Η μεγάλη αλλά αναμενόμενη συζήτηση που άνοιξαν οι εξαγγελίες του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξη Τσίπρα από τη ΔΕΘ, το Σαββατοκύριακο που μας πέρασε, θα διαρκέσει πολλές μέρες καθώς ήδη οι αντιδράσεις στα κοινωνικά δίκτυα και τα ΜΜΕ από την κυβέρνηση και τα κόμματα είναι σφοδρές. Η παρουσίαση του κυβερνητικού προγράμματος ήταν επικοινωνιακά άψογη και η ουσία των προτάσεων του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ήταν πολιτικά ισχυρή, αγκαλιάζοντας -σε στοχευμένα σημεία και ειδικές αλλά πολλές κατηγορίες- το ευρύτατο ακροατήριο των ψηφοφόρων που έχουν πληγεί από την πρωτοφανή σε καιρό ειρήνης ύφεση και ζουν καθημερινά την τραγωδία της ελληνικής χρεοκοπίας.
Ο Αλέξης Τσίπρας επιχείρησε, όπως είναι φυσικό, αμφίπλευρη διεύρυνση με άνοιγμα προς τη Δεξιά και την Αριστερά. Φάνηκε ιδιαίτερα προσεκτικός στο θέμα του ευρώ διακηρύσσοντας ότι θα διαπραγματευτεί με τους δανειστές καλύτερα από την υπάρχουσα συγκυβέρνηση, πάντα όμως κάτω από το προστατευτικό πλαίσιο της ΕΕ. Ακόμα και στην αναφορά για διάλυση του ΝΑΤΟ, στην οποία προέβη για να κατευνάσει τις συνιστώσες και τη ριζοσπαστική πτέρυγα του κόμματός του, ο Αλέξης Τσίπρας δεν παρέλειψε να προσθέσει με νόημα πως ήταν ο Κωνσταντίνος Καραμανλής που είχε βγάλει την Ελλάδα από τη Bορειοατλαντική Συμμαχία, όταν έκρινε ότι δεν εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της χώρας.
Είναι σαφές ότι εκλογικός στόχος είναι οι ψηφοφόροι του Κέντρου και της Λαϊκής Δεξιάς, που όλο και περισσότερο αποξενώνονται από το κυβερνητικό σχήμα, καθώς ανακαλύπτουν καθημερινά πως αισιόδοξες προβλέψεις και οι ανέξοδες υποσχέσεις δεν επιβεβαιώνονται στην πράξη και στην αγορά. Εξάλλου, γεγονός παραμένει πως για το άνοιγμα προς τη ριζοσπαστική Αριστερά και την Κεντροαριστερά υπάρχουν μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας του εγχειρήματος για την προσέλκυση των ψηφοφόρων, αν κρίνουμε από το πρόσφατο πολιτικό παρελθόν και την εκλογική συσπείρωση που κατόρθωνε να απολαμβάνει το ΠΑΣΟΚ σε αυτόν τον πολιτικό χώρο.
Στην Κεντροδεξιά τα πράγματα εμφανίζονται πιο δύσκολα καθώς ο Αλέξης Τσίπρας αντιμετωπίζει ένα ισχυρό τείχος δυσπιστίας από το παρελθόν, που είναι αποτέλεσμα εκείνου που θα ονομάζαμε “επιπολαιότητα του μικρού κόμματος” και κάποιων ακραίων θέσεων που στο παρελθόν είχαν ερεθίσει τα συντηρητικά αντανακλαστικά τμήματος της μεσαίας τάξης και του ιδιωτικού τομέα. Η δυσκολία του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης να διεμβολίσει τον σκληρό πυρήνα του κόσμου της Δεξιάς αποτυπώθηκε και στις πρόσφατες ευρωεκλογές, όπου παρά τη σαφή λαϊκή αποδοκιμασία της κυβερνητικής πολιτικής κανένας ανεξάρτητος παρατηρητής δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι διαμορφώθηκε νικηφόρο ρεύμα υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ.
Υπάρχουν όμως εποχές στην πολιτική, που η ίδια η οικονομική αναγκαιότητα υπερβαίνει τα ιδεολογικά φράγματα, τις προσωπικές εκτιμήσεις και συμπάθειες και επιβάλλει τις λύσεις της, που ακόμα κι αν είναι στηριγμένες στο μη χείρον βέλτιστον ή περισσότερο στην απελπισία, δεν παύουν να παράγουν δεσμεύσεις, αποτελέσματα, αλλά και ευθύνες για όσους δεν αφήνουν άλλες εναλλακτικές λύσεις στον χειμαζόμενο, φτωχοποιημένο και απειλούμενο Έλληνα πολίτη. Για μια ακόμη φορά οδηγούμαστε σε μια κατάσταση, όπου η προτεραιότητα του ψηφοφόρου δεν είναι αν τα μέτρα που προτείνει η αντιπολίτευση είναι κοστολογημένα ή εφικτά, αλλά η καταψήφιση και η αποβολή της υπάρχουσας κυβέρνησης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ επιμένει ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα που εξήγγειλε το Σαββατοκύριακο ο κ. Τσίπρας είναι πλήρως κοστολογημένο και το κόστος για την υλοποίησή του θα ανέλθει στα 17 11,8 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα το πρόγραμμα για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης θα κοστίσει 2 δισ. τα μέτρα για την επανεκκίνηση της οικονομίας 6,5 δισ., η κατάργηση του ΕΝΦΙΑ 2 δισ. Επιπλέον η επαναφορά του αφορολόγητου στα 12.000 ευρώ θα στοιχίσει στα κρατικά ταμείο 1,5 δισ., το κόστος “εκκίνησης” για τη “νέα σεισάχθεια στα κόκκινα δάνεια” 2 δισ., η ίδρυση Επενδυτικής Τράπεζας περίπου 1 δισ. και οι 300.000 θέσεις εργασίας συνολικά 5 δισ.
Ομως γνωρίζοντας την πρακτική των κομμάτων της αντιπολίτευσης στην Ελλάδα, δεν έχει πιθανόν μεγάλη σημασία να εξετάσουμε αν ο Τσίπρας θα βρει τα αρκετά δισεκατομμύρια που υποσχέθηκε. Εκείνο που έχει ενδιαφέρον είναι γιατί ο Αλέξης Τσίπρας βρήκε τόσα πολλά -αυτή τη φορά τα περισσότερα στη Δεξιά- ευήκοα ώτα –μια λόγια έκφραση που χρησιμοποίησε και ο ίδιος στη χτεσινή συνέντευξη Τύπου.
Ο Αλέξης Τσίπρας απευθύνεται στο κοινό της Δεξιάς και κατά ένα μέρος πείθει, όχι ασφαλώς επειδή οι νοικοκυραίοι έθεσαν ως προτεραιότητα τα κοινωνικά κινήματα, επειδή ανένηψαν και θαυμάζουν την επαναστατική Βενεζουέλα ή επειδή άλλαξαν γνώμη για τους παράτυπους μετανάστες. Η μεσαία τάξη τον ακούει, γιατί έχει να αντιμετωπίσει μια εφιαλτική πραγματικότητα και μια απίστευτα άστοχη κυβερνητική πολιτική, που εξαθλιώνει όλο και ευρύτερα τμήματα του πληθυσμού χωρίς να προσφέρει, ούτε θεωρητικά ούτε πρακτικά, κάποια ελπίδα για αναστροφή της κατάστασης.
Ο Αλέξης Τσίπρας πείθει, γιατί οι εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, που εκ περιτροπής υπόσχονται ο κύριος Σαμαράς και οι υπουργοί του, αποτελούν επαναλαμβανόμενο παραμύθι με κακό -για τους εκατοντάδες χιλιάδες ενδεείς συμπολίτες μας- τέλος, καθώς η ανεργία παραμένει πάνω από 27%, φέρνοντας την Ελλάδα στην παγκόσμια κατάταξη κάτω από τις περισσότερες χώρες της υποσαχάριας Αφρικής. Μια σημαντική παράμετρος, που σχεδόν κάθε ελληνικό σπίτι βιώνει, είναι ότι η ανεργία μεταξύ των νέων υπερβαίνει το 50 ή και το 60% συντρίβοντας όνειρα και φιλοδοξίες μιας ολόκληρης γενιάς και δημιουργώντας μια εκροή εγκεφάλων προς τις χώρες του εξωτερικού, ένα καταστροφικό brain drain –πράγμα που ασφαλώς αξιοποίησε/τόνισε ο κ. Τσίπρας στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πείθει, γιατί η κυβέρνηση φαίνεται να σύρεται αμαχητί στις επιταγές των δανειστών, καθιστώντας αμφίβολη τη διαμόρφωση μιας ανεξάρτητης εθνικής πολιτικής, πράγμα που έχει ήδη οδυνηρές συνέπειες σε οικονομικό και σε γεωπολιτικό επίπεδο.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει το θάρρος να απευθύνεται στον δεξιό ψηφοφόρο, γιατί δεν είναι εκείνος που έχει ελαστικοποιήσει το Σύνταγμα και τους νόμους, για να εξυπηρετηθούν πολιτικά και οικονομικά συμφέροντα. Ούτε έχει αυτός την ευθύνη για την αστάθεια που διατρέχει ολόκληρο το σύστημα καθιστώντας απαγορευτικούς τους μακροχρόνιους σχεδιασμούς και επομένως τις επενδύσεις και οδηγώντας στην αποπένδυση, στην αποβιομηχάνιση και στην καταδίκη της χώρας στο θανάσιμο σπιράλ του αποπληθωρισμού.
Ο Αλέξης Τσίπρας μπορεί να ανθίσταται αταβιστικά και μερικές φορές εντελώς αδικαιολόγητα στις επιδερμικές μικροδιευθετήσεις που επιχειρεί η κυβέρνηση στον Δημόσιο Τομέα. Αλλά δεν είναι ο Τσίπρας που εμποδίζει τις μεταρρυθμίσεις, δεν είναι αυτός που με αστείες δικαιολογίες και διαρκείς αναβολές, με όπλο την εξαπάτηση και με ομαδικά ή προσωπικά ρουσφέτια συντηρεί το αναποτελεσματικό πελατειακό και διεφθαρμένο κράτος-δυνάστη που οικοδομήθηκε στη μεταπολίτευση.
Ο Αλέξης Τσίπρας έχει τη δυνατότητα να απευθύνεται στον δεξιό ψηφοφόρο, γιατί ενώ σύμφωνα με τις κυβερνητικές διαβεβαιώσεις η ανάπτυξη έρχεται εδώ και πολλά χρόνια, όλο στον δρόμο είναι. Η ύφεση βαθαίνει και η απόγνωση έχει γίνει ο αχώριστος σύντροφος εκατομμυρίων Ελλήνων, την ίδια ώρα που οι κυβερνητικοί υπόσχονται σαξές στόρι και άλλα παρόμοια ηχηρά αλλά αόρατα.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ πείθει, γιατί καμιά κίνηση σκληρής τιμωρίας εκείνων που έφεραν τη χώρα σ’ αυτή την κατάσταση δεν έχει γίνει και γιατί οι λίστες Λαγκάρντ, Λιχτενστάιν κ.λπ. όχι μόνο δεν έχουν αξιοποιηθεί, αλλά λιμνάζουν στα έγκατα της έλλειψης πολιτικής βούλησης για την πάταξη της φοροδιαφυγής των ισχυρών.
Πείθει, γιατί βασικά κοινωνικά αγαθά, όπως η υγεία και η παιδεία, υφίστανται περικοπές που καθιστούν τη χώρα ουραγό σε ολόκληρη την ΕΕ, ενώ από την άλλη πλευρά η περιστολή δαπανών από άχρηστες δημόσιες υπηρεσίες ή από ορθολογική κατανομή των πόρων δεν προωθείται για ψηφοθηρικούς λόγους.
Είναι δεκάδες λοιπόν οι λόγοι για τους οποίους ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης βρίσκει ακροατήριο στη Δεξιά, στους συντηρητικούς πολίτες που βλέπουν μια ανελέητη φοροεπιδρομή να εξελίσσεται σε βάρος της περιουσίας τους και της ζωής του. Και είναι κατά 90% η ανικανότητα της κυβέρνησης και κατά 10% οι εντυπωσιακά βελτιωμένες επικοινωνιακές ικανότητες του κ. Τσίπρα που θα οδηγήσουν (αν θα οδηγήσουν) ψηφοφόρους από τον κεντροδεξιό χώρο στην κάλπη του.
Και στο κάτω κάτω εκείνο το «κανένας Έλληνας χωρίς τροφή, χωρίς στέγη και χωρίς ρεύμα» που εξήγγειλε ο Αλέξης Τσίπρας από τη Θεσσαλονίκη, δεν είναι σοσιαλισμός ∙ είναι καθαρός ανθρωπισμός και ταυτόχρονα ορθολογισμός. Ειδικά σε μια χώρα, όπου τα τελευταία τριάντα χρόνια εξαφανίστηκαν από τα δημόσια ταμεία ιλιγγιώδη ποσά εκατοντάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, τα οποία τώρα συντηρούν τους φορολογικούς παραδείσους σε όλη την υφήλιο.