Γράφει ο Σίμος Ανδρονίδης
Mε ένα ενδιαφέρον όσο και κατατοπιστικό των εξελίξεων άρθρο της που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Μακεδονία», η Φανή Σοβιτσλή[1] αναφέρεται σε ένα ουσιώδες πολιτικά ζήτημα, που άπτεται της ευρύτερης λειτουργίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των Δήμων της χώρας που εν προκειμένω, εγγράφουν στο εσωτερικό τους ίδιους όρους μίας διαχείρισης της βαθιάς οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης που αναπαραγάγει το σημαίνον (Ernesto Laclau) της λιτότητας και της «ορθής» (το «πνεύμα» του «οικονόμου») οικονομικής-δημοσιονομικής ρύθμισης.[2]
Σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης και της λειτουργίας της, η λιτότητα άτυπα «θεσμοποιείται» επηρεάζοντας υπηρεσίες των Δήμων που σχετίζονται με την διαχείριση θεμάτων καθημερινότητας (βλέπε αποκομιδή των απορριμμάτων), σημασιοδοτεί την δυνατότητα αναζήτησης και εξεύρεσης οικονομικών-δημοσιονομικών «εργαλείων» που δύνανται να υπερβούν το πεδίο του κράτους πλησιάζοντας «εγγύτερα» προς ό,τι θα αποκαλέσουμε υπερ-εθνικό ή διεθνικό πεδίο, με το υπόδειγμα ενός εμπρόθετου «εξευρωπαϊσμού» ως προς την στρατηγική αναζήτησης κεφαλαίων να καθίσταται εμφανές στη λειτουργία του Δήμου Αθηναίων (επί Δημαρχίας Γιώργου Καμίνη) και του Δήμου Καρπενησίου και της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδος (θητεία Κώστα Μπακογιάννη), προσιδιάζοντας προς τον επαναπροσδιορισμό της διοικητικής μεταρρύθμισης του «Καλλικράτη» και του αντίκτυπου που αυτός ενείχε από την χρονιά εφαρμογής του, το 2010.
Ως προς αυτό το πλαίσιο, δύναται να διακρίνουμε, αφενός μεν τα χαρακτηριστικά που προσέλαβε (και προσλαμβάνει ακόμη) η διαδικασία των συγχωνεύσεων δήμων και περιφερειών (τοπικό επίπεδο), συγχωνεύσεις που συμβάλλουν στη συγκρότηση Δήμων «υβριδικών» με εμφανείς ανισορροπίες ως προς την πληθυσμιακή σύνθεση των επιμέρους δημοτικών ενοτήτων (κεντρομόλος δυναμική ανάπτυξης), καθώς και «υπερ-Δήμων» οι οποίοι και υποσκελίζουν δραστικά την έννοια και την δομή της τοπικής «κοινότητας».
Εκεί πλέον επικρατεί η αντιστοιχία μεταξύ χαμηλών πόρων από τον διαθέσιμο τοπικό προϋπολογισμό και αποψιλωμένων αρμοδιοτήτων, και, αφετέρου δε, σημασιοδοτείται η ίδια η δυνατότητα της μετάβασης σε μία διαδικασία (ιστορική περίοδο κρίσης), λιτότητας και περικοπής δαπανών-πόρων που ισοδυναμεί, ως προς το εύρος λειτουργίας της, κατά τον Παναγιώτη Βασιλάκη «τοπικής διακυβέρνησης», με το επίδικο της της χωρικής-στρατηγικής ανα-προσαρμογής των Δήμων στις νέες κοινωνικές και πολιτικές συνθήκες να αναδύεται με έντονο τρόπο στη δημόσια σφαίρα.
Υπό αυτό το πρίσμα, η πολιτική της λιτότητας και σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης[3] ανα-πλαισιώνει την στρατηγική ανάπτυξης των Δήμων και τις κατευθύνσεις της, σχηματοποιεί το περίγραμμα μίας χωρικής πολιτικής που προτείνει ένα νέο μοντέλο στις σχέσεις μεταξύ της δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας και παράλληλα συναρθρώνεται με τους παρακάτω άξονες.
Την εφαρμογή πολιτικών συμπράξεων μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) με σημείο αναφοράς τις τεχνικές μελέτες και εκτελέσεις έργων, την κάλυψη δαπανών του προϋπολογισμού για μία σειρά έργων που κυμαίνονται από έργα οδοποιίας έως κατασκευή συγκεκριμένων χώρων, την «διείσδυση» της ιδιωτικής σφαίρας σε τομείς λειτουργίας των Δήμων όπως είναι ο τομέας της καθαριότητας[4] που περιλαμβάνει από τον καθαρισμό των δρόμων, κεντρικών και μη, έως την προμήθεια εξοπλισμού καθαριότητας (βλέπε προμήθεια απορριμματοφόρων που «καλύπτεται» με τον μανδύα της κρισιακής «αλληλεγγύης» και της «προσφοράς» ιδιωτών-εχόντων), και την εργασία εργολαβικού προσωπικού, την «ψηφιοποίηση» επιμέρους λειτουργιών με στόχευση την μείωση έως ελαχιστοποίηση του χρόνου της επαφής με το κεντρικό κράτος, την δυνατότητα σύναψης συνεργασιών των Δήμων ανά την επικράτεια της χώρας με φορείς της περιώνυμης «Κοινωνίας των Πολιτών» και όχι μόνο.
Οι ως άνω άξονες εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλέγμα χωρικών μετασχηματισμών εν καιρώ κρίσης του εν Ελλάδι κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, όπως και στη στρατηγική προσέλκυσης επενδύσεων που συνιστά την συγχρονική «λυδία λίθο» από τις κυβερνήσεις, ως μείζονα προϋπόθεση εξόδου από την κρίση.
Το νέο χωρικό μοντέλο-υπόδειγμα[5] που τίθεται σε εφαρμογή και το οποίο ήδη προκαλεί ανακατατάξεις εντός του άρχοντος αστικού συγκροτήματος εξουσίας, ανα-σημαίνει την λειτουργία των Δήμων, με την Φανή Σοβιτσλή να παρουσιάζει στο άρθρο της δύο χαρακτηριστικά σημεία εφαρμογής της λιτότητας σε επίπεδο Τοπικής Αυτοδιοίκησης τονίζοντας ταυτόχρονα και τον δυνητικό τους αντίκτυπο.
«Πολιτική αυστηρής λιτότητας θα αναγκαστούν να εφαρμόσουν οι δήμοι της χώρας και το 2020, στερώντας από τους πολίτες αναγκαία έργα και υπηρεσίες, καθώς σύμφωνα με το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού για τα οικονομικά των ΟΤΑ, τα έσοδά τους θα είναι και πάλι… συμπιεσμένα. Την ίδια ώρα, οι δήμοι θα πρέπει να ξεχάσουν αυτά που τους οφείλει το κράτος, αφού δεν γίνεται λόγος για την αποπληρωμή των παρακρατηθέντων εσόδων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια των ετών της κρίσης, τα οποία σήμερα έχουν φτάσει στα 27,5 εκατ. ευρώ.
Όσον αφορά τις περίφημες επιχορηγήσεις, είναι επί της ουσίας οι θεσμοθετημένοι πόροι (ΚΑΠ), οι οποίοι όμως φαίνεται ότι δεν έχουν καμία διαφορά από αυτούς του τρέχοντος έτους (2019), αφού σύμφωνα με τα στοιχεία παραμένουν σταθερά χαμηλοί και την επόμενη χρονιά. Και αυτό, παρά την πρόβλεψη του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος για αύξηση των αποδιδόμενων πόρων στην αυτοδιοίκηση το 2020 σε σχέση με το 2019 κατά 234 εκατ. ευρώ. Επίσης θηλιά για τους ΟΤΑ αποτελεί το γεγονός ότι περιορίζεται δραστικά το εθνικό σκέλος του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) και άρα η χρηματοδότηση των τεχνικών προγραμμάτων των δήμων».[6]
Οι παρακρατηθέντες πόροι που στερούν από την Τοπική Αυτοδιοίκηση πολύτιμα έσοδα όσο και οι χαμηλοί πόροι που προβλέπονται από το πρόγραμμα των «Κεντρικών Αυτοτελών Πόρων» του Υπουργείου Εσωτερικών, δομούν έναν σφαιρικό «αστερισμό» λιτότητας που μετασχηματίζει τους Δήμους σε ιδιότυπα «κέντρα» προσφοράς των «απαραίτητων» ή των «αναγκαίων» που, εν προκειμένω, τείνουν σε μία συστηματική τους υποβάθμιση, όντας χώροι που εγγράφουν τους βαθυ-δομικούς μετασχηματισμούς, «μετακυλίοντας» όχι την «ευθύνη» ή το κόστος λειτουργίας αλλά το «πώς» λειτουργεί ένας Δήμος[7] που δεν παύει να θέτει συγκεκριμένα προτάγματα πολιτικής.
Σε αυτό το πλαίσιο, λειτουργεί και πράττει η Τοπική Αυτοδιοίκηση ως τοπική «ενσάρκωση» του λαού και του λαϊκού, ή, διαφορετικά τιθέμενο, φέρει την «ταυτότητα του λαϊκού», για να παραφράσουμε ελαφρά τον Ernesto Laclau;
Λίγους μήνες μετά την πραγματοποίηση των δημοτικών και περιφερειακών εκλογών του Μαΐου, δύναται να συγκεραστεί η λιτότητα και οι συνέπειες που αυτή επιφέρει στην καθημερινή λειτουργία και πρακτική με την εφαρμογή πολιτικών εμβάθυνσης της Δημοκρατίας και ενίσχυσης μίας εξωστρέφειας που συνδέεται με συνέργειες με ευρωπαϊκούς Δήμους όσο και με τις προκλήσεις που θέτουν οι μετασχηματισμοί της εποχής της μετα-νεωτερικότητας;
Αναφορές