Κρίσιμη συζήτηση την επόμενη εβδομάδα στην Ουάσιγκτον, «λαβωμένος» προσέρχεται ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών
Του Νώντα Χαλδούπη
Στην έδρα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, στην Ουάσιγκτον, σε μια συνάντηση κορυφαίων οικονομικών αξιωματούχων από τις δύο όχθες του Ατλαντικού, όπου δεν θα μετάσχει εκπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης, οι επίσημοι πιστωτές της χώρας καλούνται να λύσουν τις διαφορές τους για την ελάφρυνση του χρέους, αλλά εκφράζονται φόβοι ότι τις συζητήσεις είναι έτοιμος να «τορπιλίσει» ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Στη λεγόμενη «Ομάδα της Ουάσιγκτον» (“Washington Group”), συναθροίζονται αξιωματούχοι από τους θεσμούς και τα υπουργεία Οικονομικών των κύριων πιστωτών της Ελλάδας. Κριστίν Λαγκάρντ και Πόουλ Τόμσεν από το ΔΝΤ, Μάριο Ντράγκι και Μπενουά Κερέ από την ΕΚΤ, Πιερ Μοσκοβισί και Μάριο Μπούτι από την Κομισιόν, Γερούν Ντάισελμπλουμ και Τόμας Βίζερ από το Eurogroup, καθώς και οι υπουργοί Οικονομικών Γερμανίας, Γαλλίας, Ιταλίας και Ισπανίας.
Η συνάντηση της Ομάδας έχει προγραμματισθεί να γίνει στο περιθώριο της ετήσιας συνόδου του Ταμείου, μεταξύ 7 και 9 Οκτωβρίου και θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική, γιατί αυτή την φορά δεν θα εξετασθεί μόνο το γενικό πλαίσιο μιας συμφωνίας για την ελάφρυνση του χρέους, αλλά και οι ειδικότερες προτάσεις που έχουν επεξεργασθεί ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας και το ΔΝΤ για τα βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα μέτρα αναδιάρθρωσης του χρέους.
Για την ελληνική πλευρά, που ενημερώθηκε, σε συνάντηση του Ευκλείδη Τσακαλώτου με τον Κλάους Ρέγκλινγκ του ΕΜΣ για τις προτάσεις μέτρων, το καλύτερο σενάριο προβλέπει ότι, εφόσον ολοκληρωθεί έγκαιρα η δεύτερη αξιολόγηση (εντός του Οκτωβρίου, κατά τον Αλέξη Τσίπρα) θα οριστικοποιηθούν οι αποφάσεις για τα μέτρα ελάφρυνσης, ώστε μέσα στον Δεκέμβριο να έχει ολοκληρωθεί και η έκθεση βιωσιμότητας χρέους από το ΔΝΤ, για να αποφασίσει το Ταμείο και τη συμμετοχή του σε ένα νέο πρόγραμμα, παράλληλο με αυτό του ΕΜΣ, που ήδη «τρέχει».
Άλλωστε, η κυβέρνηση έχει μετακινηθεί από την προηγούμενη θέση της εναντίον της συμμετοχής του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και αυτό εκφράσθηκε δια του σχολιασμού της πρόσφατης ανακοίνωσης του Ταμείου από το υπ. Οικονομικών, το οποίο τόνισε ότι το ΔΝΤ υιοθετεί ευνοϊκές θέσεις για την ελάφρυνση του χρέους.
Γερμανική «τορπίλη»
Πριν, όμως, αρχίσουν οι συζητήσεις ο Β. Σόιμπλε εξέθεσε, ενώπιον ακροατηρίου βουλευτών, τις αρχικές γερμανικές θέσεις για αυτή τη συζήτηση, που χαρακτηρίζονται ως απολύτως ακραίες και, εάν διατηρηθούν στη διαπραγμάτευση της Ουάσιγκτον, προοιωνίζονται εμπλοκή των διαβουλεύσεων.
Όπως είπε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, υποδηλώνοντας την άρνησή του να συζητήσει οτιδήποτε για το ελληνικό χρέος πριν το τέλος του προγράμματος, το 2018, το πρόβλημα της Ελλάδας δεν είναι τα επιτόκια και η εξυπηρέτηση του χρέους. Δεν εξήγησε περισσότερα, αλλά είναι γνωστό ότι η γερμανική πλευρά θεωρεί ότι οι πιέσεις στην εξυπηρέτηση του χρέους θα εμφανισθούν μετά το 2020, ενώ η χώρα μέχρι και το 2018 έχει εξασφαλισμένη χρηματοδότηση και, συνεπώς, δεν υπάρχει σήμερα πίεση να ληφθούν μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, αλλά αυτό μπορεί να γίνει με τη λήξη του προγράμματος και εφόσον αυτό έχει εφαρμοσθεί σωστά από τις ελληνικές αρχές.
Εκτός από την αρνητική στάση σε οποιαδήποτε παραχώρηση για το χρέος, ο Β. Σόιμπλε, χωρίς επίσης να δώσει πολλές εξηγήσεις, δήλωσε ότι η παρουσία του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα είναι απαραίτητη και προέβλεψε με κατηγορηματικό τρόπο ότι θα συνεχισθεί, παρότι το ΔΝΤ έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει ότι δεν πρόκειται να εγκρίνει νέο, δικό του πρόγραμμα για την Ελλάδα, εάν δεν έχει πρώτα ρυθμισθεί οριστικά το χρέος.
Εξάλλου, με τις αλλαγές που έγιναν στο καταστατικό του Ταμείου τον Ιανουάριο, όταν έκλεισε το «παραθυράκι» για δανεισμό χωρών χωρίς βιώσιμο χρέος, εάν υπάρχει σοβαρός συστημικός κίνδυνος, δεν υπάρχει πλέον τυπικά ο τρόπος για να εγκριθεί ένα νέο πρόγραμμα του ΔΝΤ για την Ελλάδα.
Η αχίλλειος πτέρνα
Το μεγάλο ερώτημα είναι αν και σε ποιο βαθμό ο Β. Σόιμπλε μπορεί να επιμείνει στη γραμμή «τα θέλουμε όλα -για τη συμμετοχή του ΔΝΤ- αλλά δεν δίνουμε το παραμικρό -για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους». Το πρόβλημα του σήμερα δεν είναι μόνο ότι θα δεχθεί πολύ ισχυρή πίεση από το ΔΝΤ, το οποίο θα προειδοποιήσει ότι δεν μπορεί να μείνει καν ως τεχνικός σύμβουλος στο πρόγραμμα της Ελλάδας, όσο θα διαφωνεί πλήρως με βασικές συνιστώσες του προγράμματος, όπως είναι οι στόχοι για τα πλεονάσματα, που είναι άμεσα συνδεδεμένοι με την ελάφρυνση του χρέους.
Αυτή την περίοδο, ο πανίσχυρος Γερμανός υπουργός Οικονομικών βρίσκεται πραγματικά στο έλεος των αμερικανικών αρχών, οι οποίες διαπραγματεύονται με την Deutsche Bank για το πρόστιμο που θα πληρώσει, προκειμένου να αποφύγει βαριές ποινικές διώξεις για την πώληση «τοξικών» χρηματοοικονομικών προϊόντων σε επενδυτές.
Ως γνωστόν, η κορυφαία γερμανική τράπεζα «κεραυνοβολήθηκε» από το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης, που πρότεινε πρόστιμο 14 δισ. δολ., σχεδόν πενταπλάσιο αυτού που πλήρωσε η Goldman Sachs για ανάλογες παραβάσεις και επίσης σχεδόν τριπλάσιο από τα 5,5 δισ. δολ., που έχει «κρατήσει στην άκρη» η τράπεζα για αυτή την ποινική εκκρεμότητα, καθώς και για άλλες εκκρεμείς υποθέσεις έναντι του αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης.
Από αυτή την υπόθεση και την αντανάκλασή της στον ισολογισμό της τράπεζας έχουν προκληθεί μεγάλες ανησυχίες για την κεφαλαιακή επάρκεια της Deutsche Bank και για το αν μπορεί να καλύψει τις ανάγκες της από την αγορά, ή θα χρειασθεί κάποιο εξαιρετικά επώδυνο -οικονομικά και πολιτικά- σχέδιο κρατικής διάσωσης. Πολιτικοί αναλυτές στην Γερμανία δεν αμφιβάλλουν ότι, ακόμη και αν υπάρξει ένα αποτελεσματικό σχέδιο διάσωσης με κρατικά κεφάλαια, δηλαδή ακόμη και αν δεν υπάρξουν ανεξέλεγκτες παρενέργειες στη γερμανική και τη διεθνή οικονομία, ο πολιτικός αντίκτυπος για την κυβέρνηση και τον κ. Σόιμπλε προσωπικά θα είναι «τοξικός».
Σε αυτές τις συνθήκες, ο κ. Σόιμπλε δεν προσέρχεται στις διαπραγματεύσεις για την Ελλάδα με την αύρα της απόλυτης ισχύος, όπως συνέβαινε στο παρελθόν. Αυτή την φορά γνωρίζει ότι, εάν απορρίψει τις προτάσεις του ΔΝΤ για την Ελλάδα, τις οποίες με θέρμη υποστηρίζει και το αμερικανικό υπουργείο Οικονομικών, δεν θα είναι καθόλου βέβαιο ότι οι αμερικανικές αρχές θα εξετάσουν με ευνοϊκό τρόπο τα αιτήματα (ορθότερα: εκκλήσεις) της μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζας για μείωση του προστίμου-μαμούθ.
Από αυτή την άποψη, οι διαπραγματεύσεις για το ελληνικό χρέος τοποθετούνται με νέο τρόπο στην ευρύτερη σκακιέρα του σκληρού ανταγωνισμού ΗΠΑ – Γερμανίας, για τη διαχείριση των θεμάτων της παγκόσμιας οικονομίας. Και όλα δείχνουν ότι έχουν αλλάξει πάρα πολλά από την εποχή που ο Β. Σόιμπλε, με περισσή αλαζονεία, έλεγε στον τέως υπουργό Οικονομικών του Ομπάμα, Τιμ Γκάιτνερ, «κοιτάξτε το δικό σας χρέος και μην μας δίνετε συμβουλές». Αυτή την φορά, ο πανίσχυρος κ. Σόιμπλε προσέρχεται στη διαπραγμάτευση τραυματισμένος και βρίσκεται υπό τη δαμόκλειο σπάθη της κατάρρευσης μιας τράπεζας-σύμβολο της γερμανικής οικονομικής ισχύος…