του Δημήτρη Λάμπρου
Ρώτησα ένα ευφυή φίλο -που διατηρεί τις πολύτιμες ανεξάρτητες πολιτικές απόψεις του- για τις εσωκομματικές εκλογές στη ΝΔ.
«Με τον Τζιτζικώστα», μου είπε. Και αμέσως πρόλαβε το γιατί μου: «Είναι ο μόνος που δεν τον ξέρουμε».
Αυτή είναι η γνώμη της κοινωνίας για τη διαδικασία και τα πρόσωπα εκλογής αρχηγού στη ΝΔ. Αυτή είναι και η δική μου.
Πριν περάσω στην αιτιολόγηση θα κάνω εδώ μια παρέκβαση με δύο σκέλη:
Πρώτον: Δεν γνωρίζω ποιο είναι το «σχέδιο Καραμανλή». Εχω γράψει από πολύ παλιά -από το 2008 όταν ο Κώστας Καραμανλής φάνταζε παντοδύναμος- ότι ο τότε πρωθυπουργός έπρεπε να προχωρήσει στη διάλυση της ΝΔ και στην ίδρυση ενός νέου ριζοσπαστικού κινήματος που θα ήταν η απάντηση της υγιούς Ελλάδας στη γενικευμένη εσωτερική παρακμή που η αποφορά της ερχόταν στην επιφάνεια εξαιτίας της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Δεν το έπραξε τότε, ίσως δεν πρόλαβε. Τώρα που το διεθνές περιβάλλον έχει ακόμα περισσότερο επιδεινωθεί, τώρα που οι προκλήσεις είναι πλέον γεωπολιτικές και επομένως μεγαλύτερες είναι φανερό ότι δεν μπορεί στα σοβαρά να υποστηριχτεί ότι υπάρχει «σε βάθος χρόνου σχεδιασμός» που επιπλέον συνιστά διέξοδο για την αποφυγή της περιθωριοποίησης της πατρίδας. Η χώρα μέρα τη μέρα καταστρέφεται και οι αποφάσεις επείγουν, οι τακτικές κινήσεις και τα σχέδια είναι για άλλες εποχές.
Δεύτερον: Δεν γνωρίζω επίσης ποια μπλοκ εξουσίας ούτε ποια συμφέροντα στοιχίζονται πίσω από τους υποψηφιότητες για την αρχηγία της ΝΔ. Αλλωστε αυτή τη στιγμή τα ονόματα λίγο ενδιαφέρουν. Εκείνο που προέχει είναι η ύπαρξη μιας αξιόπιστης αξιωματικής αντιπολίτευσης και δυνάμει κυβέρνησης. Και η δικαίωση των απλών μελών της ΝΔ που παρά τη μεγάλη απογοήτευσή τους συνεχίζουν να στηρίζουν το κόμμα.
Ολες οι υποψηφιότητες έχουν τα θετικά και τα αρνητικά τους σημεία. Ομως η στοιχειώδης πολιτική ανάλυση για όσους ενδιαφέρονται για την παράταξη δείχνει Τζιτζικώστα. Κι αυτό προκύπτει από την εξέταση των υποψηφιοτήτων –αυτών που έχουμε.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης φέρει ένα ιστορικό όνομα που αποτελεί τον ανελκυστήρα που τον οδήγησε νεότατο να διεκδικεί την αρχηγία στο κόμμα με το οποίο έγινε πρωθυπουργός ο πατέρας του. Όμως η υποψηφιότητά του συγκεντρώνει προβλήματα κάθε είδους. Από ιδεολογική άποψη ο Κυριάκος μοιάζει να ανήκει χώρο γύρω από το Ποτάμι και όχι στη ΝΔ. Στην βασική για κόμμα εξουσίας ερώτηση, δηλαδή αν μπορεί να κερδίσει τον Τσίπρα στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση η απάντηση είναι όχι. Αν ο επίδικος χώρος είναι -που είναι- η κρίσιμη μάζα των κεντρώων ψηφοφόρων, εκεί για ιστορικούς και πολιτικούς λόγους ο Τσίπρας επικρατεί άνετα του Κυριάκου. Σε ό,τι αφορά τη Βοιωτία δεν υπάρχει εκπροσώπηση αξιόλογη εκτός της μόνιμης υποψηφίας βουλευτού κας Μαχαίρα η οποί συνυπέγραψε για την υποψηφιότητά του.
Ο Αδωνις Γεωργιάδης εμφανίζει επίσης πολλά προβληματικά σημεία. Η διάσταση μεταξύ των διακηρύξεων και των πραγματικών του απόψεων είναι ένα από αυτά. Οι απόψεις του είναι παρωχημένες, η ρητορική του αναντίστοιχη των μεγάλων προβλημάτων της χώρας. Αναδεικνύει τα ζητήματα που δεν έχουν πια καμία αξία για να κατοχυρώσει έναν χώρο «δεξιάς άποψης» αλλά δεν πείθει για τις αγνές του προθέσεις. Ο λόγος και τρόπος του είναι εκείνος του εκπασοκισμένου λαϊκιστή συνδικαλιστή, του πολιτευτή της μεταπολίτευσης δηλαδή που πάντα θα βρίσκει οπαδούς στην Ελλάδα αλλά που δεν κάνει για ηγέτης ενός κεντροδεξιού κόμματος. Ούτε ο κ. Γεωργιάδης μπορεί να κερδίσει τον κ. Τσίπρα καθώς είναι ευάλωτος τόσο προς τα αριστερά όσο και από δεξιά. Σε τοπικό επίπεδο στηρίζεται από τον κ. Λιανό γραμματέα της ΝΟΔΕ Βοιωτίας (της ποιάς;) του οποίου η επιρροή είναι τέτοιας εμβέλειας ώστε όπως είδαμε παραπάνω η μητέρα του υπέγραψε για τον Κυριάκο.
Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης συνοψίζει στο πρόσωπό του όλη τη μεταπολίτευση από τη δεξιά πλευρά. Πρώτα απ’ όλα να σημειώσω ότι ακόμη δεν έχει καταφέρει να εξηγήσει την κυρίαρχη αντίφαση της πολιτικής του αν υποθέσουμε πως υπάρχει τέτοιο πράγμα: να κατηγορεί τον Τσίπρα για καταστροφική διακυβέρνηση και να τον στηρίζει ψηφίζοντάς τον στη Βουλή οπότε ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει.
Πρόκειται για μια καθαρά συστημική υποψηφιότητα και υποστηρίζεται σθεναρά από το σύσσωμο το μεταπολιτευτικό σύστημα που λεηλάτησε και εξαθλίωσε την Ελλάδα. Εχει ο Μεϊμαράκης μαζί του όλους εκείνους που ζουν από το κράτος και τις ευρωπαϊκές επιδοτήσεις, από τους μηχανισμούς που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία. Ηθικά διαβρωμένοι, πολιτικά διεφθαρμένοι, ιδεολογικά ηττημένοι αλλά οικονομικά εξασφαλισμένοι μέχρι τετάρτης γενεάς συναποτελούν εκείνο το χρεοκοπημένο κατεστημένο που η Ελλάδα πρέπει να αφήσει πίσω της. Οριστικά και για πάντα. Αυτό γίνεται φανερό σε τοπικό βοιωτικό επίπεδο όπου η υποψηφιότητα Μεϊμαράκη συσπειρώνει γύρω της όλους εκείνους που κατάντησαν τη Νέα Δημοκρατία στον νομό στην απόλυτη ανυποληψία, στην ανυπαρξία. Και στην αποστροφή. Ασφαλώς ούτε ο Μεϊμαράκης δεν μπορεί να κερδίσει τον Τσίπρα και να στρέψει δεξιά το τιμόνι στην Eλλάδα. Ηδη ηττήθηκε μια φορά και τίποτα δεν πείθει ότι μπορεί να αλλάξει ριζικά κάτι στους επόμενους μήνες.
Ο Απόστολος Τζιτζικώστας έχει ανοίξει το δικό του πολιτικό βηματισμό αιφνιδιάζoντας τους πάντες και με μια σπάνια για τα ελληνικά δεδομένα αίσθηση του τάιμινγκ μεταβλήθηκε πολύ γρήγορα σε πρωταγωνιστή της κεντρικής πολιτικής σκηνής. Είναι ευπρεπής και σοβαρός αλλά το μεγάλο του πλεονέκτημα είναι ότι για τον μέσο Ελληνα είναι άγνωστος. Αυτό σημαίνει έχει τη δυνατότητα να αλλάξει πολλά, και οριακά να τ’ αλλάξει όλα. Φυσικά μπορεί να αποδεχθεί μία από τα ίδια αλλά υπάρχει μια σημαντικά πιθανή περίπτωση να κάνει και την έκπληξη και να αναστήσει την Νέα Δημοκρατία.
Γιατί αν υπάρχει οποιαδήποτε περίπτωση να αναστηθεί ένα κόμμα που από το 2005 βρίσκεται σε βαθύ κώμα μόνο ένας Χριστός μπορεί να το κάνει. Ή έστω ένας Απόστολος. Αν πάλι πεθάνει οριστικά, όπως είναι και το πιο πιθανό, ας γίνει αυτό μια ώρα αρχύτερα. Οποιαδήποτε άλλη εκλογή, εκτός από του Τζιτζικώστα θα περιφέρει το πτώμα της ΝΔ στα καταγώγια και τις παρασυναγωγές για πολλά χρόνια, αμαυρώνοντας την ιστορία ενός κόμματος που κάποτε προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στον τόπο.