Του Νώντα Χαλδούπη
Επώδυνα προγράμματα εξυγίανσης σε μεγάλες, υπερχρεωμένες επιχειρήσεις από αρκετούς κλάδους της αγοράς καλούνται να εφαρμόσουν, κατ’ εντολή της Alpha και της Eurobank, οι ειδικοί στη διαχείριση προβληματικών δανείων και την αναδιάρθρωση επιχειρήσεων του ομίλου Pillarstone, που έχει πίσω του την τεχνογνωσία της αμερικανικής KKR, της επενδυτικής εταιρείας που έγινε παγκοσμίως γνωστή με την επιθετική εξαγορά της καπνοβιομηχανίας RJR Nabisco, η οποία έγινε αντικείμενο βιβλίου και ταινίας με το χαρακτηριστικό τίτλο «Οι βάρβαροι προ των πυλών».
Από τον Μάιο είχε ανακοινωθεί ότι η Alpha και η Eurobank σκοπεύουν να αναθέσουν τη διαχείριση μεγάλων επιχειρηματικών δανείων ύψους 1,2 δισ. ευρώ σε ελληνική θυγατρική της Pillarstone Europe. Προς το παρόν δεν έχει γίνει γνωστή η ταυτότητα των δέκα εταιρειών, τα δάνεια των οποίων θα τεθούν υπό τη διαχείριση της Pillarstone, αλλά εκτιμάται ότι πρόκειται για σημαντικές επιχειρήσεις της βιομηχανίας και του εμπορίου, που βαρύνονται μεν με υψηλό δανεισμό, αλλά θα μπορούσαν να εξυγιανθούν και να συνεχίσουν την πορεία τους.
Στην ίδια κατεύθυνση με τις δύο τράπεζες κινείται και η Τράπεζα Πειραιώς, χωρίς προς το παρόν να έχει προχωρήσει σε οριστική συμφωνία. Λίγες ημέρες μετά την παραίτηση Σάλλα, ο Γιώργος Πουλόπουλος, αναπληρωτής διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς και προσωρινά εκτελών καθήκοντα διευθύνοντος συμβούλου, είχε δηλώσει στην Wall Street Journal ότι η τράπεζα «εξετάζει» να αναθέσει στην αμερικανική KKR χαρτοφυλάκιο προβληματικών επιχειρηματικών δανείων μεγάλων επιχειρήσεων, ύψους 600 εκατ. ευρώ. Η συμφωνία, όπως εξήγησε ο κ. Πουλόπουλος, «θα περιλαμβάνει την αναδιάρθρωση επιχειρηματικών δανείων, τα οποία έχουν χορηγηθεί σε μεγάλες, δυνητικά βιώσιμες επιχειρήσεις».
Ποια είναι, όμως, και τι ακριβώς θα κάνει η ελληνική θυγατρική της Pillarstone; Κατ’ αρχάς, η νέα εταιρεία έχει ιδρυθεί, εδρεύει στην πλατεία Συντάγματος και είναι μία από τις έξι εταιρείες που, όπως δήλωσε χθες στέλεχος της Τράπεζας της Ελλάδος, έχουν ζητήσει άδεια για να δραστηριοποιηθούν στη διαχείριση προβληματικών δανείων. Σημειωτέον ότι η Ελλάδα είναι η δεύτερη χώρα που προσελκύει την Pillarstone, καθώς ήδη δραστηριοποιείται στην Ιταλία, όπου υπάρχει ένα «βουνό» προβληματικών δανείων 360 δισ. ευρώ και οι τράπεζες αναζητούν καινοτομικές λύσεις για να τα διαχειρισθούν.
Η Pillarstone δεν προσεγγίζει τα προβληματικά δάνεια μεγάλων εταιρειών με λογική «εισπράκτορα», ούτε και αγοράζει τα δάνεια (αυτά παραμένουν στα βιβλία των τραπεζών). Λειτουργώντας ως διαχειριστής των δανείων κατ’ εντολή των τραπεζών πλησιάζει τις διοικήσεις των εταιρειών, μελετά την κάθε περίπτωση ξεχωριστά και καταρτίζει σχέδιο εξυγίανσης, με τελικό στόχο την ομαλή αποπληρωμή των δανείων.
Σε αντίθεση με τις ίδιες τις τράπεζες, που δεν έχουν σήμερα σημαντικά περιθώρια να προσφέρουν νέα ρευστότητα στις προβληματικές επιχειρήσεις, ώστε να υποστηριχθεί ένα σχέδιο εξυγίανσής τους, η Pillarstone συνοδεύει την κατάρτιση του σχεδίου εξυγίανσης με την αναγκαία υποστήριξη της επιχείρησης με νέα κεφάλαια και γίνεται μέτοχος, προσβλέποντας στα οφέλη που θα έχει αν πετύχει η προσπάθεια εξυγίανσης.
Θα έλεγε κανείς ότι αυτό το μοντέλο διαχείρισης προβληματικών δανείων μεγάλων επιχειρήσεων είναι ιδανικό, εάν πράγματι επιτευχθεί ο στόχος της εξυγίανσης των επιχειρήσεων και της ομαλής εξόφλησης των δανειακών τους υποχρεώσεων. Όμως, για τις επιχειρήσεις που θα περάσουν στο πεδίο ευθύνης της Pillarstone η διαδικασία μπορεί να αποδειχθεί αρκετά επώδυνη.
Για τις διοικήσεις των εταιρειών και τους μετόχους, η εμπλοκή της εταιρείας διαχείρισης δανείων δεν θα είναι ιδιαίτερα ευχάριστη, αφού ουσιαστικά θα βρεθούν σε καθεστώς εποπτείας και τον έλεγχο των εταιρειών θα αναλάβει η Pillarstone. Σε αυτό το πλαίσιο, θα επιβληθούν δυσάρεστες αποφάσεις, όπως το κλείσιμο ή η πώληση θυγατρικών, η διακοπή δραστηριοτήτων, ακόμη και η απομάκρυνση προσωπικού.
Ενδεικτικό των ανησυχιών που υπάρχουν στην αγορά για αυτές τις νέες πρακτικές είναι το γεγονός ότι η Τράπεζα Πειραιώς επιχείρησε πρώτη να αναθέσει στην Pillarstone τη διαχείριση δανείων της Marfin Investment Group, που εκείνη την εποχή (τέλη 2014) βρισκόταν υπό τη διοίκηση του Ανδρέα Βγενόπουλου (σήμερα ο γνωστός επιχειρηματίας είναι πλέον μη εκτελεστικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου). Η διοίκηση Βγενόπουλου είχε αντιδράσει πολύ έντονα σε εκείνη τη συμφωνία, απειλώντας και με δικαστικές ενέργειες, και λίγους μήνες αργότερα η συμφωνία ακυρώθηκε.