Ο Αγροτικός Σύλλογος Λιβαδειάς με ανακοίνωσή του διατυπώνει τις διαφωνίες του σχετικά με την χορήγηση αδειών για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών σε καλλιεργήσιμες εκτάσεις στην περιοχή.
“Στα χέρια τρίτων περνούν εκτάσεις χιλιάδων στρεμμάτων, και μάλιστα ερήμην των ιδιοκτητών τους, εξαιτίας νομοθετικού πλαισίου που επέτρεπε στη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (ΡΑΕ) τη χορήγηση αδειών παραγωγής ρεύματος από φωτοβολταϊκούς και αιολικούς σταθμούς, χωρίς την υποχρέωση προσκόμισης δικαιολογητικών ιδιοκτησίας, μίσθωσης ή χρήσης γης.
Εμφανίζονται λοιπόν εταιρίες ως υποψήφιοι αγοραστές, οι οποίοι βρίσκουν «παράθυρο» σε νομοθεσία του 2010, που δεν τους υποχρεώνει κατά την υποβολή της αίτησης έκδοσης άδειας παραγωγής να συμπεριλαμβάνουν επίσημο έγγραφο ιδιοκτησίας της έκτασης ή συμφωνητικό μίσθωσης και παραχώρησης και εξαπατούν τον κόσμο δίνοντας δήθεν υπεραξία στην πώληση των αγρών τους, με σκοπό να του αποσπάσουν τα συμβόλαια και να αιτηθούν άδειες φωτοβολταϊκων σταθμών στον ΡΑΕ. Όταν λοιπόν εγκριθούν οι άδειες, και στις περισσότερες περιπτώσεις όταν οι εταιρίες αυτές βρουν επενδυτές ΑΠΕ για να πουλήσουν τις άδειες φωτοβολταικών αργότερα, μιας και οι ίδιες εμπορεύονται τις άδειες και δεν κατασκευάζουν πάρκα, επικοινωνούν με τον ιδιοκτήτη ώστε να αγοράσουν τον αγρό, αλλά πολλές φορές με επαχθείς όρους και τα πλησίον χωράφια. Με λίγα λόγια, έχουν κάνει αίτηση στον ΡΑΕ, χωρίς να τους ανήκουν τίτλοι ιδιοκτησίας και χωρίς να έχουν κάποιο μισθωτήριο, χρησιμοποιώντας τον αγρό αλλά και τους πλησίον αγρούς, μόνο και μόνο για να αποκτήσουν την άδεια κατασκευής φωτοβολταϊκών σταθμών.
Το άσχημο βέβαια της υπόθεσης, και που δεν γνωρίζει ο κόσμος, είναι ότι με την έγκριση περιβαλλοντικών όρων, δεσμεύεται ο αγρός για φωτοβολταϊκό πάρκο για 15 ολόκληρα χρόνια!!! Με αυτό τον τρόπο, ο ιδιοκτήτης δεν μπορεί να αλλάξει την χρήση γης ως 15 χρόνια, μιας και οι εταιρίες αυτές το έχουν δεσμεύσει για φωτοβολταϊκό σταθμό.
Στις περισσότερες περιπτώσεις οι εταιρίες αυτές έχουν στόχο να αιτηθούν στον ΡΑΕ όσες περισσότερες άδειες φωτοβολταϊκών σταθμών μπορούν, ώστε στην συνέχεια να τις πουλήσουν σε άλλες κατασκευαστικές εταιρίες που θέλουν να επενδύσουν στις ΑΠΕ. Με λίγα λόγια, εμπορεύονται τις άδειες των αγρών που δεν τους ανήκουν, και όλα αυτά ερήμην του ιδιοκτήτη.
Μετά το πέρας του 15ήμερου για ένσταση στον ΡΑΕ, ο ιδιοκτήτης δε μπορεί να εναντιωθεί στην αδειοδότηση. Ωστόσο, στον ΡΑΕ είναι δύσκολο έως αδύνατον να παρακολουθούν την πορεία των αδειοδοτήσεων οι κύριοι των ακινήτων, ώστε να προστατέψουν τις ιδιοκτησίες τους, μιας και τα στοιχεία που δημοσιεύονται για τις τρέχουσες αιτήσεις δεν διευκρινίζουν εύκολα την περιοχή και την έκταση των φωτοβολταϊκών σταθμών που αιτούνται άδεια.
Πρέπει λοιπόν, να γίνει κατανοητό από όλους του καλλιεργητές και ιδιοκτήτες γης ότι δεν μπορεί να γίνει απαλλοτρίωση από καμία ιδιωτική εταιρία και ούτε υπάρχει νόμος που να το επιτρέπει αυτό. Είναι μόνο ένα μέσο πίεσης προς τους ιδιοκτήτες, για να προσκομίσουν τα συμβόλαια από τις περιουσίες τους στα ξένα Funds.
Επειδή το θέμα είχε πάρει μεγάλες διαστάσεις, και επειδή έχει δημιουργηθεί κομφούζιο στο ΡΑΕ από τέτοιου είδους αιτήσεις, μιας και πολλές φορές εταιρίες διπλοαιτούνται ή τριπλοαιτούνται η μία τους αγρούς της άλλης, με αποτέλεσμα ένας αγρός να έχει συμπεριληφθεί για πάρκο σε πάνω από μία εταιρίες, με τον νόμο 4643/2019 (ΦΕΚ 193Α΄ – αφορά το πλαίσιο εγκατάστασης Φ/Β σταθμών σε αγροτική γη), διευκρινίζεται ότι η αίτηση πρέπει να ακολουθείτε από τα ανάλογα παραστατικά. Επίσης, με τον νέο περιβαλλοντικό νόμο που δημοσιεύτηκε πρόσφατα, στον ΡΑΕ θα γίνεται ταυτοποίηση και διασταύρωση των αγρών που αιτούνται άδεια φωτοβολταϊκού σταθμού μέσω του συστήματος του ΟΠΕΚΕΠΕ ώστε να μην υπάρχουν τέτοια παρόμοια συμβάντα στο μέλλον. Μένουμε να δούμε όμως τι θα γίνει με τους αγρούς που έχουν παλαιότερα δηλωθεί από τέτοιου είδους εταιρίες για φωτοβολταϊκους σταθμούς εν αγνοία των ιδιοκτητών τους.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι τον περασμένο Δεκέμβριο που ήταν ο τελευταίος κύκλος υποβολής αιτήσεων για την έκδοση αδειών παραγωγής ρεύματος, στη ΡΑΕ κατατέθηκαν 6.400 αιτήσεις. Καταγγέλλοντες εκτιμούν ότι ήταν ελάχιστες εκείνες οι οποίες ήταν σε γνώση των ιδιοκτητών γης.
Το πρόβλημα για τους καλλιεργητές της γης βέβαια είναι μεγαλύτερο. Με την κατασκευή μεγάλων φωτοβολταϊκών σταθμών, θα καλυφτεί το 1% που έχει επιτραπεί για την χρήση γης υψηλής παραγωγικότητας για φωτοβολταϊκους σταθμούς, από μεγάλες εταιρίες νομικών προσώπων ξένων συμφερόντων , αποκλείοντας έτσι τους μικρούς έλληνες επενδυτές και γεωργούς από την κατασκευή φωτοβολταϊκών σταθμών.
Τέλος, σε μια περίοδο παγκόσμιας διατροφικής κρίσης και με τις ανάγκες διατροφής αυξημένες, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, διαβλέπουν τεράστια προβλήματα στην διακίνηση των αγαθών σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι εκτιμήσεις αυτές μας αφορούν, ιδίως σήμερα, που οι επιπτώσεις του νέου κορονοϊού, μάς δείχνουν καθαρά ότι η επιβίωση μιας χώρας εξαρτάται από την παραγωγή της.
Για τον λόγο αυτό, είναι χρέος μας να αποκλείσουμε τέτοιες ενέργειες και να επιδοτήσουμε την προσπάθεια των καλλιεργητών στη διαμόρφωση πλαισίου παραγωγής πιστοποιημένων υγιεινών αγροδιατροφικών προιόντων, αντί να ξεπουλάμε τους ιδιόκτητους αγρούς των καλλιεργητών μας σε ξένα Funds.
Θα πρέπει λοιπόν:
1ον Να ξαναδούν τα συναρμόδια υπουργεία Περιβάλλοντος και Ενέργειας και ΥΠΑΑΤ το θέμα της εγκατάστασης μεγάλων φωτοβολταϊκών σε γαίες υψηλής παραγωγικότητας. Οι Αγρότες δεν είναι αντίθετοι με τη χρήση φωτοβολταϊκών, ζητώντας όμως να ληφθεί μέριμνα και να επιτραπεί η τοποθέτηση Φ/Β σε περιθωριακές δασικές εκτάσεις.
2ον Στο πλαίσιο της επιχειρηματικότητας που θέλει τον αγρότη και επιχειρηματία, η παραγωγή ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως φωτοβολταϊκά, ανεμογεννήτριες ή, καλύτερα, διαδικασίες που ανταποκρίνονται στην κυκλική οικονομία, όπως η εκμετάλλευση της βιομάζας, θα πρέπει να είναι στα ενδιαφέροντα και στις δυνατότητες των αγροτών. Οι νέοι αγρότες θέλουμε να παράγουμε προϊόντα από τη γη μας και για αυτόν τον λόγο θεωρούμε ότι η εγκατάσταση μεγάλων φωτοβολταϊκών πάρκων δεν πρέπει να γίνεται σε παραγωγικές γαίες οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν για την παραγωγή τροφίμων και άλλων αγροτικών προϊόντων
3ον Επειδή στο πλαίσιο του άρθρου 24 δίνεται προτεραιότητα στην εφαρμογή των χωροταξικών σχεδίων, θα πρέπει οι περιφέρειες να μεριμνήσουν και να θέσουν σωστά τις προτεραιότητές τους.
4ον Τα φωτοβολταϊκά συστήματα, μπορούν να καλύψουν τις περιθωριακές και περιφερειακές εκείνες εκτάσεις που, είτε λόγω κακής ποιότητας εδάφους είτε λόγω επέκτασης των δασικών ειδών, δεν έχουν κανένα παραγωγικό ενδιαφέρον. Αντί λοιπόν να επιτρέπουμε έστω και μικρά ποσοστά κάλυψης γαιών υψηλής παραγωγικότητας από φωτοβολταϊκά συστήματα, θα πρέπει να μεριμνήσει η κυβέρνηση, να επιτρέπεται η εγκατάσταση αυτών των συστημάτων σε περιθωριακές δασικές γαίες χαμηλής σημασίας, όπως αυτές που προκύπτουν από την εγκατάλειψη των βοσκοτόπων με πουρνάρια και άλλους θάμνους. Σε τέτοιες λοιπόν εκτάσεις στις πλαγιές των ορεινών όγκων, θα μπορούσαν να εγκαθίστανται Φ/Β πάρκα, ωφελώντας την οικονομία της υπαίθρου χωρίς να στερούν πολύτιμα παραγωγικά εδάφη από την παραγωγή τροφίμων.
5ον Τέλος, η γεωργική έκταση που είναι ακαλλιέργητη είναι 90 φορές μεγαλύτερη από την έκταση που δεσμεύουν τα φωτοβολταϊκά. Οπότε υπάρχει αρκετός χώρος για μεγάλα φωτοβολταϊκά, αν κριθούν αναγκαία, ώστε να τοποθετηθούν σε ακαλλιέργητες περιοχές”.