μέλος νομ. επιτροπής ΣΥΡΙΖΑ Βοιωτίας
To Γενάρη του 2015, για πρώτη φορά στην Ευρώπη μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η αριστερά ανέλαβε στην Ελλάδα τις ευθύνες της κυβερνητικής εξουσίας με την ψήφο του ελληνικού λαού. Όχι βέβαια γιατί ξαφνικά την αγάπησαν οι Έλληνες ή γιατί ωρίμασαν οι αντικειμενικές συνθήκες, ή τέλος γιατί την ευνόησαν οι εγχώριοι, διεθνείς ταξικοί και άλλοι συσχετισμοί. Αλλά, γιατί στα πολύ δύσκολα ο ελληνικός λαός σε αυτήν εναπόθεσε τις ελπίδες του για διέξοδο από το θανάσιμο σπιράλ και τη μέγγενη της κρίσης και των μνημονίων.
Κατά συνέπεια, και εξ’αντικειμένου, οι πολίτες και η αριστερά συνομολόγησαν μια άτυπη συμφωνία για τη σωτηρία του λαού πρωτίστως και όχι για την άμεση υλοποίηση του ιδεολογικού και πολιτικού οράματός της στο παρόν. Σε αυτή τη λογική, καταρτίστηκε και το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, με αρκετό νερό στο κρασί του αρχικού κυβερνητικού προγράμματος του ΣΥΡΙΖΑ.
Η αδυναμία της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ να υλοποιήσει, στο σύνολό του, ακόμα και αυτό το μίνιμουμ πρόγραμμα δε συνιστά, κατά τη γνώμη μου,εξαπάτηση και συνειδητή αθέτηση υπεσχημένων. Ίσως, μπορεί κανείς να μιλήσει για λάθη και αστοχίες, για υποτίμηση ή υπερτίμηση συνθηκών και δεδομένων. Η κυβέρνηση με κορμό το ΣΥΡΙΖΑ πάλεψε με πάθος και αυταπάρνηση και οδηγήθηκε σε μια επώδυνη και αναγκαστική συμφωνία, που αφήνει όμως περιθώρια για βελτιώσεις και νέες διεκδικήσεις στο μέλλον. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τον αυτοακρωτηριασμό της αριστεράς, αφού ένας αριθμός βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ αρνήθηκε να στηρίξει τη συμφωνία. Βαδίζουμε λοιπόν σε αυτή την παράξενη εκλογική αναμέτρηση με την αριστερά να εγκαταλείπει την εξουσία. Το εάν την έριξαν ή έφυγε μόνη της είναι θέμα ερμηνείας και ανάγνωσης. Όποια εκδοχή κι αν διαλέξει κανείς, τα γεγονότα παραμένουν πεισματικά τα ίδια. Έχει εν τούτοις χαρακτηριστικά παράνοιας ή προφανούς ιδιοτέλειας η άποψη ότι χιλιάδες αριστεροί αγωνιστές που έδωσαν τα πάντα επί δεκαετίες στον αγώνα για μια καλύτερη κοινωνία, εν μια νυκτί και ως δια μαγείας, συμβιβάστηκαν, μεταλλάχθηκαν, ή πρόδωσαν τις ιδέες τους και ταυτόχρονα κάποιοι άλλοι ανακάλυψαν μέσα τους τον καταχωνιασμένο Che Guevara, Άρη Βελουχιώτη κτλ. Είναι επίσης πέρα για πέρα άδικο, και δείγμα πολιτικής ακρισίας ή πονηριάς, να φορτώνει κανείς σε αυτή την κυβέρνηση, πολλώ δε μάλλον σε ένα πρόσωπο, όλες τις αμαρτίες, τα λάθη, τα κρίματα και τα εγκλήματα του παρελθόντος.
Η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία υπήρξε λοιπόν αναγκαία και αναπόφευκτη. Κάτω από δυσμενείς, πράγματι, συνθήκες, με την κοινωνία να στενάζει, δικαιολογημένα απογοητευμένη εν μέρει, από τη διάψευση των προσδοκιών που της δημιούργησαν οι προηγούμενες εκλογές. Με το φθαρμένο και υπεύθυνο για τα δεινά της χώρας μας παλαιό πολιτικό προσωπικό να διεκδικεί ”μετά δόξης και τιμής” εξαγνισμένο την επιστροφή του στην εξουσία. Με τους πολίτες, τέλος, κουρασμένους από τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις των τελευταίων ετών να μετράνε με ακρίβεια γραμμαρίου τα τελευταία ψήγματα ελπίδας, υπομονής και ανοχής που τους απέμειναν.
Τούτων δοθέντων, ο ΣΥΡΙΖΑ και η αριστερά δικαιούνται μια ακόμα ευκαιρία, την ουσιαστική πια ευκαιρία να κυβερνήσουν πραγματικά, απαλλαγμένοι από την εργώδη ενασχόληση με την πολύμηνη διαπραγμάτευση, αναζητώντας μέσα στα πλαίσια αυτής της συμφωνίας διεξόδους για μείωση του χρέους, στήριξη των αδυνάμων, αναπτυξιακή προοπτική, δίκαιη κατανομή των βαρών, χτύπημα ενός ολόκληρου συστήματος διαπλοκής, διαφθοράς, φοροδιαφυγής και λεηλασίας του δημόσιου πλούτου.
Όσο για εκείνους/κείνες από εμάς που διάλεξαν έναν άλλο δρόμο, καλή πορεία και καλούς αγώνες. Ένας χωρισμός είναι πάντα οδυνηρός και αφήνει πληγές. Ας είναι όμως πολιτισμένος και συμβατός με τις αριστερές αξίες. Με το φανατισμό και τον αλληλοσπαραγμό είναι ηλίου φαεινότερον ποιος χαίρεται και ποιος επωφελείται.