του Δημήτρη Λάμπρου
Το προσωπικό μου ενδιαφέρον για τα δέντρα της Λιβαδειάς είναι πολύ παλιό και έχει βρει σε μερικές περιπτώσεις δημόσια έκφραση, όπως μπορείτε να δείτε εδώhttp://viotia.blogspot.gr/2011/04/blog-post_8208.html
Θα σας εξηγήσω με λίγα λόγια γιατί. Πέρα από την προφανή καλλωπιστική αλλά και από άποψη υγείας χρησιμότητα των φίλων αυτών του ανθρώπου σ’ ένα διαρκώς επιβαρυνόμενο αστικό περιβάλλον, υπάρχουν κι άλλοι βαθύτεροι λόγοι.
Τα δέντρα κάθε πόλης με τον δικό τους τρόπο σημαδεύουν και ορίζουν το πλαίσιο με το οποίο οι κάτοικοί της και οι επισκέπτες προσλαμβάνουν σημαντικούς τομείς της παρουσίας της μέσα στον χρόνο. Το είδος, το μέγεθος, η ποσότητα, οι πυρκαγιές, οι ιστορικές καμπές παρέχουν πλήθος πληροφοριών για τη συνύπαρξη του ανθρώπου με τα δέντρα, για τις οικονομικές δυνατότητες, τις αισθητικές αναζητήσεις, τις πολιτικοκοινωνικές συγκρούσεις και τις αρχιτεκτονικές απόψεις που επικράτησαν και τις άλλες που ηττήθηκαν στη μακρά διάρκεια της πορείας της ζωής μιας πόλης.
Πόσα παράξενα και καθημερινά δεν θα ‘χαν άραγε να διηγηθούν τα αιωνόβια πλατάνια της Κρύας κι εκείνα του Ζαππείου, αλλά και τα οικιακά δέντρα που συνήθιζαν οι παλαιότεροι να φυτεύουν στις αυλές τους; Πόσα είδαν, πόσα άκουσαν, πόσους δρόσισαν στη σκιά τους και πόσοι τα κακομεταχειρίστηκαν ή τα έκοψαν, πόσους αέρηδες άντεξαν και πόσες βροχές ή ξηρασίες;
Αποτελεί λοιπόν το δέντρο, αν το ατενίσουμε από μακριά, τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς μιας πόλης, πολύτιμο, ζωντανό, παλιό και σύγχρονο, όμορφο και χρήσιμο.
Με τις σκέψεις αυτές παρακολούθησα προσωπικά με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τη συνάντηση στο παλιό δημαρχείο της Λιβαδειάς, τη Δευτέρα 23 Μαρτίου 2015:http://viotia.blogspot.gr/2015/03/blog-post_32.html. Εκεί, με πρωτοβουλία της δημάρχου Λεβαδέων κ. Γιώτας Πούλου, οι διευθυντές της Αβάθμιας και Ββάθμιας Εκπαίδευσης Βοιωτίας και οι εκπρόσωποι των συλλόγων Γονέων και Κηδεμόνων κατέθεσαν αξιόλογες προτάσεις για την υιοθέτηση από την πλευρά τους δημοτικών χώρων πρασίνου εντός και εκτός των σχολικών μονάδων.
Η δήμαρχος κ. Πούλου τόνισε ότι ο Δήμος θα σταθεί αρωγός στην υλοποίηση των δράσεων που αποφασίστηκαν με την παροχή υλικοτεχνικής στήριξης και επιστημονικής γνώσης. Για το φλέγον ζήτημα των φυτών που θα περιλαμβάνονται στα υπό διαμόρφωση κηπάρια, η κ. Πούλου επικαλούμενη και την ιδιότητά της ως αρχιτέκτονας επισήμανε ότι η σωστή επιστημονική πρακτική είναι να διδασκόμαστε από τη μητέρα φύση, να βλέπουμε τι ευδοκιμεί στην περιοχή μας στο πέρασμα των αιώνων και αυτό να αξιοποιούμε και στις δικές μας δενδροφυτεύσεις και ανθοκομικές μας δραστηριότητες.
Είναι όντως αυτό το επιστημονικά ορθό. Όμως εγώ θέλω να διατυπώσω μια πρόταση και να υποστηρίξω ότι στη δενδροφύτευση της Λιβαδειάς πρέπει να φανούμε ρηξικέλευθοι και να χρησιμοποιήσουμε ένα εισαγόμενο φυτό, στην περίπτωση βέβαια που άλλοι, περισσότερο γνώστες από εμένα μετά από ενδελεχή εξέταση αποφανθούν πως μπορεί να ευδοκιμήσει στα μέρη μας. Θα σας μιλήσω λοιπόν για την τζακαράντα, ένα από τα πλέον δημοφιλή καλλωπιστικά φυτά στον κόσμο, που τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να διαδίδεται και στην Ελλάδα. Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι τζακαράντες της οδού Αθηνάς στο πολύβουο εμπορικό κέντρο της Αθήνας, που κατά την ανθοφορία τους, με τα χαρακτηριστικά μωβ-μπλε λουλούδια, περίπου τον Μάιο, πλουτίζουν αισθητικά, περιβαλλοντικά και πολιτιστικά τη ζωή των κατοίκων, των επισκεπτών, των εργαζομένων και των συναλλασσομένων στην αγορά της Αθήνας.
Η τζακαράντα κατάγεται από τη Βραζιλία και τις Δυτικές Ινδίες. Είναι φυλλοβόλο δέντρο που φτάνει σε ύψος τα είκοσι μέτρα, όμως στη Νότια Ευρώπη δεν υπερβαίνει τα εννιά, με διάμετρο κόμης τα επτά μέτρα. Ευδοκιμεί στη «ζώνη των εσπεριδοειδών» με την παρατεταμένη ηλιοφάνεια χωρίς ισχυρούς ανέμους και προτιμά τα στραγγισμένα εδάφη, αλλά και τα ξηρά ασβεστώδη.
Η φήμη της και η δημοφιλία της οφείλεται στις πυκνές ταξιανθίες από τα χαρακτηριστικά μωβ πανέμορφα άνθη, όπως βλέπετε και στις φωτογραφίες. Όταν βρίσκεται σε δενδροστοιχίες, όπως στην οδό Αθηνάς και στο Ζάππειο, την εποχή της ανθοφορίας παράγει ένα μαγευτικό αισθητικό αποτέλεσμα, που έχει συναρπάσει τους ρέκτες αθηναιολάτρες, ενώ χιλιάδες είναι οι συμμετέχοντες με φωτογραφίες στις σχετικές συζητήσεις που διεξάγονται στα πανίσχυρα στην εποχή μας σόσιαλ μίντια.
Κι αυτό, πέρα από δείκτης πολιτισμού και πέρα από την αισθητική του διάσταση, θέτει μια σημαντική οικονομική παράμετρο σε μια εποχή που οι πόλεις οφείλουν να αξιοποιούν κάθε πλεονέκτημα και κάθε καινούρια ιδέα, για να προσελκύσουν επισκέπτες και δραστηριότητες και για να μεγιστοποιήσουν γενικότερα την προβολή τους.
Ερχομαι λοιπόν στην πρόταση που διατυπώνεται ως εξής: όλα τα σχολεία που υιοθέτησαν κοινόχρηστους χώρους πρασίνου, αλλά και ο Δήμος Λεβαδέων σε όσες δενδροφυτεύσεις πρόκειται να προβεί, να εξετάσουν την περίπτωση για τη χρήση της τζακαράντας. Έτσι θα γεμίσουμε τη Λιβαδειά με μικρές ή μεγαλύτερες μωβ γωνιές. Αυτές σε συνδυασμό με τις πράσινες γωνιές με τις οποίες έχει ευλογηθεί η πόλη μας θεωρώ ότι θα παραγάγουν ένα άρτιο αισθητικό αποτέλεσμα, που θα ομορφύνει τη Λιβαδειά σηματοδοτώντας ένα νέο ξεκίνημα ταυτόχρονα μ. ένα άνοιγμα προς τον μεγάλο κόσμο.
Άλλωστε δεν είμαι ο μόνος που έχω γοητευτεί από τις τζακαράντες.
Ο ίδιος ο Γιώργος Σεφέρης υμνεί τα μωβ άνθη τους στο Ημερολόγιο Καταστρώματος Β’ όπου κάτω από την καταχώριση γράφει:
1η Οχτώβρη ’41,
Kerk Str. Oost Pretoria, Transvaal:
“Οι τζακαράντες παίζοντας καστανιέτες και χορεύοντας/
ρίχναν γύρω στα πόδια τους ένα μενεξεδένιο χιόνι”.