ότι δεν θα δυνηθώμεν να φθάσωμεν εκείσε, είχον αποφασίσει οι αποσπασματάρχαι Μέγας, Στρίμπερης και Τσίπρας να καταλάβωσι δια κλήρου προς το εσπέρας τάς θέσεις εξ ων ηδύναντο να εξορμήσωσιν οι λησταί. και να αποκατασταθή υπεύθυνος εκείνος εξ αυτών, εκ της θέσεως του οποίου ήθελον εξορμήσει.
Την 3ην μ.μ. ώραν ειδοποιηθείς εξ επιστολής του οδηγού Μαρκαντώνη, ευρεθέντος εις το χωρίον Στίρι, ότι προς το μέρος του Ζεμενού ακόωνται πυροβολισμοί, έδραμον μετά του υπό τας διαταγάς του υπολοχαγού του 2ου συντάγματος Δ. Τζήρου αποσπάσματος της γραμμής μετά του επικουρικού υπομοιράρχου Κ. Μ. Πρωτόπαπα και μετά 15 χωροφυλάκων, οίτινες μετά του ρηθέντος αποσπάσματος διετέλουν υπό τας αμέσους διαταγάς μου, από την μονήν του Οσίου Λουκά, εις ην είχον διανυκτερεύσει, προς το μέρος όπου ηκούοντο οι πυροβολισμοί, όπου δια κατεσπευσμένης πορείας αφίχθην την 5ην ώραν μ.μ. έχων και δύο φορτία πολεμεφοδίων.
Άμα δε αφιχθείς διένειμα πυριτοβολάς εις πολλούς οίτινες τας είχον εξοδεύσει, διέταξα να αναπαυθώσιν επί δέκα λεπτά της ώρας οι υπό τάς διαταγάς μου άνδρες και ακολούθως διέταξα τους σαλπιγκτάς να ηχήσωσιν έφοδον κατά των ληστών, χωρίς προηγουμένως να λάβω ουδεμίαν συνέντευξιν μετά των αποσπασματαρχών, και διαιρέσας εις δύο το απόσπασμα της Γραμμής και τους λοιπούς υπό τας διαταγάς μου διατελούντος, επετέθημεν κατά του οχυρώματος των ληστών μετά του υπολοχαγού Α. Τζήρου εκ δύο διευθύνσεων από το ανατολικόν μεσημβρινόν μέρος.
Οι λησταί, οίτινες είχον αποκλεισθή στενώς εκ μέρους των προρρηθέντων αποσπασμάτων και μέρους των κατοίκων Δαυλίας, αντέστησαν επί μικρόν και ακολούθως ήρχισαν να ρίπτωσι τα όπλα των, ότε οι ημέτεροι εισεπήδησαν εις τα οχυρώματά των (είτε διότι δεν είχον καιρόν να γεμίσωσιν, είτε δια να δοθώσιν οι ημέτεροι εις τα λάφυρα και λάβωσι καιρόν να διασωθώσι) καί να πυροβολώσι κατά των ημετέρων δια των πιστολιών των εκ των οχυρωμάτων των και μετ’ ου πολύ φονευθέντων και πληγωθέντων πολλών εξ αυτών, εδόθησαν οι επίλοιποι εις φυγήν ξιφήρεις, ρίπτοντες τας πιστόλας και πυριτοθήκας των προς τον αυτόν σκοπόν της διασώσεως των, και καταδιωκόμενοι εφονεύθησαν εντός τινός παρακειμένου ρεύματος.
Δύο δε εξ αυτών διασωθέντες αβλαβείς και προχωρήσαντες ικανόν διάστημα, συνελήφθησαν παρά των ιππέων χωροφυλάκων Ι. Κοχύλη και Αθ. Βούλγαρη. Εις δε έτερος πληγωθείς εις τους πόδας και προσποιηθείς τον φονευμένον εδόθη εις φυγήν από το αντίθετο μέρος του ρεύματος και συναντηθείς παρά τίνων κατοίκων Δαυλίας συνελήφθη και μετεφέρθη ενταύθα.
Εκ των ημετέρων εφονεύθη δυστυχώς άμα εισπηδήσας εις το οχύρωμα των ληστών παρά τινος εξ αυτών δια πιστολίου ο υπολοχαγός αποσπασματάρχης Αραχώβης και Χαιρωνείας Ιωάννης Μέγας, και επληγώθησαν δια πιστολίου ελαφρώς εντός των οχυρωμάτων ο Οδυσσεύς Μαυροδήμος οδηγός και δια ξίφους ο πολίτης Ευστ. Τομαράς εξ Αραχώβης, κατά την εξόρμησιν των ληστών ο Δημ. Πατζαλός εκ Δαυλίας, Ιωάν. Σκούζας και Λουκάς Παππά εκ Διστόμου, και ο Ματθαίος Κυριακάτης εκ Στιρίου, άπαντες ακινδύνως. Εις την καταστροφήν ταύτην των ληστών συνετέλεσαν τα μέγιστα εκτός των ειρημένων αποσπασματαρχών και οι δήμαρχοι Αραχώβης Λουκάς Καλπούζος και Χαιρώνειας Ευστάθιος Νικολάου, οίτινες μετά πολλών συνδημοτών των προαποσταλέντων παρ’ αυτών προς καταδίωξιν των ληστών, μετέβησαν βραδύτερον και παρευρέθησαν εις τον αποκλεισμόν αυτών.
Ο ειδικός πάρεδρος Διστόμου Αθ. Τσάθας και ο πρόκριτος αυτού ανθυπολοχαγός της Φάλαγγος Λουκάς Τσεκούρας, οίτινες και εις την συμπλοκήν της 2 τρ. μηνός ως και εις την προκειμένην μετέβησαν αυθόρμητοι μετά 60 περίπου συγχωρίων των και ελαβον μέρος εις τας συμπλοκάς. Ο ηγούμενος της μονής Ιερουσαλήμ Ιωσήφ Μελισσάριος, όστις ημπόδισε τους ληστάς εις το να διευθυνθώσιν εις τα υψηλά μέρη του Παρνασσού, ως άνω είρηται. Ο δημοστυνομεύων πάρεδρος Χαιρώνειας Ν. Τσιμτζιλής και ο γραμματεύς αυτής Π. Παπαλουκόπουλος, οίτινες εμπόδισαν αυτούς επίσης να διευθυνθώσιν εις τον Ελικώνα, ως προείρηται, και διεκρίθησαν οι εν τω εγκλειστώ καταλόγω σημειούμενοι, οίτινες αξιούνται βραβεύσεως εκ μέρους της Βασιλ. Κυβερνήσεως, και υπέρ ενός εκάστου των οποίων σημειώ την κατ’ εμήν γνώμην δικαίαν αμοιβήν.
Προς το τέλος της συμπλοκής αφίχθη και ο ανθυπολοχαγός Ν. Ταμπούρης με το υπό την οδηγίαν του απόσπασμα, και κατόπιν ο υπομοίραρχος Κ. Δ. Μοσκοβάκης. Ο δε υπομοίραρχος Κ.Π.Κλήρης μετά του επικουρικού υπομοιράρχου Κ. Αποστ. Δημητρίου και μετά του επάρχου Λεβαδείας, μεταβαίνοντες εις την θέσιν της συμπλοκής και πληροφορηθέντες την καταστροφήν των ληστών παρά του κομίζοντος την είδησιν ταύτην χωροφύλακος, επανήλθον εις Λεβαδείαν….
Εν Λεβαδεία τη 18 Ιουλίου 1856
Π.Βακάλογλους,
Μοίραρχος
Η περιγραφή της μάχης του Ζεμενού από τον δήμαρχο Χαιρωνείας Ευστάθιο Νικολάου
Επίσημη έκθεση προς τον έπαρχο Λεβαδείας Δημητρακόπουλο υπέβαλε και ο δήμαρχος Χαιρωνείας Ευστ. Νικολάου, όπου δίδει τη δική του εκδοχή για τα γεγονότα και η οποία είναι εξίσου ενδιαφέρουσα και σε μερικά σημεία διαφορετική από εκείνη του Βακάλογλου.
«Εκθεσις γενική περί του αποτελέσματος των εν Ζεμενώ εξοντωθεισών ληστοσυμμοριών των Μπελιούλη κ.λπ.»
…. Την νύκτα της 8 προς 9 Ιουλίου, ο δήμαρχος Χαιρώνειας Ευστάθιος Νικολάου, ειδοποιηθείς, δια τίνος ποιμένος, δια την διάβασιν των ληστών, έπεμψε τους αστυνομικούς φύλακας και απόσπασμα δημοτών Δαυλίου προς καταδίωξιν κατά το μέρος Αγίας Μαρίνης, ειδοποιήσας τη ιδία στιγμή τους παρέδρους Αγίας Μαρίνης και Βελίτσας, τους δημάρχους Δρυμίας και Ελάτειας, και τα γύρωθεν αποσπάσματα. Η τοιαύτη ταχίστη ειδοποίησις, έφερε αποτέλεσμα ευάρεστον, διότι εμποδίσθη η εκ του Παρνασσού έξοδος των ληστών. Ο οδηγός Λουκάς Δελής, ευρισκόμενος εις Κοκκίνην, ειδοποιήθη αμέσως και έφθασε περί την 7ην π.μ. ώρα της 9 Ιουλίου, διευθυνθείς κατόπιν προς ενίσχυσιν των πολιτών.
Την 11 Ιουλίου, ο οδηγός Λουκάς Δελής, ήτον εν Δαυλίδι, πιπτούσης βροχής ραγδαιοτάτης, ήτις διήρκεσε μέχρι του μεσονυκτίου δια νυκτός δε προσεκλήθησαν οι Δαυλιείς εις τα όπλα. Διακοπείσης της βροχής, ο οδηγός Λουκάς Δελής, διευθύνθη προς την μονήν Ιερουσαλήμ, κατόπιν δε και το εκ Δαυλιέων απόσπασμα. Περί δε την 9 ώραν π.μ. της 12 Ιουλίου, εμπιστευτική κατάδειξις έφθασεν εις την δημοτικήν αρχήν Χαιρώνειας, περί της εν τη άνωθι της στάνης Σφουντουραίων θέσει «Κρυφονέρι» εμφωλεύσεως των ληστών, και αμέσως διετάχθησαν όλοι οι πολίται Δαυλείς να εξέλθωσιν ένοπλοι. Τη ιδία στιγμή, ειδοποιήθη το Επαρχείον, ο δήμαρχος Αραχώβης, ο πάρεδρος Διστόμου και ο πάρεδρος Αγίου Βλασίου. Ο οδηγός Λουκάς Δελής, ειδοποιηθείς από τον αρχιποιμένα της Μονής Ιερουσαλήμ περί της διαβάσεως των ληστών, έσπευσε να μας ειδοποίηση περί την 10 ώραν π.μ. ότε και εξησκήθη η μεγαλύτερα δραστηριότης εκ μέρους των δημοτικών υπαλλήλων προς συγκέντρωσιν των πολιτών. Τη ιδία στιγμή, ο δημαρχιακός γραμματεύς Π. Λουκόπουλος, ο δημαρχιακός πάρεδρος Ν. Τσιμτσιλής και ο ενωμοτάρχης της 75 Ενωμοτίας των Πεζών, Δημήτριος Χρηστόπουλος, με τους υπάρχοντας χωροφύλακας, λαβόντες τους πολίτας, διευθυνθησαν προς κατάληψιν των θέσεων, προς το μέρος των ληστών.
Αμα δε ούτοι εξήλθον άνωθεν του χωρίου Δαυλίδος, ο οδηγός Λουκάς Δελής, πλησιάσας εις την εμφώλευσιν των ληστών, ήρξατο του πυροβολισμού. Τότε, το εκ Δαυλίδος β απόσπασμα ως είρηται, διαιρεθέν εις δύο έτρεξε, το μεν προς ενίσχυσιν του οδηγού Δελή, το δε προς κατάληψιν θέσεων επί του μέρους της Στενής και Ζωϊτού Διστομου. Οι λησταί κατέβαινον από την θέσιν του Ακρινού Νερού προς την Κόκκινην Στενήν, δια να διαβώσι εκείθεν προς Βάγιαν, όρος Στειρίου και αποφύγωσι την καταδίωξιν αβλαβείς. Αλλ’ ο δημαστυνομεύων Πάρεδρος Ν. Τσιμτσιλής, με το απόσπασμα επρόλαβε την θέσιν Στενής και Ζωϊτού. Αποκρουσθέντες, οι λησταί, διευθύνθησαν προς τον Ζεμενόν Κούλιας Δερβενίου του δήμου Χαιρώνειας, μεταξύ των ορίων αυτού και του της Αραχώβης. Κατόπιν των ληστών ήρχετο το απόσπασμα του Λουκά Δελή, του Οδυσσέως Μαυροδήμου και του Ι. Μέγα, και των ανωτέρω αξιωματικών, οίτινες, ευρισκόμενοι εν τω Παρνασσώ, και λαβόντες γνώσιν της προς το μέρος Ακρινό Νερό διευθύνσεως των ληστών, έφθασαν εις το μέρος αυτό πριν αρχίση τον πυροβολισμόν ο οδηγός Λουκάς Δελής, αναφανέντες εις την Λούγαρην. Με την παρουσίαν τούτων, οι λησταί, ετράπησαν εις φυγήν, αφήσαντες τάς τροφάς των, καθόσον ο Δελής, έμενε μυστικά μέχρι της αφίξεως και άλλων αποσπασμάτων. Κατόπιν των αποσπασμάτων τούτων, έτρεξε και ο Ηγούμενος της Μονής Ιερουσαλήμ, Ιωσήφ Μελισσάριος, με 15 ενόπλους μοναχούς.
Όθεν, διευθυνθέντες, οι λησταί προς την Κούλια Δερβενίου, ωχυρώθησαν εν τη θέσει εκείνη περί την μεσημβρίαν, ότε έφθασε και ο Πάρεδρος Διστομου Ιωάννης Αθ. Τσάθας, αρχαίος στρατιωτικός, με τον εκ Διστόμου πρόκριτον Λουκάν Τσεκούραν και τους συγχωρίους του και των τριών ιερέων, όστις και προκατέλαβε προς την μεσημβρίαν επικίνδυνον θέσιν. Ο δημαρχ. γραμματεύς Π. Λουκόπουλος, επιστρέψας από το Αϋφαντίνον, κατηνάγκασε μυριοτρόπως τους μείναντας εισέτι πολίτας δια να εξέλθωσιν, λαβών δε τον αποθηκάριον Νικ. Λαζαρήν εξ Αραχώβης (οίτινες ήσαν αιχμάλωτοι από τους ιδίους ληστάς), τον δημοδιδασκαλον Δαυλίδος Κωνστ. Δ. Πεπόναν, και απόσπασμα δημοτών, διευθύνθη προς το μέρος Ζεμενού, κάτωθεν, δια να μη τραπώσιν εις φυγήν, ιδών δε την πολιορκίσν των ληστών, έτρεξε αμέσως προς την Κούλια.
Ο πάρεδρος Αγίου Βλασίου και ο πρόκριτος Αγγέλου Σπυρόπουλος, ειδοποιηθέντες εγκαίρως, προκατέλαβαν την θέσιν Στενήν Διστόμου και Κατσίκας Λιθάρι. Εν τη θέσει Κούλια, οι λησταί, επολιορκούντο, από το ανατολικόν μέρος και εν μέρει το αρκτικόν, από τους αποσπασματάρχας Ιωάννην Μέγαν, Λουκάν Δελήν, Δ. Τσίπραν, Στρίμπερην, τον ενωμοτάρχην Δημ. Χρηστόπουλον, και λοιπούς άλλους υποδεεστέρους στρατιωτικούς. Από το μεσημβρινόν ήσαν ο δημαστυνομεύων πάρεδρος Γ. Τσιμτσιλής, ο δήμαρ. γραμματεύς Π. Λουκόπουλος με τους Δαυλιείς, ο πάρεδρος Διστόμου Ιωάννης Αθ. Τσάθας και ο πρόκριτος Λουκάς Τσεκούρας με τους Διστομίους, το δε επίλοιπον μέρος ήτο κενόν και απροφύλακτον και από αυτούς τους ληστάς.
Ο δήμαρχος Χαιρώνειας, ειδοποιήσας αμέσως τον δήμαρχον Ελάτειας, δια να προφθάση το ιππικόν, και λαβών ένα σάκκον πολεμοφόδια εις τους ώμους του, έτρεξεν εις την πολιορκίαν κατά την 3ην ώραν μ.μ. Τη ιδία στιγμή έφθασεν εκ του Παρνασσού ο εις τους προμαχώνας των ληστών και δια των ξιφών πληγωθείς Ευστάθιος Τομαράς με τους Ραχωβίτας. Επίσης ο δασονόμος Αραχώβης Χ. Μελισσόβας και ο υιός του Δημάρχου Αραχώβης Θεμιστοκλής Καλπούζος. Ύστερον δε από ημισείαν ώραν, έφθασε και ο δήμαρχος Αραχώβης Λουκάς Καλπούζος, και λοιποί πολιτικοί και δικαστικοί υπάλληλοι με άλλους πολίτας, προς το Κάτω Χάνι Ζεμενού. Τη αυτή στιγμή έφθασε και ο πάρεδρος Στειρίου με τους συγχωρίους του, ενωθείς, προς το μεσημβρινόν μέρος, προς τα οχυρώματα. Κατά δε το αρκτικόν και δυτικόν μέρος, επλησίασεν ο Ευστάθιος Τομαράς με τους Ραχωβίτας, και πρώτος Διστόμιός τις, καλούμενος Ιωάν. Κ. Παναγιώτου, και ο πληγωθείς οδηγός Οδυσσεύς Μαυροδήμος, τινές εκ του αποσπάσματος του οδηγού τούτου, πολίται Διστόμιοι και Ραχωβίται, και ο εκ Δαύλειας δεκανεύς της γραμμής Ιερεμίας Νικολάου, εν αδεία. Από πέτραν εις πέτραν, έφθασαν εις τας θέσεις των ληστών, μαχόμενοι δια πετρών. Προς δε το ανατολικόν μέρος, αφού επληγώθη δια του πυροβολισμού του μεσημβρινού μέρους ο Νταβέλης (ευρισκόμενος έξωθεν των προμαχώνων μετά του Ζαφείρη), έφυγον καταπεσόντες εις τους προμαχώνας των άλλων ληστών.
Πρώτος ο αξιωματικός της Φάλαγγος Κ. Αραποσιτιάς δια του ερυθμού βράχου (όστις έμενεν απροφύλαχτος) έφθασεν όπισθεν των προμαχώνων, ασφαλισθείς εις την μεγάλην πέτραν, διαρκής δε πυροβολισμός, διευθυνόμενος από το μεσημβρινόν μέρος, ηνάγκασε τους ληστάς να δώσωσιν εκείθεν προσοχήν και να εισπηδήσωσιν όλοι οι στρατιωτικοί και πολίται Δαυλιείς εκ του ανατολικού μέρους προς την θέσιν του Αραποσιτιά, οίτινες έμενον εκεί, χωρίς να προσβάλλωνται από τους ληστάς, μαχόμενοι δια πετρών. Εις δε το δυτικόν μέρος, πλήθος πολιτών Διστομίων και Ραχωβιτών, ως και εκ του αποσπάσματος του Οδυσσέως επεσσωρεύθησαν έξωθεν των προμαχώνων των ληστών. Κατά την 3 και ημίσειαν ώρα μ.μ. έφθασεν από την θέσιν Στενήν, όπου εκαιροφυλάκτει, ο πάρεδρος Αγίου Βλασίου, και ο Λουκάς Σπυρόπουλος, με τους συγχωρίους των. Προς το μεσημβρινόν μέρος, οι Διστόμιοι και Δαυλιείς, από πέτραν εις πέτραν, επλησίασαν εις την επιφάνειαν, μέχρις ενός στρέμματος αποστάσεως. Περί δε την 4ην ώραν μ.μ. έφθασεν εκ Στειρίου ο διοικητής του μεταβατικού, μοίραρχος Βοιωτίας Π.Βακάλογλου, προς το μεσημβρινόν και επικινδυνώδες μέρος, με απόσπασμα της γραμμής, με επικεφαλής τον υπολοχαγόν της γραμμής Δ. Τσίρον, τον υπομοίραρχον των επικουρικών Πρωτόπαππαν και άλλους στρατιωτικούς της Επικουρικής Χωροφυλακής όστις, διανείμας πολεμεφόδια, διέταξε γενικήν έφοδον, της σάλπιγγος ήχησάσης το πολεμικόν της εφόδου σημείον.
Ο Μοίραρχος Π. Βακάλογλους, ξιφήρης, επετέθη έξωθεν των προμαχώνων με τους λοιπούς στρατιωτικούς, όπου απειράριθμοι σφαίραι των ληστών έπιπτον κατ’ αυτού. Τότε δε αρχίσαντος του ιδίου την έφοδον, ο αξιωματικός Ι. Μέγας, φιλοτιμηθείς από την παρουσίαν του Μοιράρχου, εισεπήδησε μόνος εις δύο προμαχώνας των ληστών, και αφού εφόνευσε ένα τούτων, έπεσε και αυτός ενδόξως πυροβοληθείς υπό του Νταβέλη δια πιστολιού, εις τον θώρακα
Ο Μοίραρχος, ευθύς, εισεπήδησεν από το μεσημβρινόν μέρος, με τον στρατόν της Γραμμής. συγχρόνως με τους Δαυλιείς, Διστομίους και Αγιοβλασίτας, εις τους προμαχώνας, ως και οι εκ του δυτικού μέρους, έξωθεν των προμαχώνων ευρισκόμενοι, (ένθα δια του ξίφους των ληστών επληγώθη καιρίως ο εξ Αραχώβης παλαιός στρατιωτικός Ευστάθιος Τομαράς, ως είρηται) και εντός πέντε λεπτών της ώρας, εν ακαρεί, άνωθεν – εις τους ηρωικούς εκείνους προμαχώνας και τα τρόπαια της εθνεγερσίας, όπου ομοίαν καταδίωξιν έλαβεν ο Δερβίς Παπάς κατά το έτος της Ελληνικής Επαναστάσεως και κατά το 1826 εις την καταστροφήν του Μουστάμπεη, ο Κεχαγιάμπεης – έπεσαν εν μεγίστω θριάμβω 14 κακούργοι, και εζωγρήθησαν δύο, δι’ εφόδου τοιαύτης, οία αναφαίνεται θαυμαστή και εξαίσια εις τους καθ’ ημάς χρόνους.
Των αρχιληστών Μπελιούλη, Φουντούκη και Κουκουβίνου, μεθ’ ετέρων τεσσάρων οπαδών, τραπέντων εις φυγήν, ο Μοίραρχος και ο υπολοχαγός Τσίρος ξιφήρεις, περιωρίσαντες την λαφυραγωγίαν, εβίασαν γενικώς τους πολιορκητάς καί έτρεξαν προς το μεσημβρινόν μέρος, μέχρι της εντελούς καταστροφής και ζωγρήσεως των ληστών, εν διαστήματι ενός τετάρτου της ώρας. Οι λησταί ήσαν 24 εξ ων εις, πληγωμένος εν Αγίοις Θεοδώροις, έμεινεν εις τον Παρνασσόν, 23 δε οχυρωθέτες εν τω υψώματι της Κούλιας, 18 μεν εφονεύθησαν εν τω πεδίω της μάχης, 4 εζωγρήθησαν και εις εκρύβη εις τον παρακείμενον χείμαρον προς την οδόν την άγουσαν εις Δαυλίδα, τον οποίον, επιστρέφων ο δημαστυνομεύων πάρεδρος Ν. Τσιμτσιλής με τους Δαυλιείς τον οποίον επλήγωσαν και συλλαβόντες τον μετέφεραν εις τον κ. έπαρχον Λεβαδείας, ώστε ουδείς έμεινε πλέον εκ των οχυρωθέντων τρομερών και διαβόητων λήσταρχων και οπαδών των. Επανερχομένου δε από την καταστροφήν του τραπέντος εις φυγήν Μπελιούλη του τε στρατού και των υπηκόων της Α. Μ. πολιτών με τάς χείρας υψωμένος προς τον ύψιστον, ανέκραζον
Ζήτω ο Βασιλεύς και η Βασίλισσα!
Ζήτωσαν και οι παρευρεθέντες εις την καταστροφήν ταύτην αξιωματικοί και πολίται!
Ζήτω και ο Μοίραρχος!
Όθεν, τούτων όλων διαπραχθέντων κατά της ληστείας, δια της ενεργηθείσης εφόδου, έπαινος τιμής και άπειρος ευγνωμοσύνη υφ’ όλης της κοινωνίας οφείλεται εις τον ακάματον ζήλον του διοικητού του μεταβατικού σώματος μοιράρχου κ. Βακάλογλου, όστις, εκτεθείς εν κινδύνω, επροκάλεσε την έφοδον, και επήλξε τοιούτον αποτέλεσμα της καταστροφής των ληστοσυμμοριών Μπελιούλη, Δαβέλη καί λοιπών. Αιωνία μνήμη οφείλεται εις τον εν τοις προμαχώσι των ληστών ενδόξως και ηρωικώς πεσόντα αξιωματικόν της Φάλαγγος Ιωάννην Μέγαν, ως προεξετέθη. Επίσης οφείλεται κατά μέγα μέρος γενικός έπαινος εις τον εξ Αραχώβης Ευσταθ. Τομαράν, όστις εν τοις προμαχώσι των ληστών κατεπληγώθη δια των ξιφών. Κατόπιν δε τούτων, κατά τε την πολιορκίαν και έφοδον σημειούντα αριστεύσαντες και διακριθέντες στρατιωτικοί από μεν το δυτικόν μέρος ο οδηγός Οδυσσεύς Μαυροδήμος, από δε το ανατολικόν οι στρατιωτικοί οδηγοί Λουκάς Δελής εκ Δαυλίδος, Ιωάννης Ζυγούρης, οδηγός εξ Αραχώβης, ο ενωματάρχης της 75 ενωμοτίας των πεζών Δ. Χρηστόπουλος, οι στρατιωτικοί της φάλλαγγας Κ. Αραποσιτιάς και οι αξιωματικοί Δ. Τσίπρας και Χ. Στρίμπερης, ο οδηγός Τάσης Ανδριόπουλος, ο οδηγός Ταράτσας, και οι ενωμοτάρχαι της επικουρικής Λεονάρδος Βούλγαρης και Αναστ. Πλεξίδας. Από δε το μεσημβρινόν μέρος ο υπομοίραρχος της Επικουρικής, και ο Λοχίας της Γραμμής Θεμιστοκλής Γαββαθάς …
Επίσης λίαν αξιέπαινος είναι η διαγωγή του Ηγουμένου της Μονής Ιερουσαλήμ Ιωσήφ, όστις μετά 15 περίπου ετέρων μοναχών, ωπλισμένων απάντων, διευθύνθη κατόπιν των ληστών, και έλαβεν ενεργητικό μέρος εις την πολιορκίαν, προς δε και δια την οποίαν αμελλητί έδιδεν είδησιν και κατάδειξιν των ληστών εν τη διαβάσει των. Επίσης απονέμεται μεγίστη ευχαρίστησις εις τον ζήλον και τα κατορθώματα του τακτικού στρατού της γραμμής, σώμα το οποίον το έθνος πρέπει να ενισχύση.
Γενικώς δε έπαινος οφείλεται εις τους κατοίκους των χωρίων Δαυλίδος. Καπραίνης, Αγίου Βλασίου, Στειρίου καί Διστόμου, του Δήμου Χαιρώνειας, καί εις τους κατοίκους του Δήμου Αραχώβης, οίτινες επέδειξαν ζήλον απαράμιλλον προς εξόντωσιν των ληστοσυμμοριών τούτων, και τέλος συνδρομή και περίθαλψιν οφείλεται εις τους πληγωθέντας και παθόντας, αμοιβή δε εις τους πολίτας, δια να ενθαρρύνεται ο προς καταδίωξιν των ληστών ζήλος των.
Ταύτα αναφέρων, υποσημειούμαι ευσεβάστως.
Δαυλίς, την 17 Ιουλίου 1856
Ο ευπειθέστατος δήμαρχος Χαιρωνίιας
ΕΥΣΤ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Ο δήμος Λεβαδέων ευγνωμονεί τον μοίραρχο Πέτρο Βακάλογλου
Η συντριβή των συμμοριών των Χρ. Νταβέλη, Λουκά Μπελούλια ή Κακαράπη, Ιωάννου Ζαφείρη, Φουντούκη και Νικολάου Τζόπα ή Κουκουβίνου σκόρπισε ανακούφιση στις χειμαζόμενες και από τη ληστοκρατία επαρχίες της Στερεάς Ελλάδας.
Σώζεται το ψήφισμα του Δημοτικού Συμβουλίου Χαιρωνείας που όπως αναφέρει και ο Κολιόπουλος «συνελθόν αυθορμήτως» σε έκτακτη συνεδρίαση στις 17 Ιουλίου 1856 αφού έλαβε υπόψη την εξόντωση των λήσταρχων και των συντρόφων τους οι οποίοι «κατεπίκρανον τα καρδίας της Α.Μ. του Βασιλέως, της Σεπτής Ανάσσης, της Σεβαστής Κυβερνήσεως και ολοκλήρου του Εθνους» εξέφρασε ευγνωμοσύνη στους βασιλείς, την κυβέρνηση και τον μοίραρχο Πέτρο Βακάλογλου. «Αιωνία η μνήμη στον υπολοχαγό Μέγα και έπαινο ή ευάρεσκεια σε πολλούς στρατιωτικούς, υπαλλήλους και πολίτες που πήραν μέρος στην επιχείρηση κατά της συμμορίας».
Δεν υστέρησε το Δημοτικό Συμβούλιο Λιβαδειάς που στη συνεδρίαση της 29ης Ιουλίου 1856 απευθύνει μέσω του δημάρχου Δ. Νἀκου «την ευγνωμοσύνη του προς τον κύριον Πέτρον Βακάλογλου, μοίραρχον Βοιωτίας, διοικητήν των μεταβατικών αποσπασμάτων Ανατολικής Ελλάδος
….διά της κατά την 12 λ.μ. εντελούς καταστροφής των ηνωμένων ληστοσυμμοριών των αρχιληστών Μπελούλη, Δαβέλη, Ζαφείρη, Φουντούκη και Κουκοβίνου διαταραξάντων επαισθητώς την ησυχίαν του τόπου».
Ονομαστικός κατάλογος των ανδρών στη μάχη του Ζεμενού
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και ο Ονομαστικός Κατάλογος που συντάσσει στις 23 Οκτωβρίου 1856 ο μοίραχος Πέτρος Βακάλογλου από τη Λιβαδειά, ο των «Παρευρέθεντων Ανδρών εις την Καταστροφήν των Ληστοσυμμοριών Χρ. Δαβέλη, Λουκά Μπελούλια ή Κακαράπη, Ιωάννου Ζαφείρη και Νικολάου Τζόπα ή Κουκουβίνου».
Σύμφωνα με τον Κατάλογο αμοιβές, που κυμαίνονται από 900 δραχμές μέχρι 43, έλαβαν 457 άνδρες της Χωροφυλακής, του Στρατού και πολίτες από την Αράχωβα, το Δίστομο, τη Δαύλεια, τη Χαιρώνεια, τον Αγιο Βλάσιο, το Στείρι και 20 εν τω συνόλω μοναχοί και βοηθοί από τη Μονή Ιερουσαλήμ: 900 δραχμές μόνον ο μοίραρχος Βακάλογλου, 300 η οικογένεια Ιωάννου Μέγα, 180 ο Οδυσσέας Μαυροδήμος, ο οδηγός της Εθνοφυλακής και πρώην ληστής που πληγώθηκε, 128 ο Μήτρος Πατζαλός από τη Δαύλεια και ο Ματθαίος Κυριακάτης από το Στείρι που επίσης χτυπήθηκαν, από 120 ο Ιωάννης Αθ. Τσάθας και ο Λουκάς Τσεκούρας από το Δίστομο ως επικεφαλής των συγχωριανών τους όσα και ο οδηγός Λουκάς Δελής που διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην ανακάλυψη των ληστών, 128 ο τραυματισθείς Σκούζας ή Καϊλης από το Δίστομο και 180 ο Σωτήριος Σπύρου, ένας χωροφύλακας της μοίρας Βοιωτίας που εκ των υστέρων φάνηκε ότι πληγώθηκε βαριά.
Εδώ δεν μπορεί για λόγους χώρου να παρατεθεί ο πλήρης κατάλογος των ανδρών που έλαβαν μέρος στις 12 Ιουλίου του 1856 στην ιστορική μάχη του Ζεμενού . Ενδεικτικά αναφέρουμε μερικούς άνδρες απ’ τα γύρω χωριά που φέρονται να έλαβαν μέρος στη συμπλοκή. Από την Αρἀχωβα: Γεώργιος Κατσικογιάννης, Στέργιος Κονίτσας, Κωνσταντίνος Θεοχάρης, Ιωάννης Κορόζης, Παναγιώτης Κολόβαρης, Λουκάς Γιαννέλος, Λεωνίδας Χρηστόπουλος, Στέργιος Δρόσος. Από τη Δαύλεια: Ιωάννης Μπαϊρακτάρης, Γεώργιος Βαγενάς, Ιωάννης Κοσκινάς, Αθανάσιος Λιανός, Παναγιώτης Σάλτας, Αναστάσιος Βέλλιος, Μήτρος Βαγενάς, Βασίλειος Δαλαμἀγκας. Από τον Αγιο Βλάσιο: Αναστάσιος Μπαλάσκας, Αριστείδης Σπυρόπουλος, Δ. Γκανάσος, Μ. Μαρτιναίος. Απότ το Στείρι: Ιωάννης Αργύρης, Αθανάσιος Νταλιάνης, Σ. Σπύρου, Ν. Δήμου, Λ. Παπαϊωάννου. Από το Δίστομο: Λ. Σφουντούρης, Ν. Κουτριάρης, Ν. Μπαλαγούρας, Θανάσης και Γιάννης Μπάρλου, Δ. Γαμβρίλης, Γιάννης Μαργέλος, Δήμος Κουτρογιάννης, Γ. Μπούρας, Γιάννης Π. Περγαντάς, Γιάννης Λεονάρδου, Επαμεινώνδας Νικολάου, Ν. Κελάρμενος. Σε άλλη ευκαιρία θα επανέλθουμε καθώς οι ιστορίες αυτές δεν τελειώνουν ποτέ.
Η επιστολή Νταβέλη και ο ατυχής παρέδρος
Να δώσουμε ένα παράδειγμα της αγριότητας των λήσταρχων του 19ου αιώνα.
Σε επιστολή των λήσταρχων Χρήστου Νταβέλη και Γιώτη Ντουντούμη χωρίς ημερομηνία και στοιχεία για τους παραλήπτες αναφέρεται.
«Κύριε Δήμαρχε…. Κόλια και Πάρεδρε και Νικοκυραίοι όλοι και όλο το χωριό να μας φτιάσετε τρεις χιλιάδες τάληρα όποτε σας στείλουμε να μας τα στείλετε.
Να εξεύρετε αν δεν μας τα στείλετε τα χρήματα θα σας κάψομεν το χωριό σας και τα βοίδια σας θα τα σκοτόσομεν και εσάς θα σας σκοτόσομεν και όχι σταθμόν να έχετε μέσα αλλά και λόχον. Δεν είχαμε χαρτί.
Χρίστος Νταβέλης
γιότης ντουντούμης
δεν είχαμεν χαρτί να γράψομεν
Η καταγωγή του Χρήστου Νταβέλη και ο φονεύς του Ιωάννου Μέγα
Δεν θα αποφύγω τον πειρασμό να προσεγγίσω -δημοσιογραφικά πάντα- δυο ερωτήματα που η απάντησή τους ολοκληρώνει ενδεχομένως την εικόνα για τους πρωταγωνιστές της μάχης του Ζεμενού, τον Χρήστο Νταβέλη και τον Ιωάννη Μέγα.
Το όνομα Νταβέλης σύμφωνα με τον Μανόλη Τριανταφυλλίδη σημαίνει τον ασπρόμαυρο σκύλο και παρέμεινε ως οικογενειακό. Στην ελληνική έκδοση της wikipedia.οrg αναφέρεται το πραγματικό όνομα του περιβόητου λήσταρχου ήταν Χρήστος Νάτσιος, στοιχείο που δεν συνάντησα στις δικές μου πηγές.
Ο Γεώργιος Κρέμος όπως είδαμε γράφει το 1896, 40 χρόνια μετά τη συμπλοκή στο Ζεμενό, ότι «…εγνώρισα τον ωραιοτάτης παρθένου πρόσωπον έχοντα, τον ευστροφώτατον, ωκυποδέστατον, στρατηγικώτατον Χρήστον Νταβέλην, ως ποιμένα εν τω χωρίω Στειρίω του Ελικώνος, εξ Αρβανιτοβλάχων έλκοντα το γένος…», δηλαδή θεωρεί τον Νταβέλη αρβανιτόβλαχο, εργαζόμενο στο Στείρι Βοιωτίας. Στον « Ονομαστικό Κατάλογο των Νεκρών και Ζωγρηθέντων Ληστών» ο μοίραχος Βακάλογου τον αναφέρει ως Χρήστο Δαβέλη, βλαχοποιμένα σκηνίτη, δηλαδή χωρίς μόνιμο τόπο κατοικίας. Με τα σημερινά μέτρα είναι σχεδόν απίθανο αν όχι παράλογο ο Μοίραρχος Βοιωτίας να μην έχει ασφαλείς πληροφορίες για τον πλέον καταζητούμενο ληστή της εποχής. Εξίσου ενδιαφέρον είναι ότι στον ίδιο κατάλογο αναφέρεται και άλλος ληστής -Τάσος Δαβέλης αυτός και πιθανότατα στενός συγγενής (κατ’ άλλους αδελφός) του λήσταρχου- επίσης σκηνίτης.
Οσο για τον φονέα του υπολοχαγού της Φάλαγγας Ιωάννη Μέγα (1804-1856), του Αραχωβίτη στασιαστή του 1848, που ο Θύμιος Δάλκας τον αναφέρει ως αγωνιστή της Παλιγγενεσίας και προπάππο των Κονιτσαίων της Αράχωβας και ο Γεώργιος Κρέμος το 1896 ως πρώην ληστή (…πρώην λήσταρχον Ιωάννην Μέγαν, άνδρα γενναιότατον, Αραχωβιτών…) οι πληροφορίες που έχουμε είναι οι ακόλουθες: Ο αξιόπιστος Ιωάννης Κολιόπουλος στο έργο του Ληστές. Ερμής 1979, Αθήνα αναφέρει ότι ο πληγωμένος Μπελούλιας ή Κακαράπης πυροβόλησε τον Μέγα για να τον αποτελειώσουν οι υπόλοιποι ληστές με τα γιαταγάνια, εκδοχή που αναφέρεται και σε αθηναϊκές εφημερίδες της εποχής. Ο αυτόπτης μάρτυς της συμπλοκής στο Ζεμενό, δήμαρχος Χαιρωνείας Ευστάθιος Νικολάου στην επίσημη αναφορά του προς τον έπαρχο Λεβαδείας «βλέπει» τον ίδιο τον Νταβέλη να σκοτώνει τον Μέγα, όπως δημοσιεύουμε παραπάνω «…ο αξιωματικός Ι. Μέγας, φιλοτιμηθείς από την παρουσίαν του Μοιράρχου, εισεπήδησε μόνος εις δύο προμαχώνας των ληστών, και αφού εφόνευσε ένα τούτων, έπεσε και αυτός ενδόξως. πυροβοληθείς υπό του Νταβέλη δια πιστολιού, εις τον θώρακα…».
Οπωσδήποτε η πλέον σημαντική μαρτυρία πρέπει να θεωρηθεί αυτή του ιδίου του μοιράρχου Βοιωτίας Πέτρου Βακάλογλου, που όμως δεν φωτίζει την υπόθεση σε αυτό το σημείο καθώς αναφέρει:
«…Εκ των ημετέρων εφονεύθη δυστυχώς άμα εισπηδήαας εις το οχύρωμα των ληστών παρά τινος εξ αυτών δια πιστολίου ο υπολοχαγός αποσπασματάρχης Αραχώβης και Χαιρωνείας Ιωάννης Μέγας, και επληγώθησαν δια πιστολίου ελαφρώς εντός των οχυρωμάτων ο Οδυσσεύς Μαυροδήμος οδηγός και δια ξίφους ο πολίτης Ευστ. Τομαράς εξ Αραχώβης…». Τις πηγές που αναφέρονται στον φονέα του Ιωάννη Μέγα συμπληρώνει το δημοτικό τραγούδι που αποθησαυρίζει ο Αθανάσιος Ιατρίδης και δημοσιεύουμε παραπάνω. Εδώ επαναλαμβάνουμε το κρίσιμο απόσπασμα:
Κι ο Μέγας ωσάν τ’ άκουσε φωνάζει τους συντρόφους
-Συντρόφοι βγάλτε τα σπαθιά κι αφήστε τα ντουφέκια
Σήμερα ή θα ζήσωμεν ή όλοι θα χαθούμεν!
Κ’ εις τα ταμπούρια πήδησε με το σπαθί στο χέρι
Και τον Φουντούκην έκοψε και τον Χρήστο-Νταβέλην
Και ο Ζαφύρης το σκυλί χάμ’ ήταν λαβωμένος
Πικρό κουμπούρι σήκωσε με το ζερβί το χέρι
Μες στο στηθάκι τόριξε τούκαψε την καρδιά του
Ψηλή φωνήν εφώναξε τριγύρω στους συντρόφους
-Πού ‘σαι Ζγούρη μου αδερφέ πού είσαι Μαυροδήμο;
Ο στίχος είναι καθαρός:
Ο Ιωάννης Ζαφείρης, περιβόητος λήσταρχος από τη Μάνδρα Μεγαρίδας, πυροβόλησε και σκότωσε τον υπολοχαγό Ιωάννη Μέγα. Αυτή η τελευταία μαρτυρία έχει κατά τη γνώμη μας ιδιαίτερη αξία καθώς ο Αθανάσιος Ιατρίδης, ζωγράφος και λόγιος από το Καρπενήσι, κατοικούσε εκείνη την εποχή στην Αράχωβα ή στη Λιβαδειά και δημοσιεύει τη συλλογή των δημοτικών τραγουδιών του το 1859, δηλαδή τρία μόλις χρόνια μετά τη συμπλοκή στο Ζεμενό. Επομένως ο Ιατρίδης είχε πιθανότατα σαφή εικόνα της μάχης και της εξόντωσης των ληστών στο Ζεμενό και γνωρίζει τα ακριβή περιστατικά για τον θάνατο του Ιωάννη Μέγα -το ίδιο και οι άγνωστοι στιχουργοί του τραγουδιού. Επιπλέον τόσοι άνθρωποι οι οποίοι είχαν λάβει μέρος στη μάχη του Ζεμενού ζούσαν ακόμη στα γύρω χωριά και μερικοί ελάμβαναν με συνδρομή το βιβλίο Συλλογή Ασμάτων Παλαιών και Νέων, Αθήνα 1859 του Αθανάσιου Ιατρίδη, όπως και οι συγγενείς του Μέγα, οι οποίοι δύσκολα θα αποδέχονταν τέτοιο σημαντικό λάθος σε δημοτικό τραγούδι που αναφέρεται στον αδικοχαμένο άνθρωπό τους.
Τα στοιχεία του άρθρου
Προσωπική έρευνα στα Γενικά Αρχεία του Κράτους απαιτήθηκε για αυτή την πρώτη μικρή αναφορά στην περίφημη συμπλοκή του Ζεμενού. Όμως δεν θα είχε γραφεί αυτό το άρθρο χωρίς το βιβλίο του Ιωάννη Κολιόπουλου Ληστές Η Κεντρική Ελλάδα στα Μέσα του 19ου Αιώνα, Εκδόσεις Ερμής, 1979, που υπήρξε η κύρια βιβλιογραφική αφετηρία. Αυτή η έρευνα απέχει από το να είναι διεξοδική και εξαντλητική, πολλώ μάλλον που για την εποχή την οποία πραγματεύεται και τα τραγικά γεγονότα επικρατεί σύγχυση στις πηγές, στις μαρτυρίες ενώ πολύ συχνά ο θρύλος συναντά την πραγματικότητα και συνήθως επικρατεί .
Τοποθεσίες
Στις εκθέσεις των εντεταλμένων οργάνων του κράτους, του Βακάλογλου και του Νικολάου, αναφέρονται πολλές τοποθεσίες που είναι γνωστές στους Βοιωτούς αλλά άγνωστες σε όλους τους άλλους αναγνώστες. Επιχειρούμε να δώσουμε εδώ μια βάση προσανατολισμού, που πολύ δύσκολα γίνεται κατανοητή αλλά είναι απαραίτη.
- Μαυρόλογγος: Πάνω από τη Μονή Ιερουσαλήμ στη Δαύλεια.
- Λακκώματα: στα σύνορα Διστόμου-Δαυλείας
- Κόκκινη Στενή: : στα σύνορα Διστόμου-Δαυλείας
- Ακρινό Νερό: Τοποθεσία μισή ώρα με τα πόδια ψηλότερα από τη Μονή Ιερουσαλήμ
- Ζωιτός: Το βουνό μετά το ΠΑΡΝΑΣΣ δεξιά.
- Κρυφονέρι: οι στάνες των Σφουντουραίων όπου παραθέριζαν παλαιότερα οι πάσχοντες από φθίση, άλλο όνομα Παραθεριστές.